Griechische Wörter mit türkischer Etymologie

Sortieren nach

  Alphabetisch    Relevanz    Neuste

Filtern nach Etymologie

Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.

   Altgriechisch    Mittelgriechisch    Koine-Griechisch    Katharevousa-Griechisch    Lateinisch    Spanisch    Deutsch    Türkisch    Italienisch    Norwegisch    Arabisch    Albanisch    Sanskritisch    Ägyptisch    Persisch    Japanisch



φελέκι

φελέκι < türkisch felek (τύχη) < arabisch فلك (falak: τροχιά, σφαίρα, τύχη)


σιχτίρ

σιχτίρ türkisch siktir με [kt] > [xt] sikmek αρχαία türkisch sik- prototürkisch


ραβέντι

ραβέντι türkisch ravent persisch راوند (rāvand, "ρήον")


γρουσούζα

γρουσούζα γρουσούζης + -α türkisch uğursuz türkisch uğur + -suz παλαιοτουρκικά oğur / uğur prototürkisch


γρουσούζης

γρουσούζης türkisch uğursuz türkisch uğur + -suz παλαιοτουρκικά oğur / uğur prototürkisch


τάιγκα

τάιγκα ρωσική тайга γιακουτικά тайга ή türkisch taiga


τεμπέλης

τεμπέλης türkisch tembel persisch تنبل (tambal: τεμπέλης, νωθρός)


Τούρκος

Τούρκος mittelgriechisch Τοῦρκος türkisch Türk παλαιοτουρκικά ????????????????‎ (türük) *????????????????‎ (türi: ρίζα, καταγωγή, ράτσα) prototürkisch *türi- (καταγωγή)


Καραγκιόζης

Καραγκιόζης türkisch Karagöz καρα- / kara (μαύρος) + göz (μάτι)


γιαβρούμ

γιαβρούμ : türkisch yavrum > yavru (μωρό, νήπιο)


τσαχπίνης

τσαχπίνης türkisch çapkın


σαγιάκι

σαγιάκι türkisch şayak


ψηλολέλεκας

ψηλολέλεκας ψηλο- + λέλεκας λελέκι + -ας türkisch leylek prototürkisch *(j)eglek (πελαργός)


χουρμάς

χουρμάς türkisch hurma persisch خرما (xurmā)


χούι

χούι türkisch huy persisch خوى (χūy)


χουζουρλής

χουζουρλής türkisch huzurlu huzur (χουζούρι)


χουζούρι

χουζούρι türkisch huzur (ξεκούραση) + -ι arabisch حضور (ḥuḍūr)


χουζουρεύω

χουζουρεύω χουζούρ(ι) + -εύω türkisch huzur + -ούρι arabisch حضور (ḥuḍūr)


χουβαρντάς

χουβαρντάς türkisch hovarda (σπάταλος) persisch خورده (khwārdā, φαγωμένος)


χότζας

χότζας türkisch hoca persisch خواجه (khâje: διδάσκαλος)


χαφιές

χαφιές türkisch hafiye arabisch خفي (χafīyat)


χατίρι

χατίρι türkisch hatır "χάρη" arabisch خاطر (χātir)


χασίς

χασίς türkisch haşiş arabisch حَشِيش (ḥašīš, χόρτο, πόα)


χασικλής

χασικλής χασί(ς) + κ + -λής κατά το θεριακλ-ής: χασικλ- + -ής[1] türkisch haşiş arabisch حشيش (ḥašīš)


χασάπης

χασάπης türkisch kasap arabisch قصاب (qaṣṣāb) aramäisch קצבא / ܩܰܨܳܒܳܐ (qaṣṣābā)


χαρτζιλίκι

χαρτζιλίκι türkisch harçlık arabisch خرج (kharj, δαπάνη)


χαρούπι

χαρούπι türkisch harup arabisch خرّوب (χarrūb)


χαρμάνι

χαρμάνι türkisch harman persisch خرمن (xarman)


χαρμάνης

χαρμάνης türkisch harman persisch خرمن (xarman)


χαρέμι

χαρέμι türkisch harem arabisch حرم (ḥaram)


χαράτσι

χαράτσι mittelgriechisch χαράτσι türkisch haraç arabisch خراج (kharāj) συριακή altgriechisch χορηγία (αντιδάνειο)


χαράμι

χαράμι türkisch haram + -ι arabisch حرام (Harām: απαγορευμένο, η παράβαση ή το έγκλημα - ιδίως με όρους θρησκευτικούς και ηθικούς)


χάπι

χάπι türkisch hap + -ι arabisch habb حب


χάνι

χάνι türkisch han persisch خان (xân, πανδοχείο, καραβανσεράι) μέση persisch hʾn' (xān, σπίτι) (σύγχρονο خانه)


χαν

χαν türkisch han persisch خان (khan) mongolisch хаан (παλαιοτουρκικά: , kaγan)


χαμπάρι

χαμπάρι türkisch haber osmanisch türkisch خبر arabisch خبر (xábar: γνωρίζω καλά, γνώση, είδηση) ρίζα خ ب ر (ḵ-b-r)


χαμούρα

χαμούρα χάμου / χαμαί + -ούρα (ή türkisch hamur (ζυμάρι) persisch خمیر (xamir) ή lateinisch camura, Femininum von camur (λυγισμένος, καμπύλος proto-italienisch *kameros proto-indogermanisch *kh₂em-: λυγίζω, κάμπτω)


χαμάμ

χαμάμ türkisch hamam arabisch حمّام (ḥammām: ζεστό νερό, χαμάμ) ρίζα ح م م ‎(ḥ-m-m: ζεστός)


χαμαλίκι

χαμαλίκι türkisch hamallık


χαμάλης

χαμάλης türkisch hamal arabisch حمّال (hammāl)


χαλκάς

χαλκάς türkisch halka arabisch حلقة (ḥalqa/ḥalaqa) (μεταλλικός κρίκος ή δαχτυλίδι).[1]


χαλί

χαλί türkisch halı persisch قالی (qali)


χάλι

χάλι türkisch hâl arabisch حال (hāl)


χαλές

χαλές albanisch halë türkisch halâ οθωμανικά τουρκικά خلا arabisch خلاء (xalā')


χαλβάς

χαλβάς türkisch helva arabisch حلوى (ḥalwā)


χαλάλι

χαλάλι türkisch halal (ιδιωματικό) / helal arabisch حلال (halâl)


χαΐρι

χαΐρι türkisch hayιr + -ι arabisch خَيْر (khayr, αγαθοεργία, καλοσύνη)[1]


χαϊμαλί

χαϊμαλί türkisch hamaylı arabisch حمائل (hamail)


χαϊβάνι

χαϊβάνι türkisch hayvan arabisch حيوان (hayawān) ή χαβάνι von οποίο και η λέξη «άβαν» στο βορειοελλαδικό σλαβικό ιδίωμα με αποκοπή του Χι και πτώση της ελληνικής κατάληξης


χάζι

χάζι türkisch haz (απόλαυση) arabisch حظ (hazz)


χαγιάτι

χαγιάτι türkisch hayat (ζωή· πβ. αγγλικά living room) arabisch حياة (ħayāh) ρίζα ح ي و (ḥ-y-w)


χάβρα

χάβρα türkisch havra hebräisch סעודת הבראה (seudat havra'ah)


χαβούζα

χαβούζα türkisch havuz arabisch حوض (hawḍ, δεξαμενή)


χαβιάρι

χαβιάρι mittelgriechisch χαβιάρι [1] türkisch havyar osmanisch türkisch خاویار (havyar) persisch خاویار (xâvyâr) خایه‎ (xâye: αβγό) proto-indogermanisch *h₂ōwyóm (ᾠόν / αβγό)


χαβάς

χαβάς türkisch hava (αέρας, καιρός και μελωδικός σκοπός) arabisch هواء (hawaa)


χαβάνι

χαβάνι türkisch havan persisch هاون (hāvan, γουδί)


χαβαλές

χαβαλές χαβαλέ türkisch havale (μεταφορά, μετάθεση) arabisch حوالة (hawāla: ανταλλαγή, επιταγή)


χαβαλεδιάζω

χαβαλεδιάζω χαβαλές türkisch havale (μεταφορά, μετάθεση) arabisch حوالة (hawāla: ανταλλαγή, επιταγή)


χαβαλέ

χαβαλέ türkisch havale (μεταφορά, μετάθεση) arabisch حوالة (hawāla: ανταλλαγή, επιταγή)


φραντζόλα

φραντζόλα türkisch francala französisch France παλαιά γαλλικά France lateinisch Francia Francus φραγκικά *Franko πρωτογερμανικά *frankô (δόρυ, ακόντιο) indoeuropäisch (Wurzel) *prAng- ‎(στύλος, κοτσάνι)


φουφού

φουφού ίσως από παλιότερη türkisch λέξη fufu ή από παραφθορά του βενετικού fogo


φουντούκι

φουντούκι (αντιδάνειο) türkisch fındık Koine-Griechisch ποντικόν (= το προερχόμενο εκ του πόντου, το θαλασσινό) κάρυον, καρύδι


φούλι

φούλι türkisch fulya arabisch 1. فل (full: αραβικό γιασεμί), 2. فول (fūl, κουκί)


φουκαράς

φουκαράς türkisch fukara arabisch فقراء (fuḳara), Mehrzahl von فقير (faḳīr: φακίρης, με άλλη έννοια στα ελληνικά)


φλιτζάνι

φλιτζάνι türkisch filcan (διάλεκτος), fincan (/finˈʤan/) με μετάθεση του [i] και [l] arabisch فنجان (finjān) persisch پنگان (pengān)[1] (συγGenitivς του αρχαιοελληνικού πίναξ).


φιτίλι

φιτίλι mittelgriechisch φιτίλιν türkisch fitil arabisch فتيل (fatīl)


φιστίκι

φιστίκι türkisch fıstık osmanisch türkisch فستق (fıstık) arabisch فستق (fustuq) ή persisch فستق (fostoq, fostaq)


φισεκλίκι

φισεκλίκι türkisch fişeklik, fişek (φισέκι) + -lik φυσίγγη φῦσιγξ


φισέκι

φισέκι türkisch fişek [1] persisch فشنگ (fešang) Koine-Griechisch φυσίγγιον [2], υποκοριστικό του φῦσιγξ (αντιδάνειο)


φιρμάνι

φιρμάνι türkisch ferman persisch فرمان (farmân, διάταγμα)


φιντάνι

φιντάνι türkisch fidan altgriechisch φυτόν[1] (αντιδάνειο)


φίλντισι

φίλντισι türkisch fildişi fil (ελέφαντας) + diş (δόντι) + -i (κτητική κατάληξη)


φέσι

φέσι türkisch fes persisch فينه [1]


φερετζές

φερετζές türkisch ferace


φαρφουρί

φαρφουρί türkisch fağfur osmanisch türkisch فغفور‎ (fağfûr) persisch فغفور (fagh-foor) απ' όπου فغفوری‎ (fağfuri, κινεζική πορσελάνη) σογδιανή βγpwr[1] παλαιά ιρανική *baga-puθra- (υιός του θεού), πιθανό Lehnübersetzung του κινεζικού 天子 (tiānzǐμ ο γιος του ουρανού), τίτλου των αυτοκρατόρων της Κίνας Ή κατ' άλλη άποψη, πιθανό αντιδάνειο türkisch firfiri (ανοιχτό κόκκινο), ίσως arabisch προέλευσης [δείτε και τουρκικά firfir (πλουμίδι, φραμπαλάς)] altgriechisch πορφύρα[2][3]


φαρσί

φαρσί türkisch farsi persisch فارسی (fârsi)


φαράσι

φαράσι türkisch faraş


φάκα

φάκα türkisch fak arabisch فخ (fak)


τσόχα

τσόχα türkisch çuha persisch چوخا (chukha, μάλλινο ένδυμα)


τσουτσέκι

τσουτσέκι türkisch çiçek (λουλούδι, (μεταφορικά) κατεργάρης) + -ι


τσουρέκι

τσουρέκι türkisch çörek çevrek (στρογγυλός, κυκλικός)


τσουράπι

τσουράπι türkisch çorap arabisch جورب (cūrāb, κάλτσα)


τσουπ

τσουπ türkisch çup


τσουλούφι

τσουλούφι türkisch zülüf persisch زلف (zulf)


τσουβάλι

τσουβάλι türkisch çuval persisch جوال (cuwāl)


τσότρα

τσότρα türkisch çotra


τσορβάς

τσορβάς türkisch çorba persisch شوربا (shōrbā: χυλός, χορτόσουπα, σούπα)


τσοπάνης

τσοπάνης türkisch çoban persisch شبان (çubān)


τσολιάς

τσολιάς τσόλι + -ιάς türkisch çul


τσογλάνι

τσογλάνι türkisch iç oğlanı


τσιφτετέλι

τσιφτετέλι türkisch çiftetelli çift (ζευγάρι) ( persisch جفت‏ (joft: ζευγάρι)) + telli ( tel + li οθωμανικά τουρκικά تل‏ (tel: νήμα) αρμενική թել (tʿel: νήμα) παλαιά αρμενική թել (tʿel: νήμα))


τσιφούτης

τσιφούτης türkisch çıfıt (απατεώνας, εκμεταλλευτής) Çıfıt (Εβραίος)


τσιφλίκι

τσιφλίκι türkisch çiflik çiftlik (αγρόκτημα, φάρμα) çift (ζευγάρι) persisch جفت‏ (joft: ζευγάρι)


τσίτι

τσίτι türkisch çit persisch چیت (chīt) χίντι छींट (chhint) sanskritisch चित्र (citra, φωτεινός)


τσιράκι

τσιράκι türkisch çırak osmanisch türkisch چراغ (çerâg, çirâg) persisch چراغ (čerâğ, čarâğ)


τσίπουρο

τσίπουρο mittelgriechisch τσίπουρον τουρκοταταρική sepre ή türkisch cibre· έχει προταθεί altgriechisch σίκερα εβραϊκά šēkār


τσιμπούσι

τσιμπούσι türkisch çümbüş [1] persisch جنبش (cunbīş)


τσιμπούκι

τσιμπούκι türkisch çubuk


τσικρίκι

τσικρίκι türkisch çıkrık persisch چرخک (charkhak, τροχαλία)


τσιγκέλι

τσιγκέλι türkisch çengel persisch چنگال (çangal)



Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback