αυτοτελής   [aftotelis, aytotelhs]

  Adj.
(3)

Etymologie zu αυτοτελής

αυτοτελής altgriechisch αὐτοτελής αὐτός + τέλος (πλήρης, ολοκληρωμένος)


GriechischDeutsch
1.2.1 Η αυτοτελής επαγγελματική δραστηριότητα έχει εκ φύσεως πολλά ιδιότυπα χαρακτηριστικά και δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίζονται οι αυτοαπασχολούμενοι με τον ίδιο τρόπο όπως οι μισθωτοί, ούτε να θεωρείται ο «αυτοαπασχολούμενος» γενικότερος όρος για τον «επιχειρηματία».1.2.1 Die selbstständige Erwerbstätigkeit zeichnet sich per se durch viele eigene Merkmale aus, und selbstständig Erwerbstätige können nicht in derselben Weise betrachtet werden wie abhängig Beschäftigte, ebenso wenig wie der Begriff "selbstständig Erwerbstätige" als Oberbegriff für Unternehmer verwendet werden kann.

Übersetzung bestätigt

Η αυτοτελής επαγγελματική δραστηριότητα έχει εκ φύσεως πολλά ιδιότυπα χαρακτηριστικά και δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπίζονται οι αυτοαπασχολούμενοι με τον ίδιο τρόπο όπως οι μισθωτοί, ούτε να θεωρείται ο «αυτοαπασχολούμενος» γενικότερος όρος για τον «επιχειρηματία».Die selbstständige Erwerbstätigkeit zeichnet sich per se durch viele eigene Merkmale aus, und selbst­ständig Erwerbstätige können nicht in derselben Weise betrachtet werden wie abhängig Beschäftigte, ebenso wenig wie der Begriff "selbstständig Erwerbstätige" als Oberbegriff für Unternehmer verwen­det werden kann.

Übersetzung bestätigt

Ψήφισα υπέρ της έκθεσης της Astrid Lulling για την ίση μεταχείριση ανδρών και γυναικών που ασκούν μια αυτοτελή επαγγελματική δραστηριότητα, παρ'όλο που νιώθω ότι θα έπρεπε να έχει προχωρήσει πολύ περισσότερο, όσον αφορά την ενίσχυση των δικαιωμάτων των γυναικών και την προστασία της μητρότητας. " αυτοτελής επαγγελματική δραστηριότητα παραμένει μια μειοψηφική μορφή απασχόλησης στην Ευρώπη, αντιπροσωπεύοντας το 16% του ενεργού πληθυσμού.Ich habe für Astrid Lullings Bericht über die Gleichbehandlung von Männern und Frauen, die einer selbstständigen Erwerbstätigkeit nachgehen, gestimmt, obwohl ich denke, dass er sehr viel weiter hätte gehen sollen, was die Bestärkung der Frauenrechte und den Schutz der Mutterschaft anbelangt. Die Arbeitsform der selbstständig Erwerbstätigen bleibt die einer Minderheit in Europa, welche 16% der arbeitenden Bevölkerung ausmacht.

Übersetzung bestätigt



Grammatik

Noch keine Grammatik zu αυτοτελής.



Griechische Definition zu αυτοτελής

αυτοτελής -ής -ές [aftotelís] : που έχει μια ολοκληρωμένη μορφή και μπορεί από μόνος του να λειτουργεί, να εκπληρώνει ένα σκοπό κτλ., χωρίς να εξαρτάται από κτ. άλλο· ολοκληρωμένος και ανεξάρτητος: αυτοτελής οντότητα / ύπαρξη / λειτουργία / έννοια. Aυτοτελές φαινόμενο / απόσπασμα / επεισόδιο. αυτοτελής ενιαίος και ανεξάρτητος οργανισμός. H τηλεόραση θα παρουσιάσει μια σειρά από δέκα αυτοτελείς εκπομπές που αναφέρονται σε ισάριθμα γεγονότα του β' παγκόσμιου πολέμου. αυτοτελής έκδοση / τόμος, που δεν αποτελεί μέρος ή τμήμα σειράς. αυτοτελώς ΕΠIΡΡ χωρίς εξάρτηση από άλλο: Εξετάζω κτ. αυτοτελής.

[λόγ. < αρχ. αὐτοτελής, αὐτοτελῶς]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback