Unser Wörterbuch



Mit dem Online-Wörterbuch von Greeklex.net findest du ganz einfach Übersetzung vom Griechischen ins Deutsche. Unsere Datenbank umfasst derzeit 84000 griechische Wörter und über 25000 Griechisch Deutsch Übersetzungen. Dazu findest du zu jedem Wort weiterführende Informationen wie Beispielsätze, Synonyme und grammatikalische Hinweise. Benutzer können unser Wörterbuch jederzeit auch mit eigenen Einträgen ergänzen. Dank der schnellen und einfachen Suche, eignet sich das Wörterbuch besonders für unterwegs oder für den Urlaub. Unser Griechisch Deutsch Wörterbuch ist besonders geeignet für Griechisch-Anfänger und Griechisch-Lernende, da es eine Suche nach griechischen Wörtern auch ohne orthographische Kenntnisse ermöglicht. Unser Wörterbuch wird regelmäßig erweitern und überarbeitet.

Sortieren nach

  Alphabetisch    Relevanz    Neuste

Filtern nach Etymologie

Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.

   Altgriechisch    Mittelgriechisch    Koine-Griechisch    Katharevousa-Griechisch    Lateinisch    Spanisch    Deutsch    Türkisch    Italienisch    Norwegisch    Arabisch    Albanisch    Sanskritisch    Ägyptisch    Persisch    Japanisch



επούλωση

επούλωση altgriechisch ἐπούλωσις


επουράνιος

επουράνιος altgriechisch ἐπουράνιος


εποφθαλμιώ

εποφθαλμιώ Koine-Griechisch ἐποφθαλμιάω - ἐποφθαλμιῶ


εποχή

εποχή altgriechisch ἐποχή


εποχούμαι

εποχούμαι altgriechisch ἐποχοῦμαι


έποψη

έποψη altgriechisch ἔποψις ἐπί + ὄψις


επτά

επτά altgriechisch ἑπτά


επταετία

επταετία Etymologie fehlt


επτάκις

επτάκις altgriechisch ἑπτάκις


επωάζω

επωάζω altgriechisch ἐπῳάζω ἐπί + ᾠόν (2. (Lehnbedeutung) französisch incuber)


επώαση

επώαση altgriechisch ἐπῴασις (2.(Lehnübersetzung) französisch incubation)


επωαστήρας

επωαστήρας επωάζω + -τήρας ((Lehnübersetzung) französisch incubateur)


επωδή

επωδή altgriechisch ἐπῳδή


επωδός

επωδός altgriechisch ἐπῳδός


επώδυνα

επώδυνα επώδυν(ος) + -α


επώδυνος

επώδυνος altgriechisch ἐπώδυνος ἐπί + ὀδύνη (το αρχικό ὀ- εκτείνεται όταν απαντά σε σύνθετα)


επωμίδα

επωμίδα altgriechisch ἑπωµίς


επωμίζομαι

επωμίζομαι Koine-Griechisch ἐπωμίζομαι altgriechisch ἐπι- + -ωμίζομαι ὦμος


επωνυμία

επωνυμία altgriechisch ἐπωνυμία


επώνυμο

επώνυμο (λόγιο) Koine-Griechisch ἐπώνυμον, substantiviertes Neutrum altgriechisch ἐπώνυμος.[1] Συγχρονικά αναλύεται σε επ- + -ώνυμο. siehe auch όνομα


επωφελούμαι

επωφελούμαι Koine-Griechisch ἐπωφελοῦμαι altgriechisch ἐπωφελέω / ἐπωφελῶ ((Lehnbedeutung) französisch profiter)


ερανίζομαι

ερανίζομαι altgriechisch ἐρανίζομαι


εράνισμα

εράνισμα ερανίζομαι + -μα


ερανιστής

ερανιστής altgriechisch ἐρανιστής ἐρανίζομαι ἔρανος


έρανος

έρανος (λόγιο) Koine-Griechisch ἔρανος (δημόσιες συνεισφορές) altgriechisch ἔρᾰνος


