Unser Wörterbuch



Mit dem Online-Wörterbuch von Greeklex.net findest du ganz einfach Übersetzung vom Griechischen ins Deutsche. Unsere Datenbank umfasst derzeit 84000 griechische Wörter und über 25000 Griechisch Deutsch Übersetzungen. Dazu findest du zu jedem Wort weiterführende Informationen wie Beispielsätze, Synonyme und grammatikalische Hinweise. Benutzer können unser Wörterbuch jederzeit auch mit eigenen Einträgen ergänzen. Dank der schnellen und einfachen Suche, eignet sich das Wörterbuch besonders für unterwegs oder für den Urlaub. Unser Griechisch Deutsch Wörterbuch ist besonders geeignet für Griechisch-Anfänger und Griechisch-Lernende, da es eine Suche nach griechischen Wörtern auch ohne orthographische Kenntnisse ermöglicht. Unser Wörterbuch wird regelmäßig erweitern und überarbeitet.

Sortieren nach

  Alphabetisch    Relevanz    Neuste

Filtern nach Etymologie

Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.

   Altgriechisch    Mittelgriechisch    Koine-Griechisch    Katharevousa-Griechisch    Lateinisch    Spanisch    Deutsch    Türkisch    Italienisch    Norwegisch    Arabisch    Albanisch    Sanskritisch    Ägyptisch    Persisch    Japanisch



αναλυτής

αναλυτής αναλύω για να αποδοθεί το γαλλικό analyseur


αναλυτικά

αναλυτικά αναλυτικός


αναλυτική


αναλυτικός

αναλυτικός altgriechisch ἀναλυτικός ἀναλύω


αναλυτικότητα

αναλυτικότητα αναλυτικός + -ότητα


αναλύω

αναλύω altgriechisch ἀναλύω


αναλφαβητισμός

αναλφαβητισμός französisch analphabétisme


αναλώνω

αναλώνω altgriechisch ἀναλόω ἀναλίσκω


ανάλωση

ανάλωση altgriechisch ἀνάλωσις ἀναλίσκω / ἀναλόω / ἀναλῶ ((Lehnbedeutung) französisch consommation)


αναλώσιμος

αναλώσιμος αναλώνω


ανάμα

ανάμα altgriechisch νᾶμα


αναμάρτητος

αναμάρτητος altgriechisch επίθετο ἀναμάρτητος


αναμάσημα

αναμάσημα αναμασώ


αναμασώ

αναμασώ ανά + μασώ


αναμειγνύω

αναμειγνύω altgriechisch ἀναμείγνυμι


ανάμειξη

ανάμειξη spätgriechisch ἀνάμειξις (ή ἀνάμιξις)


αναμελιά

αναμελιά ανέμελος


αναμεμειγμένος

αναμεμειγμένος Passiv Perfekt von αναμιγνύω και αναμειγνύω


αναμενόμενος

αναμενόμενος μετοχή παθητικού ενεστώτα του ρήματος αναμένω, (απόδοση) englisch expected [1]. Πρόθημα ανα-


αναμένω

αναμένω (λόγιο) altgriechisch ἀναμένω [1]


ανάμεσα

ανάμεσα mittelgriechisch ἀνάμεσα ἀνάμεσον altgriechisch ἀνάμεσος ἀνά + μέσος


αναμεσής

αναμεσής ανάμεσα + -ής


ανάμεσο

ανάμεσο mittelgriechisch ἀνάμεσον altgriechisch ἀνάμεσος ἀνά + μέσος


αναμεταδίδω

αναμεταδίδω ανα- + μεταδίδω mittelgriechisch μεταδίδω altgriechisch μεταδίδωμι μετά + δίδωμι ((Lehnübersetzung) französisch retransmettre)


αναμετάδοση

αναμετάδοση αναμεταδίδω + -ση ((Lehnübersetzung) französisch retransmission)


αναμεταδότης

αναμεταδότης αναμεταδίδω + -της ((Lehnübersetzung) französisch retransmetteur)


αναμεταξύ

αναμεταξύ ἀναμεταξύ in Katharevousa και mittelgriechisch και Koine-Griechisch altgriechisch ἀνά και μεταξύ (μετά + ξύν)


αναμέτρηση

αναμέτρηση αναμετρώ ανά + μετρέω


αναμετρώ

αναμετρώ altgriechisch ἀναμετρέω (ξαναμετράω, ξαναγυρίζω απρόθυμα κάπου)


αναμηρυκάζω

αναμηρυκάζω ανα- + μηρυκάζω (πρβ. Koine-Griechisch ἀναμηρυκάομαι / ἀναμηρυκῶμαι)


αναμηρυκασμός

αναμηρυκασμός αναμηρυκάζω + -μός


αναμιγνύω


ανάμικτα


ανάμιξη

ανάμιξη spätgriechisch ἀνάμιξις ( ή ἀνάμειξις)


αναμισθώνω

αναμισθώνω ανα- + μισθώνω


άναμμα

άναμμα Koine-Griechisch ἄναμμα altgriechisch ἀνάπτω ἅπτω indoeuropäisch (Wurzel) *ap- (αγγίζω)


ανάμνηση

ανάμνηση altgriechisch ἀνάμνησις


αναμνηστικό


αναμονή

αναμονή mittelgriechisch ἀναμονή ἀναμένω


αναμορφώνω

αναμορφώνω spätgriechisch ἀναμορφόω-ἀναμορφῶ


αναμόρφωση

αναμόρφωση αναμορφώνω


αναμορφωτήριο

αναμορφωτήριο (σύνδεσμος) ανα- + μορφώνω


αναμορφωτής

αναμορφωτής αναμορφώνω


αναμόχλευση

αναμόχλευση Koine-Griechisch ἀναμόχλευσις ἀναμοχλεύω ἀνά + μοχλός


αναμοχλεύω

αναμοχλεύω altgriechisch ἀναμοχλεύω ἀνά +μοχλός


ανάμπαιγμα

ανάμπαιγμα αναμπαίζω mittelgriechisch ἀναμπαίζω και ἀνεμπαίζω altgriechisch ἀνά και ἐμπαίζω


αναμπαίζω

αναμπαίζω mittelgriechisch ἀναμπαίζω και ἀνεμπαίζω altgriechisch ἀνά και ἐμπαίζω


αναμπουμπούλα

αναμπουμπούλα Etymologie fehlt


αναμφίβολα

αναμφίβολα αναμφίβολος


αναμφίβολος

αναμφίβολος αν- στερητικό + αμφίβολος


αναμφιβόλως

αναμφιβόλως altgriechisch ἀναμφιβόλως


αναμφισβήτητα

αναμφισβήτητα Etymologie fehlt


ανανάς

ανανάς τούπι nanas (καλό φρούτο)


ανανδρία

ανανδρία altgriechisch ἀνανδρία ἄνανδρος (που δεν ταιριάζει σε άντρα)


άνανδρος

άνανδρος Etymologie fehlt


ανανεώνω

ανανεώνω altgriechisch ἀνανεόω-ἀνανεῶ


ανανέωση

ανανέωση altgriechisch ἀνανέωσις


μουνόδουλος

μουνόδουλος μουνί + -ο- + δούλος


ανάνηψη

ανάνηψη spätgriechisch ἀνάνηψις altgriechisch ἀνανήφω


αναντικατάστατα


αναντικατάστατο


αναντίλεκτα


αναντίρρητα

αναντίρρητα αναντίρρητος


αναντιστοιχία

οι πράξεις του βρίσκονται σε αναντιστοιχία με τα έργα του


αναντρανίζω

αναντρανίζω α + τρανός = μεγάλος


άναξ

άναξ altgriechisch ἄναξ


αναξέω

αναξέω Koine-Griechisch ἀναξέω


ανάξια

ανάξια ανάξιος


αναξιοπάθεια

αναξιοπάθεια αναξίως + παθαίνω


αναξιοπιστία

Κύριε πρόεδρε, η μάρτυρας άλλαξε τρεις φορές την κατάθεσή της κατά την προανάκριση, είναι πλέον τεκμηριωμένη η αναξιοπιστία της και η μαρτυρία της θα πρέπει να μη ληφθεί υπόψη


αναξιοπρέπεια

αναξιοπρέπεια αν- στερητικό + αξιοπρέπεια


αναξιοπρεπώς

αναξιοπρεπώς άναξιοπρεπῶς in Katharevousa


ανάξιος

ανάξιος altgriechisch ἀνάξιος


αναξιοσύνη

αναξιοσύνη α στερητικό και αξιοσύνη


αναξιότητα

αναξιότητα άναξιότης in Katharevousa άνάξιος


αναπαημός

αναπαημός αναπαύω


ανάπαιστος

ανάπαιστος altgriechisch ἀνάπαιστος ἀναπαίω


αναπαλαιώνω

αναπαλαιώνω αναπαλαίωση + -ώνω (αναδρομικός σχηματισμός)


αναπαλαίωση

αναπαλαίωση Katharevousa ἀναπαλαίω(σις) + -ση (αναδρομικός σχηματισμός) αναπαλαιώνω[1]. Συγχρονικά αναλύεται σε ανα-, altgriechisch ἀνά + παλαίωσις παλαιόω παλαιός


αναπαλλοτρίωτα


αναπαλμός

αναπαλμός ανά + παλμός


αναπαμός

αναπαμός ανά (πλήρως, παντού) + παύω + κατάληξη -μος


αναπάντεχα

αναπάντεχα αναπάντεχος α- στερητικό + απαντέχω


αναπαράγω

αναπαράγω Katharevousa ἀναπαράγω ἀνα + παράγω (Lehnübersetzung) französisch reproduire


αναπαραγωγή

αναπαραγωγή Etymologie fehlt


αναπαραδιά

αναπαραδιά αν (στερητικό) + παράς para (χρήμα στα τουρκικά)


αναπαράσταση

αναπαράσταση ἀναπαράστασις in Katharevousa


αναπαραστατικός

αναπαραστατικός αναπαράσταση + -τικός


αναπαριστάνω

αναπαριστάνω αναπαριστώ


αναπαριστώ

αναπαριστώ ἀναπαριστῶ και ἀναπαριστάνω, η πρώτη λόγια λέξη της Katharevousaς von ἀνά και το παρίστημι um das französische wiederzugeben représenter, η δεύτερη πάλι λόγια λέξη von ἀνά και τη mittelgriechisch παριστάνω και παρασταίνω ( παρίστημι)


ανάπαυλα

ανάπαυλα altgriechisch ἀνάπαυλα


αναπαύομαι

αναπαύομαι Passiv von αναπαύω ανά + παύω


ανάπαυση

ανάπαυση (λόγιο) altgriechisch ἀνάπαυσις ἀναπαύω


αναπαυτήριο

αναπαυτήριο vonυ Maskulinum von αρχαιοελληνικού επιθέτου ἀναπαυτήριος


αναπαυτικά


αναπαυτικός

αναπαυτικός Koine-Griechisch ἀναπαυτικός


αναπαύω

αναπαύω altgriechisch ἀναπαύω ἀνά + παύω


ανάπαψη

ανάπαψη ανάπαυση


αναπέμπω

αναπέμπω Koine-Griechisch ἀναπέμπω altgriechisch ἀνά + πέμπω


αναπήδημα

αναπήδημα altgriechisch ἀναπήδησις



Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback