Griechische Wörter mit altgriechischer Etymologie

Sortieren nach

  Alphabetisch    Relevanz    Neuste

Filtern nach Etymologie

Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.

   Altgriechisch    Mittelgriechisch    Koine-Griechisch    Katharevousa-Griechisch    Lateinisch    Spanisch    Deutsch    Türkisch    Italienisch    Norwegisch    Arabisch    Albanisch    Sanskritisch    Ägyptisch    Persisch    Japanisch



αφοσιώνομαι

αφοσιώνομαι altgriechisch ἀφοσιόομαι / ἀφοσιοῦμαι ((Lehnübersetzung) französisch se dévouer)


αφορώ

αφορώ altgriechisch ἀφοράω / ἀφορῶ ἀπό + ὁράω / ὁρῶ


αφορμίζω

αφορμίζω mittelgriechisch αφορμίζω altgriechisch ἀφορμή


αφορμή

αφορμή altgriechisch ἀφορμή ἀπό + ὁρμή


αφορία

αφορία altgriechisch ἀφορία


αφόρητος

αφόρητος altgriechisch ἀφόρητος


αφοπλισμός

αφοπλισμός mittelgriechisch ἀφοπλισμός Koine-Griechisch ἀφοπλίζω altgriechisch ἀφοπλίζομαι ἀπό + ὅπλον


αφοπλίζω

αφοπλίζω Koine-Griechisch ἀφοπλίζω altgriechisch ἀφοπλίζομαι ὁπλίζω ὅπλον ((Lehnbedeutung) französisch désarmer)


αφομοιώνω

αφομοιώνω altgriechisch ἀφομοιόω / ἀφομοιῶ ἀπό + ὁμοιόω ὅμοιος (με δάσυνση του "π" σε "φ", λόγω του δασυνόμενου αρκτικού "ο")


αφοδεύω

αφοδεύω altgriechisch ἀφοδεύω ἀπό + ὁδεύω ὁδός indoeuropäisch (Wurzel) *sodos


αφοδευτήριο

αφοδευτήριο Koine-Griechisch ἀφοδευτήριον altgriechisch ἀφοδεύω


αφόδευση

αφόδευση (λόγιο) Koine-Griechisch ἀφόδευ(σις) + -ση altgriechisch ἀφοδεύω


αφόδευμα

αφόδευμα Koine-Griechisch ἀφόδευμα altgriechisch ἀφοδεύω


άφοβος

άφοβος altgriechisch ἄφοβος,ος,ον


αφοβία

αφοβία altgriechisch ἀφοβία


άφλεκτος

άφλεκτος altgriechisch ἄφλεκτος


αφκιασίδωτος

αφκιασίδωτος α- + φκιασιδώνω + -τος φκιασίδι φτιασίδι mittelgriechisch φτειάνω / φθειάνω εὐθειάζω altgriechisch εὐθεία, Femininum von εὐθύς (Υπάρχει και η άποψη: Koine-Griechisch φυκίασις altgriechisch φύκιον / φυκίον, υποκοριστικό του φῦκος. Σ’ αυτή την περίπτωση προηγείται ο τύπος φκιασίδι / αφκιασίδωτος)


αφίσταμαι

αφίσταμαι altgriechisch ἀφίστημι από- + ἵστημι


αφιππεύω

αφιππεύω altgriechisch ἀφιππεύω


αφιόνι

αφιόνι mittelgriechisch αφιόνιον türkisch afyon arabisch أَفْيُون (ʾafyūn) Koine-Griechisch ὄπιον (αντιδάνειο) [1] altgriechisch ὀπός indoeuropäisch (Wurzel) *sokʷos (χυμός)


άφιξη

άφιξη altgriechisch ἄφιξις


άφιλος

άφιλος altgriechisch ἄφιλος


αφιλία

αφιλία altgriechisch ἀφιλία


αφικνούμαι

αφικνούμαι altgriechisch ἀφικνέομαι, -οῦμαι


αφιερώνω

αφιερώνω altgriechisch ἀφιερόω ἀπό + ἱερόω ἱερός ((Lehnbedeutung) französisch consacrer)


αφθονία

αφθονία altgriechisch ἀφθονία ἄφθονος ἀ- στερητικό + φθόνος


άφθαρτος

άφθαρτος altgriechisch ἄφθαρτος


αφήνω

αφήνω altgriechisch ἀφίημι


αφηνίασμα

αφηνίασμα αφηνιάζω + -μα Koine-Griechisch ἀφηνιάζω αφ- (ἀπό) + altgriechisch ἡνία


αφηνίαση

αφηνίαση Koine-Griechisch ἀφηνίασις ἀφηνιάζω αφ- ( ἀπό) + altgriechisch ἡνία


αφηνιάζω

αφηνιάζω altgriechisch ἀφηνιάζω αφ- ( από) + ἡνία


αφηγούμαι

αφηγούμαι altgriechisch ἀφηγοῦμαι


αφηγητής

αφηγητής altgriechisch ἀφηγητής


αφήγηση

αφήγηση altgriechisch ἀφήγησις ἀφηγέομαι / ἀφηγοῦμαι ἀπό + ἡγέομαι / ἡγοῦμαι indoeuropäisch (Wurzel) *seh₂g-


αφηγηματικός

αφηγηματικός Koine-Griechisch ἀφηγηματικός altgriechisch ἀφηγοῦμαι


αφήγημα

αφήγημα altgriechisch ἀφήγημα ((Lehnbedeutung) französisch récit. 2. (Lehnbedeutung) englisch narrative)


άφεση

άφεση (λόγιο) altgriechisch ἄφεσις (απαλλαγή), ελληνιστική σημασία: συγχώρεση ἀφίημι


αφεντικός

αφεντικός mittelgriechisch ἀφεντικός Koine-Griechisch αὐθεντικός altgriechisch αὐθέντης[1] / αὐτοέντης αὐτός +‎ *ἕντης ( proto-indogermanisch *senh₁-: ετοιμάζω, επιτυγχάνω)


αφέντης

αφέντης altgriechisch αὐθέντης


αφελώς

αφελώς altgriechisch ἀφελῶς


αφελής

αφελής altgriechisch ἀφελής


αφέλεια

αφέλεια altgriechisch ἀφέλεια


αφασία

αφασία altgriechisch ἀφασία


αφανισμός

αφανισμός Koine-Griechisch ἀφανισμός altgriechisch ἀφανίζω ἀφανής + -ίζω


αφανίζω

αφανίζω altgriechisch ἀφανίζω


αφανής

altgriechisch αφανής στερητικό α- + -φανής ( φαίνομαι)


αφάνεια

αφάνεια altgriechisch ἀφάνεια


αφαλός

αφαλός altgriechisch ὀμφαλός


αφαιρώ

αφαιρώ altgriechisch ἀφαιρέω - ἀφαιρῶ ἀπό + αἱρέω-ῶ


αφαιρετέος

αφαιρετέος altgriechisch ἀφαιρετέος


αφαίρεση

αφαίρεση altgriechisch ἀφαίρεσις


αυχένας

αυχένας altgriechisch αὐχήν


αυτόχθων

αυτόχθων altgriechisch αὐτόχθων αὐτός + χθών, χθονός (=γη)


αυτόχθονας

αυτόχθονας altgriechisch αὐτόχθων


αυτοχειρία

αυτοχειρία altgriechisch αὐτοχειρία


αυτοχειρί

αυτοχειρί altgriechisch αὐτοχειρί


αυτόχειρας

αυτόχειρας altgriechisch αὐτόχειρ αὐτός (=ο ίδιος) + χείρ


αυτόχειρ

αυτόχειρ altgriechisch αὐτόχειρ


αυτοφυής

αυτοφυής altgriechisch αὐτοφυής


αυτουργός

αυτουργός altgriechisch αὐτουργός αὐτός + ἔργον


αυτού

αυτού altgriechisch αὐτοῦ


αυτοτελής

αυτοτελής altgriechisch αὐτοτελής αὐτός + τέλος (πλήρης, ολοκληρωμένος)


αυτοτέλεια

αυτοτέλεια altgriechisch αὐτοτέλεια


αυτοσχεδιαστής

αυτοσχεδιαστής altgriechisch αὐτοσχεδιαστής


αυτοσχεδιασμός

αυτοσχεδιασμός altgriechisch αὐτοσχεδιασμός


αυτοσχεδιάζω

αυτοσχεδιάζω altgriechisch αὐτοσχεδιάζω


αυτός

αυτός altgriechisch αὐτός indoeuropäisch (Wurzel) *h₂ew (αὖ) + *to-


αυτόρριζος

αυτόρριζος altgriechisch αὐτόρριζος αὐτός + ῥίζα


αυτόπτης

αυτόπτης altgriechisch αὐτόπτης αὐτός ("ὀ ίδιος") + ὁράω (θέμα ὀπ- που απαντά στον μέλλοντα ὄψομαι και στον παρακείμενο ὄπωπα)


