Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.
Altgriechisch Mittelgriechisch Koine-Griechisch Katharevousa-Griechisch Lateinisch Spanisch Deutsch Türkisch Italienisch Norwegisch Arabisch Albanisch Sanskritisch Ägyptisch Persisch Japanischοχυρό mittelgriechisch ὀχυρόν altgriechisch ὀχυρά, Maskulinum von ὀχυρός
εξύμνηση mittelgriechisch ἐξύμνησις Koine-Griechisch ἐξυμνέω
ξωκλήσι εξωκλήσι (orthografische Vereinfachung) εξωκκλήσι mittelgriechisch ἐξωκκλήσιον altgriechisch ἔξω + ἐκκλησία καλέω / καλῶ
καλόγερος mittelgriechisch καλόγερος Koine-Griechisch καλόγηρος altgriechisch καλός + γῆρας
αφεντιά mittelgriechisch αφεντιά Koine-Griechisch αὐθεντία
ξένοιαστος mittelgriechisch ξένοιαστος ξέγνοιαστος
μουνόπανο μουνί + -ο- + πανί + -ο ( mittelgriechisch πανίον Koine-Griechisch πάννος lateinisch pannus proto-indogermanisch *peh₂n-: ύφασμα)
μονάρχης mittelgriechisch μονάρχης altgriechisch μόναρχος
σαράι mittelgriechisch σαράι türkisch saray persisch سرای (sarây)
δανεικός mittelgriechisch δανεικός δάνειον
φτήνια φτηνός + -ια ή mittelgriechisch φτηνιά Koine-Griechisch εὐθηνία (αφθονία, ιδίως τροφίμων ή σιτηρών -και δωρεάν διανομή τους) altgriechisch εὐθηνέω (με επίδραση και της λέξης εὐθένεια: αφθονία)
πρόγευμα mittelgriechisch πρόγευμα πρό + γεύμα
κοντάκι mittelgriechisch κοντάκιον Koine-Griechisch κοντάκιον altgriechisch κοντός, (Lehnbedeutung) französisch crosse[1]
αγριογούρουνο mittelgriechisch ἀγριογούρουνον άγριος + γουρούνι
ανασαίνω mittelgriechisch ἀνασαίνω ἀνεσαίνω ἄνεσις
χούφτα φούχτα (με αντιμετάθεση συμφώνων) mittelgriechisch φοῦχτα / φοῦκτα *φουκτίζω[1] altgriechisch πυκτίζω / πυκτεύω / βοιωτικός τύπος πουκτεύω πύκτης πύξ
σκλαβιά mittelgriechisch σκλαβιά σκλάβος + -ιά[1] Σκλαβηνός απώτατης slawischς αρχής[2]
λύπηση mittelgriechisch λύπηση / λύπησις altgriechisch λυπέω / λυπῶ λύπη
κουρέλι mittelgriechisch κουρέλλιν spätlateinisch *corellium lateinisch corium (δέρμα) proto-indogermanisch *(s)ker- (κόβω)
συκώτι mittelgriechisch συκώτι συκώτιον, υποκοριστικό του συκωτόν φράση (ἧπαρ) συκωτόν (συκώτι ζώου θρεμμένου με σύκα) συκωτός (θρεμμένος με σύκα) σύκον
ρεβιθιά ρεβίθ(ι) + -ιά mittelgriechisch *ρεβίθι/ροβίθι Koine-Griechisch ἐρεβίνθιον altgriechisch ἐρέβινθος
παράγκα mittelgriechisch μπαράκα italienisch baracca spanisch barraca
ανθρωπιά mittelgriechisch άνθρωπος + -ιά
μπράβος mittelgriechisch μπράβος italienisch bravo
μασούρι mittelgriechisch μασούριον (υποκοριστικό για το οθωμανικό τουρκικό) osmanisch türkisch masura persisch ماسوره (māsūra)