ερασιτέχνης

ερασιτέχνης ερασι- ( ἔραμαι) + -τεχνης ( τέχνη) französisch amateur Wort verwendet ab 1887


ερασιτεχνισμός

ερασιτεχνισμός ερασιτέχνης + -ισμός ((Lehnübersetzung) italienisch dilettantismo)


εραστής

εραστής altgriechisch ἐραστής ἐράω / ἐρῶ ((Lehnbedeutung) französisch amant)


εργάζομαι

εργάζομαι altgriechisch ἐργάζομαι


εργαλείο

εργαλείο altgriechisch ἐργαλεῖον


εργαλειοθήκη

εργαλειοθήκη Koine-Griechisch ἐργαλειοθήκη.[1] Συγχρονικά αναλύεται σε εργαλεί(ο) + {{πρόσφ|-ο-|-θήκη]]


εργαλειομηχανή

εργαλειομηχανή εργαλείο + -ο- + μηχανή ((Lehnübersetzung) französisch machine tool)


εργασία

εργασία altgriechisch ἐργασία


εργασιοθεραπεία

εργασιοθεραπεία εργασία + -θεραπεία


εργασιομανία

εργασιομανία εργασία + -ο- + -μανία ((Lehnübersetzung) englisch ergomania)


εργαστήρι

εργαστήρι mittelgriechisch εργαστήρι(ν) altgriechisch ἐργαστήριον


εργαστήριο

εργαστήριο altgriechisch ἐργαστήριον


εργάτης

εργάτης altgriechisch ἐργάτης


εργατιά

εργατιά εργάτης


εργατικότητα

εργατικότητα εργατικός + -ότητα


εργατισμός

εργατισμός εργάτης + -ο- + -ισμός ((Lehnübersetzung) französisch travaillisme)


εργατολόγος

εργατολόγος εργάτ(ης) + -ο- + -λόγος


εργατοτεχνίτης

εργατοτεχνίτης εργάτης + -ο- + τεχνίτης


εργατοϋπάλληλος

εργατοϋπάλληλος εργάτ(ης) + -ο- + υπάλληλος


εργένης

εργένης türkisch ergen


έργο

έργο altgriechisch ἔργον & (Lehnbedeutung) französisch oeuvre, ouvrage, travail[1]


εργογραφία

εργογραφία έργ(ο) + -γραφία


εργοδηγός

εργοδηγός έργο + οδηγός


εργοδοσία

εργοδοσία Koine-Griechisch ἐργοδοσία altgriechisch ἐργοδότης ἔργον + δίδωμι


εργοδότης

εργοδότης altgriechisch ἐργοδότης ἔργον + δότης ( δίδωμι)


εργολαβία

εργολαβία altgriechisch ἐργολαβία


εργολάβος

εργολάβος altgriechisch ἐργολάβος


εργολήπτης

εργολήπτης altgriechisch ἐργολήπτης


εργοληψία

εργοληψία εργολήπτης + -σία


εργοστασιάρχης

εργοστασιάρχης εργοστάσιο + -άρχης


εργοστάσιο

εργοστάσιο έργο + -ο- + -στάσιο altgriechisch ἔργον + ἵστημι


εργοτάξιο

εργοτάξιο έργο + τάξη + -ιο


εργόχειρο

εργόχειρο mittelgriechisch εργόχειρο Koine-Griechisch ἐργόχειρον altgriechisch ἔργον + χείρ


ερέα

ερέα Koine-Griechisch altgriechisch εἶρος (ἔριον, μαλλί)


έρεβος

έρεβος altgriechisch ἔρεβος indoeuropäisch (Wurzel) h₁régʷos (έρεβος, σκότος)


ερεθίζω

ερεθίζω altgriechisch ἐρεθίζω


ερέθισμα

ερέθισμα altgriechisch ἐρέθισμα


ερεθισμός

ερεθισμός altgriechisch ἐρεθισμός


ερεθιστικότητα

ερεθιστικότητα ερεθιστικός + -ότητα altgriechisch ἐρεθιστικός


ερείδομαι

ερείδομαι altgriechisch ἐρείδομαι


ερείπιο

ερείπιο altgriechisch ἐρείπιον ἐρείπω


ερειπιώνας

ερειπιώνας Koine-Griechisch ἐρειπιών altgriechisch ἐρείπιον ἐρείπω


ερειπώνω

ερειπώνω ερείπιο + -ώνω


ερείπωση

ερείπωση mittelgriechisch ἐρείπωσις Koine-Griechisch ἐρειπόω / ἐρειπῶ


ερεισίνωτο

ερεισίνωτο Katharevousa ἐρεισίνωτον με κατάληξη -ο της δημοτικής altgriechisch ἐρείδω (υποστηρίζω) + νῶτον (πλάτη) (νεολογισμός του 19ου αιώνα)


έρεισμα

έρεισμα altgriechisch ἔρεισμα


ερέτης

ερέτης altgriechisch ἐρέτης


έρευνα

έρευνα altgriechisch ἔρευνα


ερευνητής

ερευνητής altgriechisch ἐρευνητής


ερευνώ

ερευνώ altgriechisch ἐρευνῶ


έρημα


ερήμην

ερήμην altgriechisch ἐρήμην (δίκην), αιτιατική ενικού του ἐρήμη (Femininum von ἔρημος)


ερημητήριο

ερημητήριο Katharevousa ερημητήριον ερημίτης[1] + -τήριον ((Lehnübersetzung) französisch ermitage ermite λατινικά eremita Koine-Griechisch ἐρημίτης altgriechisch ἔρημος)


ερημία

ερημία altgriechisch ἐρημία


ερημικός

ερημικός Koine-Griechisch ἐρημικός


ερημίτης

ερημίτης Koine-Griechisch ἐρημίτης altgriechisch ἐρῆμος / ἔρημος ((Lehnübersetzung) französisch ermite)


ερημοδικία

ερημοδικία έρημος + -ο- + δίκη + -ία


ερημοδικώ

ερημοδικώ ερημοδικία + -ώ (αναδρομικός σχηματισμός)


ερημοκκλήσι

ερημοκκλήσι έρημος + -ο- + εκκλησία + -ι


ερημοκλήσι

ερημοκλήσι έρημος + -ο- + εκκλησία + -ι (το ένα -κ- προέκυψε από orthografische Vereinfachung)


ερημοκλησιά

ερημοκλησιά ερημοκλήσι + -ά (το ένα -κ- προέκυψε από orthografische Vereinfachung)


ερημονήσι

ερημονήσι ερημο- + νησ(ί) + -ι


ερημόνησο

ερημόνησο mittelgriechisch ἐρημόνησον. Συγχρονικά αναλύεται σε ερημό- + νησ(ί) + -ο


ερημόνησος


ερημοποίηση

ερημοποίηση έρημος + -ο- + -ποίηση


έρημος

έρημος altgriechisch ἔρημος


ερημοσπίτης

ερημοσπίτης έρημ(ος) + -ο- + σπίτ(ι) + -ης


ερημότοπος

ερημότοπος mittelgriechisch ἐρημότοπος. Συγχρονικά αναλύεται σε ερημό- + -τοπος


ερήμωμα

ερήμωμα ερημώνω + -μα altgriechisch ἐρημόω / ἐρημῶ ἐρῆμος


ερημώνω

ερημώνω mittelgriechisch ερημώνω altgriechisch ἐρημόω / ἐρημῶ ἐρῆμος


ερήμωση

ερήμωση Koine-Griechisch ἐρήμωσις altgriechisch ἐρημόω / ἐρημῶ ἐρῆμος


έριδα

έριδα Katharevousa έρις altgriechisch ἔρις


ερίζω

ερίζω altgriechisch ἐρίζω


ερίφης

ερίφης türkisch herif persisch حریف (harif) arabisch حريف (harīf)


ερίφι

ερίφι mittelgriechisch ερίφι(ν) Koine-Griechisch ἐρίφιον altgriechisch ἔριφος



Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback