Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.
Altgriechisch Mittelgriechisch Koine-Griechisch Katharevousa-Griechisch Lateinisch Spanisch Deutsch Türkisch Italienisch Norwegisch Arabisch Albanisch Sanskritisch Ägyptisch Persisch Japanischαλλαγή altgriechisch ἀλλαγή ἀλλάσσω
σύστημα altgriechisch σύστημα συνίστημι
προβολή altgriechisch προβολή προβάλλω πρό + βάλλω
ιστορία altgriechisch ἱστορία ἵστωρ (κριτής, μάρτυρας, γνώστης) οἷδα + -τωρ (Είδ- + τωρ, το τελικό "δ" προ του "τ", τρεπόταν σε "σ")
χάρτης altgriechisch χάρτης
ημέρα altgriechisch ἡμέρα ἦμαρ (ημέρα) indoeuropäisch (Wurzel) *h₂eh₃mr̥ (ζέστη) *h₂eh₃- (ζεσταίνομαι, καίω)
περιοδικό substantiviertes Neutrum des Adjektivs: περιοδικός (φράση περιοδικός τύπος) altgriechisch περιοδικός περί + ὁδικός ὁδός ((Lehnübersetzung) französisch périodique λατινικά periodicus altgriechisch περιοδικός.[1])
φύλο altgriechisch φῦλον φύω
παρά altgriechisch παρά
τότε altgriechisch τότε
τηλέφωνο (entlehnt aus) englisch telephone + -ο französisch téléphone διαγλωσσική ορολογία tele- altgriechisch τῆλε + φωνή[1]
ώστε altgriechisch ὥστε ὥς + τε
αρχή altgriechisch ἀρχή ἄρχω
τηλεόραση τηλε- + όραση ((Lehnübersetzung) französisch télévision télé- ( altgriechisch τηλε-) + vision: θέαμα, όραση)
φιλώ altgriechisch φιλέω-φιλῶ
πράγμα altgriechisch πρᾶγμα
βάση altgriechisch βάσις βαίνω indoeuropäisch (Wurzel) *gʷem-
εκεί altgriechisch ἐκεῖ ἐκεῖνος (αναδρομικός σχηματισμός) ἐ- + proto-indogermanisch *ḱe (δεικτικό μόριο: εδώ) + *h₁enos (εκείνος) ( *h₁é)
μέτρο altgriechisch μέτρον proto-indogermanisch *meh₁- (μετρώ)
που mittelgriechisch που altgriechisch ὅπου
πρόβλημα altgriechisch πρόβλημα προβάλλω (οτιδήποτε προβάλλεται ως προεξοχή, εμπόδιο, μέσο άμυνας, εργασία κλπ)
θέλω altgriechisch θέλω, παράλληλος τύπος του ἐθέλω
ελληνικός altgriechisch ἑλληνικός
σχολείο Koine-Griechisch σχολεῖον altgriechisch σχολή proto-indogermanisch *seǵhe- / *sǵhē- (συγγενές με το altgriechisch ἔχω)
χαρά altgriechisch χαρά χαίρω
πλέον altgriechisch πλέον πλείων, συγκριτικός βαθμός του πολύς
χρώμα altgriechisch χρῶμα χρώς proto-indogermanisch *gʰrēw- (αλέθω, τρίβω) *gʰer- (τρίβω)
βρίσκω mittelgriechisch altgriechisch εὑρίσκω
πάλι Koine-Griechisch πάλι altgriechisch πάλιν
πρόταση altgriechisch πρότασις πρό + τάσσω ((Lehnbedeutung) französisch proposition)
μία altgriechisch μία
έκθεση altgriechisch ἔκθεσις
σώμα altgriechisch σῶμα
στιγμή (λόγιο) altgriechisch στιγμή
λειτουργία altgriechisch λειτουργία
ούτε altgriechisch οὔτε
πάλιν altgriechisch πάλιν
αντί altgriechisch ἀντί proto-indogermanisch *h₂énti
έκδοση altgriechisch ἔκδοσις ἐκδίδωμι ἐκ + δίδωμι indoeuropäisch (Wurzel) *dédeh₃- *deh₃- (δίνω)
περιγραφή altgriechisch περιγραφή
ιατρείο altgriechisch ἰατρεῖον
καιρός altgriechisch καιρός
μέλος (λόγιο) altgriechisch μέλος proto-indogermanisch *mel- (μέλος, άκρο του σώματος)
κόσμος altgriechisch κόσμος
δωμάτιο altgriechisch δωμάτιον
θάλασσα altgriechisch θάλασσα
έτος altgriechisch ἔτος ϝέτος proto-indogermanisch *wétos *wet- (έτος) + *-os
ταξίδι mittelgriechisch ταξίδιον Koine-Griechisch ταξείδιον (=εκστρατεία) altgriechisch τάξις + υποκοριστικό επίθημα -ίδιον[1]
ανάλυση altgriechisch ἀνάλυσις
ανακοίνωση altgriechisch ἀνακοίνωσις
διάρκεια spätgriechisch διάρκεια altgriechisch διαρκής
υγειά mittelgriechisch *υγειά Koine-Griechisch ὑγεία altgriechisch ὑγίεια
τέχνη altgriechisch τέχνη
άτομο altgriechisch ἄτομον, Maskulinum von επιθέτου ἄτομος ἀ- στερητικό + τέμνω (αυτός που δεν μπορεί να διαιρεθεί)
θέατρο altgriechisch θέατρον
ημερολόγιο altgriechisch ἡμερολόγιον ἡμερ(α) + -ο- + -λόγιο
βδομάδα εβδομάδα, με σίγηση του αρχικού άτονου φωνήεντοςaltgriechisch βδομάς
περίπτωση altgriechisch περίπτωσις περιπίπτω
ευκαιρία altgriechisch εὐκαιρία εὖ + καιρός
εκπαίδευση εκπαιδεύω + -ση altgriechisch ἐκπαιδεύω παιδεύω παῖς
σχέση altgriechisch σχέσις ἔχω
σφραγίδα altgriechisch σφραγίς
πλαίσιο altgriechisch πλαίσιον (3. (Lehnbedeutung) deutsch Rahmen)
λειτουργιά Koine-Griechisch λειτουργία altgriechisch λειτουργός λήϊτον ( λαός) + ἔργον
υπουργείο υπουργός altgriechisch ὑπουργός (που προσφέρει έργο) ὑπό + ἔργον
εβδομάδα mittelgriechisch εβδομάδα altgriechisch ἑβδομάς
λοιπόν spätgriechisch λοιπόν altgriechisch λοιπός
ένωση altgriechisch ἕνωσις ἑνόω / ἑνῶ εἷς proto-griechisch *hens proto-indogermanisch *sḗm / *smih₂ *séms *sem- (ένας, μαζί)
επειδή altgriechisch ἐπειδή
παραγωγή Koine-Griechisch παραγωγή altgriechisch παράγω παρά + ἄγω ((Lehnbedeutung) französisch production)
δηλαδή altgriechisch δηλαδή δῆλα + δή δῆλος indoeuropäisch (Wurzel) *dyew- (ουρανός, λάμπω)
προσφορά altgriechisch προσφορά proto-griechisch *pʰérō proto-indogermanisch *bʰéreti *bʰer- (φέρω, μεταφέρω)
πρόεδρος (λόγιο) altgriechisch πρόεδρος πρό (προ- + ἕδρα, (Lehnbedeutung) französisch président Η αρχική σημασία: «αυτός που κάθεται στην πρώτη θέση »
εστιατόριο altgriechisch ἑστιατόριον ἑστιάτωρ ἑστιάω ἑστία
κυβέρνηση altgriechisch κυβέρνησις (διακυβέρνηση, διοίκηση) κυβερνάω
δέκα altgriechisch δέκα
αυτός altgriechisch αὐτός indoeuropäisch (Wurzel) *h₂ew (αὖ) + *to-
εργαλείο altgriechisch ἐργαλεῖον
δουλειά mittelgriechisch δουλειά Koine-Griechisch δουλεία altgriechisch δουλεία δουλεύω δοῦλος
μάλιστα altgriechisch μάλιστα, υπερθετικός βαθμός του μάλα
συνάντηση altgriechisch συνάντησις συναντάω, --ῶ σύν + ἀντάω
είσοδος (λόγιο) altgriechisch εἴσοδος[1] εἰς (είσ-) + οδός
ταινία altgriechisch ταινία
πρόκειται altgriechisch , γ' ενικό πρόσωπο του ρήματος πρόκειμαιπρό+κείμαι
κάνω mittelgriechisch κάμνω και κάμω altgriechisch κάμνω
σύνολο σύνολον altgriechisch λέξη, επίθετο σύνολος
ακριβής altgriechisch ἀκριβής
βήμα altgriechisch βῆμα βαίνω
ευχαριστώ Koine-Griechisch εὐχαριστέω / εὐχαριστῶ altgriechisch εὐχάριστος εὖ + χάρις
σχέδιο altgriechisch σχέδιον, Maskulinum von σχέδιος σχεδόν
πολιτισμός Koine-Griechisch πολιτισμός altgriechisch πολίτης + -ισμός ((Lehnbedeutung) französisch civilisation)
άποψη altgriechisch ἄποψις
μπροστά εμπροστά altgriechisch ἐμπρός
δημοτική (entlehnt aus) französisch démotique altgriechisch δημοτική, Femininum von δημοτικός δῆμος
πηγή altgriechisch πηγή[1]
πέντε altgriechisch πέντε
πορεία altgriechisch πορεία
κύτταρο altgriechisch κύτταρον και κύτταρος (κελί κυψέλης) κύτος
γεγονός altgriechisch γεγονός ουδέτερο της ενεργητικής μετοχής γεγονώς, του παρακειμένου "γέγονα", του γίγνομαι
ηλικία altgriechisch ἡλικία
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.