κατσίκι mittelgriechisch κατσίκι türkisch keçi αρχαία türkisch eçkü prototürkisch *kü- / *ke- (ή albanisch kats)
εκπροσωπώ mittelgriechisch εκπροσωπώ εκ- + altgriechisch πρόσωπον πρός + ὤψ indoeuropäisch (Wurzel) *h₃okʷ- / *h₃ekʷ-
διαμέσου mittelgriechisch διαμέσου (altgriechisch διάμεσον) διά & μέσου
γείτονας mittelgriechisch γείτονας altgriechisch γείτων, von αιατιατική «τὸν γείτονα»
συνδιάσκεψη mittelgriechisch συνδιάσκεψις Koine-Griechisch συνδιασκέπτομαι διασκέπτομαι altgriechisch σκέπτομαι
κάλφας mittelgriechisch κάλφας türkisch kalfa arabisch خليفة (halife: χαλίφης, διάδοχος)
ζωγραφίζω mittelgriechisch ζωγραφίζω altgriechisch ζωγραφ(έω, -ῶ) + -ίζω[1]
σκλάβος mittelgriechisch σκλᾶβος Σκλᾶβος πρωτοslawisch *Slověninъ (το εθνικό όνομα απέκτησε τη σημασία του δούλου, επειδή ίσως πολλά άτομα slawischς καταγωγής πωλούνταν ως δούλοι)[1]
πάπλωμα mittelgriechisch πάπλωμα εφάπλωμα Koine-Griechisch ἐφαπλόω / ἐφαπλῶ ἐπί + ἁπλόω ἁπλοῦς
νεράντζι mittelgriechisch νεράντζι(ον) venezianisch naranza (πικρό πορτοκάλι) arabisch نارنج (nāranj) [1] persisch نارنگ (nārang) sanskritisch नारङ्ग (nāraṅga, πορτοκαλιά)
γέμισμα mittelgriechisch γεμίζω
βελόνι mittelgriechisch βελόνιν altgriechisch βελόνη βέλος indoeuropäisch (Wurzel) *gʷelos
βραδινός mittelgriechisch βραδινός βράδυ + -ινός
μπούφος mittelgriechisch μποῦφος / βοῦφος italienisch bufo
εκείθεν mittelgriechisch εκείθεν altgriechisch ἐκεῖθεν ἐκεῖ + -θεν
ξενέρωμα ξενερ(ώνω) + -μα mittelgriechisch ξενερώνω ξε + νερώνω νερό Koine-Griechisch νηρόν, Maskulinum von νηρός altgriechisch νεαρός νέος proto-indogermanisch *néwos (νέος) *nu (τώρα)
ροδάκινο mittelgriechisch ῥοδάκινον / ῥωδάκινον spätgriechisch δοράκινον / δωράκινον[1] lateinisch duracinum duracinus[2] durus + acinus
απονιά mittelgriechisch απονιά altgriechisch ἀπονία πόνος
θλιβερός mittelgriechisch θλιβερός altgriechisch θλίβ(ω) + -ερός
τσιπούρα mittelgriechisch τσιπούρα *ἵππουρα, Femininum von altgriechisch ἵππουρος ἵππος + οὐρά
ηγουμένη mittelgriechisch ἡγουμένη Koine-Griechisch ἡγούμενος, μετοχή παθητικού ενεστώτα του ρήματος ἡγέομαι / ἡγοῦμαι
μπουκιά μπούκα + -ιά venezianisch buca (στόμιο, άνοιγμα) & boca (στόμα) lateinisch bucca (μάγουλο) κελτικά. siehe auch mittelgriechisch βουκιά
αλώνι mittelgriechisch αλώνι(ν) Koine-Griechisch ἁλώνιον, υποκοριστικό του ἅλως
ξεκαθαρίζω mittelgriechisch Koine-Griechisch ἐκκαθαρίζω
μεδούλι mittelgriechisch μεδούλιον μεδούλη lateinisch medulla (μεδούλι, μυελός) medius (μέσος, μεσαίος) proto-italienisch *meðios proto-indogermanisch *médʰyos *me
αλέτρι mittelgriechisch ἀλέτρι (ρωτακισμός) ἀρέτρι ἀρότρι ἀρότριον altgriechisch ἄροτρον
αποστείρωση mittelgriechisch αποστείρωσις Koine-Griechisch ἀποστειρόω / ἀποστειρῶ ἀπό + στειρόω / στειρῶ altgriechisch στεῖρος (2. (Lehnbedeutung) englisch sterilization)
καλόκαρδος mittelgriechisch καλόκαρδος καλό- + -ο- + καρδιά + -ος
ορφανοτροφείο mittelgriechisch ὀρφανοτρόφος + -εῖον
λούφα λουφάζω (αναδρομικός σχηματισμός) mittelgriechisch λωφάζω altgriechisch λωφάω/ λωφῶ (αναπαύομαι, ησυχάζω)
απιδιά mittelgriechisch απιδιά απιδέα Koine-Griechisch ἀπίδιον altgriechisch ἄπιον (αχλάδι) ἄπιος (αχλαδιά)
μόδι mittelgriechisch μόδι / μόδιν / μόδιον Koine-Griechisch μόδιος lateinisch modius indoeuropäisch (Wurzel) *med- (μέτρο)
ζερβός mittelgriechisch ζερβός ζαβός arabisch زَاوِيَة (zāwiya, γωνία) ρίζα ز و ي (z-w-y)
ακουμπώ mittelgriechisch ἀκουμπῶ ἀκουμβίζω / ἀκουμπίζω Koine-Griechisch ἀκουμβίζω lateinisch accumbo [1] (= κατακλίνομαι) accubo ad + cubo proto-italienisch *kubāō proto-indogermanisch *ḱewb-
πάγω mittelgriechisch πάγω altgriechisch ὑπάγω
άντζα mittelgriechisch άντζα / άτζα italienisch anca δημώδης lateinisch *hanca φραγκική *hanka proto-deutsch *ankō (άρθρωση, κλείδωση) proto-indogermanisch *ang- (άρθρωση, κλείδωση)
πριγκιπάτο mittelgriechisch πριγκιπάτον italienisch principato lateinisch principatus princeps primus + capio
μερτικό mittelgriechisch μερτικόν
σοδειά mittelgriechisch σοδεία ἐσοδεία Koine-Griechisch εἰσοδιάζω altgriechisch εἴσοδος εἰς + ὁδός
γούρνα mittelgriechisch Koine-Griechisch γρώνη («κοιλότητα»)
βέργα mittelgriechisch βέργα lateinisch virga
χαλάζι mittelgriechisch χαλάζιν χαλάζιον altgriechisch χάλαζα + κατάληξη υποκοριστικού -ιον
γύρισμα mittelgriechisch γύρισμα(ν) γυρίζω Koine-Griechisch γυρίζω γῦρος
αναμεταξύ ἀναμεταξύ in Katharevousa και mittelgriechisch και Koine-Griechisch altgriechisch ἀνά και μεταξύ (μετά + ξύν)
κοντάκιο (θρησκεία) mittelgriechisch κοντάκιον Koine-Griechisch κοντάκιον, υποκοριστικό του κόνταξ altgriechisch κοντός
μαστοριά mittelgriechisch μαστορεία μάστορας
περίφραξη mittelgriechisch περίφραξις
γεράκι mittelgriechisch γεράκιν ἱεράκιον altgriechisch ἱέραξ
κορδόνι (αντιδάνειο) venezianisch cordon lateinisch chorda altgriechisch χορδή. siehe auch mittelgriechisch κόρδα[1]
αγγούρι mittelgriechisch αγγούρι(ν) Koine-Griechisch ἀγγούριον ἄγγουρον arabisch آجُرّ (ʾājurr) aramäisch ???????????????? (*ʾaggor /ʾgwr/) akkadisch ???????????????? (agurru, ukurru) sumerisch al.ùr.(r)a[1]
καλόγρια mittelgriechisch καλόγρια / καλογραία altgriechisch καλός + γραῖα
τρίψιμο mittelgriechisch τρίψιμον τρίβω
νύχι mittelgriechisch νύχι(ν) altgriechisch ὀνύχιον, υποκοριστικό του ὄνυξ
ποδάρι mittelgriechisch ποδάρι altgriechisch ποδάριον, υποκοριστικό του altgriechisch πούς
κράξιμο mittelgriechisch κράξιμον altgriechisch κρώζω Onomatopoetikum
τάμα mittelgriechisch τάμα altgriechisch τάγμα τάττω/τάσσω
νιότη mittelgriechisch νιότη altgriechisch νεότης
αποκριά mittelgriechisch ἀποκρέα ἀπόκρεως ἀπό + κρέως κρέας
λουρί mittelgriechisch λουρίν Koine-Griechisch λωρίον λῶρος
κολοκύθι mittelgriechisch κολοκύθι κολοκύνθιν altgriechisch κολοκύνθιον, υποκοριστικό του κολοκύνθη
θηλιά mittelgriechisch θηλεά altgriechisch θήλεια, Femininum von επιθέτου θῆλυς
μετανιώνω mittelgriechisch μετανιώνω μεταγνώνω / μεταγνώθω altgriechisch μεταγιγνώσκω / μεταγινώσκω γιγνώσκω / γινώσκω proto-indogermanisch *ǵiǵneh₃- *ǵneh₃- (γιγνώσκω, γνωρίζω) Υπάρχει και η άποψη: μετάνοια + -ώνω[1]
λιώνω mittelgriechisch λιώνω altgriechisch λειόω / λειῶ (κάνω λείο) λεῖος
κεράσι mittelgriechisch κεράσι(ν) Koine-Griechisch κεράσιον altgriechisch κερασός / κέρασος
καλορίζικος mittelgriechisch καλορίζικος καλός + ριζικό ( altgriechisch ῥιζικός ῥίζα)
ξεκλήρισμα mittelgriechisch ξεκληρίζω ξε + altgriechisch κλῆρος (η κλήρωση αλλά και κομμάτι γης από κληρονομιά καθώς και έντομο καταστροφικό για τα μελίσσια)
ανυπομονώ mittelgriechisch ανυπόμονος
συνάνθρωπος mittelgriechisch συνάνθρωπος (σε κείμενα του 15ου αιώνα)[1]. Επίσης, έχει χαρακτηρισθεί[2] ως Lehnübersetzung von deutsch Mitmensch. siehe auch τα αρχαία ελληνικά συνανθρωπέω, συνανθρωπεύομαι, συνανθρώπισις. Συγχρονικά αναλύεται σε συν- + ἀνθρωπος
φθορίωση Katharevousa φθορίωσις φθόριο + -ωσις mittelgriechisch φθόριον altgriechisch φθορά φθείρω ((Lehnübersetzung) französisch fluoration)
αντρόγυνο mittelgriechisch αντρόγυνο
αποχαιρετισμός mittelgriechisch αποχαιρετισμός αποχαιρετίζω + -μός
φλώρος mittelgriechisch φλῶρος (με επίδραση του λατινικά florus) altgriechisch χλωρίων (δηλαδή ο πρασινωπός, ονομασία του πτηνού λόγω του χρώματός του)
καβγάς mittelgriechisch καβγάς türkisch kavga osmanisch türkisch غوغا (ğavğa, kavga) persisch غوغا (ğouğâ, ğavğâ: θόρυβος, φιλονικία) غو (ğav: κραυγή, φωνασκία)
σάλιο mittelgriechisch σάλιον altgriechisch σίαλον
απόκτημα mittelgriechisch απόκτημα αποκτώ
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.