αυτοπροσώπως

αυτοπροσώπως Koine-Griechisch αὐτοπροσώπως altgriechisch αὐτοπρόσωπος αὐτός + πρόσωπον


αυτονομούμαι

αυτονομούμαι altgriechisch αὐτονομέομαι / αὐτονομοῦμαι


αυτονομιστής

αυτονομιστής (entlehnt aus) französisch autonomiste autonomie altgriechisch αὐτονομία


αυτομολώ

αυτομολώ altgriechisch αὐτομολῶ αυτο- + μολών: μετοχή αορίστου του ρήματος βλώσκω (έρχομαι, πορεύομαι) έμολον, μολών, εξ ου και "μολών λαβέ"


αυτόμολος

αυτόμολος (λόγιο) Koine-Griechisch αὐτόμολος altgriechisch αὐτομολῶ


αυτομολία

αυτομολία altgriechisch αὐτομολία


αυτομόληση

αυτομόληση Koine-Griechisch αὐτομόλησις altgriechisch αὐτομολῶ


αυτομάτως

αυτομάτως altgriechisch αὐτομάτως


αυτόματος

αυτόματος altgriechisch αὐτόματος


αυτοματισμός

αυτοματισμός (entlehnt aus) englisch automatism altgriechisch αὐτόματος


αυτολεξεί

αυτολεξεί Koine-Griechisch αὐτολεξεί αὐτός + altgriechisch λέξις λέγω


αυτοκτονώ

αυτοκτονώ altgriechisch αὐτοκτονέω / αὐτοκτονῶ αὐτοκτόνος αὐτός + κτείνω


αυτοκτόνος

αυτοκτόνος altgriechisch αὐτοκτόνος


αυτοκριτική

αυτοκριτική (entlehnt aus) französisch autocritique altgriechisch αὐτός + κριτική ( κρίνω)


αυτοκράτορας

αυτοκράτορας altgriechisch αὐτοκράτωρ


αυτόκλητος

αυτόκλητος αυτο- ( altgriechisch αὐτός) + κλητός ( altgriechisch καλέω)


αυτοδικώ

αυτοδικώ Koine-Griechisch αὐτοδικέω / αὐτοδικῶ altgriechisch αὐτόδικος αὐτός + δίκη


αυτοδικία

αυτοδικία αυτοδικώ + -ία Koine-Griechisch αὐτοδικέω / αὐτοδικῶ altgriechisch αὐτός + δίκη


αυτοδίδακτος

αυτοδίδακτος altgriechisch αὐτοδίδακτος


αυτόγραφο

αυτόγραφο altgriechisch αὐτόγραφον


αυτογραφία

αυτογραφία (entlehnt aus) französisch autographie altgriechisch αὐτός + γράφω


αυτογνωσία

αυτογνωσία (entlehnt aus) französisch autognosie altgriechisch αὐτός + γνῶσις


αυτογαμία

αυτογαμία (entlehnt aus) französisch autogamie altgriechisch αὐτός + γαμέω


αυτόβουλος

αυτόβουλος altgriechisch αὐτόβουλος


αυτισμός

αυτισμός (entlehnt aus) deutsch Autismus altgriechisch αὐτός + -ismus (-ισμός)


αυτενέργεια

αυτενέργεια Koine-Griechisch αὐτενέργεια altgriechisch αὐτός + ἐνέργεια ἔργον


αυτάρκεια

αυτάρκεια altgriechisch αὐτάρκεια αὐτός + ἀρκέω / ἀρκῶ


αυτάδελφος

αυτάδελφος altgriechisch αὐτάδελφος αὐτός +ἀδελφός


αυστηρότητα

αυστηρότητα altgriechisch αὐστηρότης


αυστηρός

αυστηρός altgriechisch αὐστηρός (σκληρός, ηθικά απαιτητηικός)[1] αὕω


αύριο

αύριο altgriechisch αὔριον αύως + -ριον



Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback