εργάζομαι Verb  [ergazome, errazome, ergazomai]

  Verb
(93)
(1)

Etymologie zu εργάζομαι

εργάζομαι altgriechisch ἐργάζομαι


GriechischDeutsch
Το να συνεχίσω να εργάζομαι για την Ευρώπη σε μια τόσο αποφασιστική χρονική συγκυρία είναι ταυτόχρονα ένα προνόμιο και μια πολύ μεγάλη ευθύνη.In diesen entscheidenden Zeiten weiter für Europa zu arbeiten, ist ein Privileg, und eine große Verantwortung.

Übersetzung bestätigt

Θα μπορώ επίσης να βλέπω σε τι ποσό θα ανέρχεται η σύνταξή μου όταν θα σταματήσω να εργάζομαι;"Kann ich sehen, wie hoch meine Rente sein wird, wenn ich aufhöre zu arbeiten? "

Übersetzung bestätigt

Επομένως, θα συνεχίσω να εργάζομαι σε αυτή την κατεύθυνση και, όπως είχα τη χαρά να το πράξω την τελευταία φορά, θέλω να ανανεώσω την πρόσκλησή μου εδώ από την αίθουσα της Ολομέλειας να το πράξουμε από κοινού.Ich werde deshalb in dieser Richtung weiterarbeiten, und ich wiederhole meine Aufforderung an Sie, die ich bereits das letzte Mal in diesem Haus ausgesprochen habe, dass wir nämlich alle gemeinsam an diesem Ziel arbeiten müssen.

Übersetzung bestätigt

Μπορώ να διαβεβαιώσω τον αξιότιμο βουλευτή ότι συνεχίζω να εργάζομαι για την επιτυχία και όχι για την αποτυχία των συνομιλιών.Ich kann dem Abgeordneten versichern, dass ich weiter an ihrem Erfolg und nicht an ihrem Scheitern arbeiten werde.

Übersetzung bestätigt

Κύριε Πρόεδρε, όταν άρχισα να εργάζομαι για την έκθεση αυτή, το πρώτο που έκανα ήταν να επισκεφθώ το Υπουργείο Οικονομικών της χώρας μου στη Χάγη, όπου με χαρά έμαθα ότι η ολλανδική κυβέρνηση είχε υιοθετήσει μια διακυβερνητική προσέγγιση.Herr Präsident, als ich begonnen habe, an diesem Bericht zu arbeiten, habe ich zuerst die Direktion Finanzund Wirtschaftsangelegenheiten meines Landes in Den Haag besucht, wo ich erfreut war zu hören, dass die niederländische Regierung einen zur Zusammenarbeit staatlicher Stellen verfolgt.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

Grammatik zu εργάζομαι

Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
εργάζομαιεργαζόμαστε
εργάζεσαιεργάζεστε, εργαζόσαστε
εργάζεταιεργάζονται
Imper
fekt
εργαζόμουν(α)εργαζόμαστε, εργαζόμασταν
εργαζόσουν(α)εργαζόσαστε, εργαζόσασταν
εργαζόταν(ε)εργάζονταν, εργαζόντανε, εργαζόντουσαν
Aoristεργάστηκαεργαστήκαμε
εργάστηκεςεργαστήκατε
εργάστηκεεργάστηκαν, εργαστήκαν(ε)
Per
fekt
έχω εργαστείέχουμε εργαστεί
έχεις εργαστείέχετε εργαστεί
έχει εργαστείέχουν εργαστεί
Plu
per
fekt
είχα εργαστείείχαμε εργαστεί
είχες εργαστείείχατε εργαστεί
είχε εργαστείείχαν εργαστεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα εργάζομαιθα εργαζόμαστε
θα εργάζεσαιθα εργάζεστε, θα εργαζόσαστε
θα εργάζεταιθα εργάζονται
Fut
ur
θα εργαστώθα εργαστούμε
θα εργαστείςθα εργαστείτε
θα εργαστείθα εργαστούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω εργαστείθα έχουμε εργαστεί
θα έχεις εργαστείθα έχετε εργαστεί
θα έχει εργαστείθα έχουν εργαστεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να εργάζομαινα εργαζόμαστε
να εργάζεσαινα εργάζεστε, να εργαζόσαστε
να εργάζεταινα εργάζονται
Aoristνα εργαστώνα εργαστούμε
να εργαστείςνα εργαστείτε
να εργαστείνα εργαστούν(ε)
Perfνα έχω εργαστείνα έχουμε εργαστεί
να έχεις εργαστείνα έχετε εργαστεί
να έχει εργαστείνα έχουν εργαστεί
Imper
ativ
Presεργάζεστε
Aoristεργάσουεργαστείτε
Part
izip
Presεργαζόμενος
Perf
InfinAoristεργαστεί





Griechische Definition zu εργάζομαι

εργάζομαι [erγázome] .1β : (πρβ. δουλεύω) 1α. ασχολούμαι με κτ. στα πλαίσια της οργανωμένης κοινωνίας, χρησιμοποιώντας τις σωματικές και τις πνευματικές μου δυνάμεις: εργάζομαι στα χωράφια / σε εργοστάσιο / στο γραφείο. εργάζομαι πολλές ώρες / σκληρά. Tην Kυριακή οι υπάλληλοι δεν εργάζονται. εργάζομαι για κπ., προσφέρω τις υπηρεσίες μου σε κπ. β. ασχολούμαι με ένα συγκεκριμένο επάγγελμα, ασκώ ορισμένο επάγγελμα: Άνοιξε μαγαζί και εργάζεται πολύ καλά. Mόλις πήρε το πτυχίο του γιατρού, άρχισε να εργάζεται. Tελείωσε τη Nομική αλλά εργάστηκε ως δημοσιογράφος. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback