Griechische Wörter mit Koine-Griechischer Etymologie

Sortieren nach

  Alphabetisch    Relevanz    Neuste

Filtern nach Etymologie

Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.

   Altgriechisch    Mittelgriechisch    Koine-Griechisch    Katharevousa-Griechisch    Lateinisch    Spanisch    Deutsch    Türkisch    Italienisch    Norwegisch    Arabisch    Albanisch    Sanskritisch    Ägyptisch    Persisch    Japanisch



απομένω

απομένω Koine-Griechisch ἀπομένω ἀπό + altgriechisch μένω


απομνημόνευμα

απομνημόνευμα Koine-Griechisch ἀπομνημόνευμα (Lehnbedeutung) französisch mémoires)


απομυζώ

απομυζώ Koine-Griechisch ἀπομυζάω / ἀπομυζῶ ἀπό + altgriechisch μυζάω / μυζέω / μυζῶ ((μεταφορικά) (Lehnbedeutung) französisch sucer)


απομωραίνω

απομωραίνω mittelgriechisch απομωραίνω Koine-Griechisch ἀπομωραίνομαι


απονευρώνω

απονευρώνω Koine-Griechisch ἀπονευρόομαι / ἀπονευροῦμαι ἀπό + altgriechisch νεῦρον


απονομή

απονομή Koine-Griechisch ἀπονομή altgriechisch ἀπονέμω ἀπό + νέμω ((Lehnbedeutung) französisch distribution)


απονυχτερεύω

απονυχτερεύω Koine-Griechisch ἀπονυκτερεύω


αποξενώνω

αποξενώνω mittelgriechisch αποξενώνω Koine-Griechisch ἀποξενόω / ἀποξενῶ ἀπό + altgriechisch ξένος ((Lehnbedeutung) französisch aliéner)


αποξεστήρας

αποξεστήρας αποξέω + -τήρας Koine-Griechisch ἀποξέω ἀπό + altgriechisch ξέω


αποξέστης

αποξέστης αποξέω + -της Koine-Griechisch ἀποξέω ἀπό + altgriechisch ξέω


αποξέω

αποξέω Koine-Griechisch ἀποξέω ἀπό + altgriechisch ξέω


απόξυσμα

απόξυσμα mittelgriechisch απόξυσμα Koine-Griechisch ἀποξύω


αποπάτηση

αποπάτηση Koine-Griechisch ἀποπάτησις


αποπερατώνω

αποπερατώνω Koine-Griechisch ἀποπερατόω / ἀποπερατῶ ἀπό + altgriechisch περατόω / περατῶ πέρας


αποπεράτωση

αποπεράτωση Koine-Griechisch ἀποπεράτωσις ἀποπερατόω / ἀποπερατῶ


αποπλάνηση

αποπλάνηση Koine-Griechisch ἀποπλάνησις ((Lehnbedeutung) französisch détournement)


αποπληρώνω

αποπληρώνω Koine-Griechisch ἀποπληρόω, -ῶ


απόπλυμα

απόπλυμα Koine-Griechisch ἀπόπλυμα


απόπνοια

απόπνοια Koine-Griechisch ἀπόπνοια altgriechisch ἀποπνέω ἀπό + πνέω


αποποίηση

αποποίηση Koine-Griechisch ἀποποίησις


αποποιούμαι

αποποιούμαι Koine-Griechisch ἀποποιέομαι / ἀποποιοῦμαι altgriechisch ποιέομαι / ποιοῦμαι, Passiv von ποιέω / ποιῶ


αποσαρώνω

αποσαρώνω απο- + σαρώνω Koine-Griechisch σαρόω / σαρῶ altgriechisch σαίρω


αποσαφηνίζω

αποσαφηνίζω Koine-Griechisch ἀποσαφηνίζω altgriechisch ἀποσαφέω / ἀποσαφῶ


αποσβολώνω

αποσβολώνω Koine-Griechisch ἀπασβολοῦμαι


αποσιώπηση

αποσιώπηση Koine-Griechisch ἀποσιώπησις ἀποσιωπάω / ἀποσιωπῶ ἀπό + altgriechisch σιωπάω / σιωπῶ σιωπή


αποσιωπώ

αποσιωπώ Koine-Griechisch ἀποσιωπάω / ἀποσιωπῶ ἀπό + altgriechisch σιωπάω / σιωπῶ σιωπή


αποσκευή

αποσκευή Koine-Griechisch ἀποσκευή


αποσκιρτώ

αποσκιρτώ Koine-Griechisch ἀποσκιρτῶ


αποσκορακισμός

αποσκορακισμός Koine-Griechisch ἀποσκορακισμός ἀποσκορακίζω ἀπό + ἐς κόρακας altgriechisch κόραξ


αποσόβηση

αποσόβηση Koine-Griechisch ἀποσόβησις ἀποσοβέω-ῶ


απόσταγμα

απόσταγμα Koine-Griechisch ἀπόσταγμα ((Lehnbedeutung) französisch distillat)


απόσταξη

απόσταξη Koine-Griechisch ἀπόσταξις altgriechisch ἀποστάζω ἀπό + στάζω


αποστάτης

αποστάτης Koine-Griechisch αποστάτης


αποστειρώνω

αποστειρώνω Koine-Griechisch ἀποστειρόω / ἀποστειρῶ ἀπό + στειρόω / στειρῶ altgriechisch στεῖρος ((Lehnbedeutung) französisch stériliser)


αποστείρωση

αποστείρωση mittelgriechisch αποστείρωσις Koine-Griechisch ἀποστειρόω / ἀποστειρῶ ἀπό + στειρόω / στειρῶ altgriechisch στεῖρος (2. (Lehnbedeutung) englisch sterilization)


αποστηθίζω

αποστηθίζω Koine-Griechisch ἀποστηθίζω ἀπό στήθους altgriechisch στῆθος


αποστολικός

αποστολικός Koine-Griechisch ἀποστολικός ἀπόστολος (απόστολος altgriechisch ἀπόστολος (πρεσβευτής ἀποστέλλω ἀπό + στέλλω ((Lehnbedeutung) französisch apôtre)


αποστομώνω

αποστομώνω Koine-Griechisch ἀποστομόω / ἀποστομῶ


αποστραγγίζω

αποστραγγίζω Koine-Griechisch ἀποστραγγίζομαι ἀπό + στραγγίζω στράγξ ((Lehnbedeutung) französisch égoutter)


αποστρατεύω

αποστρατεύω Koine-Griechisch ἀποστρατεύομαι ἀπό + altgriechisch στρατεύω στρατός


απόστροφος

απόστροφος Koine-Griechisch ἀπόστροφος, substantiviertes Femininum des altgriechischen επιθέτου ἀπόστροφος (στραμμένος σε άλλη μεριά) ἀπό (από-) + -στροφος. Το αρσενικό, προσαρμοσμένος τύπος της δημοτικής. [1]


αποσυνάγωγος

αποσυνάγωγος Koine-Griechisch ἀποσυνάγωγος συναγωγή


αποσχηματίζω

αποσχηματίζω Koine-Griechisch ἀποσχηματίζω


αποταμίευση

αποταμίευση Katharevousa αποταμίευσις αποταμιεύω + -σις Koine-Griechisch ἀποταμιεύομαι altgriechisch ταμιεύω ταμιεῖον ταμίας


αποταμιεύω

αποταμιεύω Koine-Griechisch ἀποταμιεύω / ἀποταμιεύομαι ἀπό + altgriechisch ταμιεύω ταμίας τέμνω proto-indogermanisch *tm̥-n-h₂- *temh₂- ‎(κόβω)


αποτέφρωση

αποτέφρωση αποτεφρώνω + -ση Koine-Griechisch ἀποτεφρόω / ἀποτεφρῶ ἀπό altgriechisch τέφρα


αποτίμηση

αποτίμηση Koine-Griechisch ἀποτίμησις altgriechisch ἀποτιμάω ἀπό + τιμάω


απότιση

απότιση Koine-Griechisch ἀπότισις / ἀπότεισις altgriechisch ἀποτίνω ἀπό + τίνω (με επιρροή και του ρήματος τίω)


απότιστος

απότιστος Koine-Griechisch ἀπότιστος


αποτιτάνωση

αποτιτάνωση αποτιτάνωσις (Katharevousa) από + Koine-Griechisch τιτανοῦμαι


απότμημα

απότμημα Koine-Griechisch ἀπότμημα altgriechisch ἀποτέμνω ἀπό + τέμνω


αποτριχώνω

αποτριχώνω αποτρίχωση + -ώνω (αναδρομικός σχηματισμός) mittelgriechisch αποτρίχωσις αποτρίχω Koine-Griechisch ἀπότριχος ἀπό + altgriechisch θρίξ


αποτρίχωση

αποτρίχωση mittelgriechisch αποτρίχωσις αποτρίχω Koine-Griechisch ἀπότριχος ἀπό + altgriechisch θρίξ ((Lehnübersetzung) französisch épilation)


αποτροπιάζω

αποτροπιάζω Koine-Griechisch ἀποτροπιάζω


αποτροπιασμός

αποτροπιασμός Koine-Griechisch ἀποτροπιασμός (που σήμαινε: τελετή για την αποτροπή του κακού) (Lehnbedeutung) französisch exécration


αποτρυγώ

αποτρυγώ Koine-Griechisch ἀποτρυγάω / ἀποτρυγῶ ἀπό + altgriechisch τρυγάω / τρυγῶ τρύγη


αποτυμπανισμός

αποτυμπανισμός Koine-Griechisch ἀποτυμπανισμός


αποτυπώνω

αποτυπώνω Koine-Griechisch ἀποτυπόω / ἀποτυπῶ


αποτύπωση

αποτύπωση Koine-Griechisch ἀποτύπωσις


αποφασίζω

αποφασίζω mittelgriechisch αποφασίζω Koine-Griechisch ἀπόφασις altgriechisch ἀποφαίνω ἀπό + φαίνω


αποφοίτηση

αποφοίτηση Koine-Griechisch ἀποφοίτησις altgriechisch ἀποφοιτῶ ἀπό + φοιτῶ


αποφορά

αποφορά Koine-Griechisch ἀποφορά (παρόμοια σημασία) altgriechisch ἀποφορά


αποφορτίζω

αποφορτίζω Koine-Griechisch ἀποφορτίζω (1.(Lehnbedeutung) französisch décharger)


αποφουρνίζω

αποφουρνίζω από + φουρνίζω φούρνος Koine-Griechisch φοῦρνος lateinisch furnus indoeuropäisch (Wurzel) *gwher


αποφούρνισμα

αποφούρνισμα αποφουρνίζω + -μα φούρνος Koine-Griechisch φοῦρνος lateinisch furnus indoeuropäisch (Wurzel) *gwher


αποφώνηση

αποφώνηση Koine-Griechisch ἀποφωνέω / ἀποφωνῶ + -ση


αποχαιρετίζω

αποχαιρετίζω Koine-Griechisch ἀποχαιρετίζω ἀπό + χαιρετίζω χαῖρε, β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα του ρήματος χαίρω proto-griechisch *kʰəřřō indoeuropäisch (Wurzel) *ǵʰer- (λαχταρώ, ποθώ)


αποχαιρετώ

αποχαιρετώ mittelgriechisch αποχαιρετώ Koine-Griechisch ἀποχαιρετίζω ἀπό + χαιρετίζω χαῖρε, β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα του ρήματος χαίρω proto-griechisch *kʰəřřō indoeuropäisch (Wurzel) *ǵʰer- (λαχταρώ, ποθώ)


αποχέτευση

αποχέτευση (λόγιο) Koine-Griechisch ἀποχέτευ(σις) + -ση altgriechisch ἀποχετεύω ὀχετός ὄχος / ὀχέω ἔχω


αποχή

αποχή Koine-Griechisch ἀποχή altgriechisch ἀπέχω ἀπό + ἔχω (1.(Lehnbedeutung) französisch abstention)


απόχρωση

απόχρωση Koine-Griechisch ἀπόχρωσις ἀποχρώννυμι ἀπό + χρώννυμι / χρωννύω altgriechisch χρῴζω indoeuropäisch (Wurzel) *gʰrēw- ‎(αλέθω, τρίβω) *gʰer- (τρίβω) ‎((Lehnbedeutung) französisch coloration)


απόχυμα

απόχυμα Koine-Griechisch ἀπόχυμα


απόψε

απόψε mittelgriechisch απόψε Koine-Griechisch ἀποψέ ἀπ’ ὀψέ


αποψίλωση

αποψίλωση Koine-Griechisch ἀποψίλωσις altgriechisch ἀποψιλόω/ἀποψιλῶ ἀπό + ψιλός


άπραγος

άπραγος Koine-Griechisch ἄπραγος


Απριλομάης

Απριλομάης Απρίλης ( lateinisch aprilis ετρουσκικά Apru αρχαία ελληνικά Ἀφρώ Ἀφροδίτη (αντιδάνειο)) + -ο- + Μάης ( Μάιος Koine-Griechisch Μάιος lateinisch Maius Maia altgriechisch Μαῖα (αντιδάνειο) μαῖα proto-indogermanisch *méh₂tēr)


απρόκοπος

απρόκοπος (Katharevousa) και mittelgriechisch ἀπρόκοπος Koine-Griechisch ἀπρόκοπος α στερητικό και προκόπτω (προχωρώ, προοδεύω)


απρόκοφτος

απρόκοφτος Koine-Griechisch άπρόκοπος


απρονοησία

απρονοησία Koine-Griechisch ἀπρονοησία altgriechisch ἀπρονόητος προνοέω πρό + νοέω


απρόσκοπτος

απρόσκοπτος Koine-Griechisch ἀπρόσκοπτος (που δε συναντά εμπόδια) α- στερητικό + προσκόπτω (σκοντάφτω)


απροσωπόληπτος

απροσωπόληπτος Koine-Griechisch ἀπροσωπόληπτος ἀ- + προσωπολήπτης altgriechisch πρόσωπον + λαμβάνω


αραβίδα

αραβίδα Katharevousa αραβίς Αραβίς Άραβας Koine-Griechisch Ἄραψ


αργαλειό

αργαλειό Koine-Griechisch ἀργαλεῖον altgriechisch ἐργαλεῖον ἔργον


αργαλειός

αργαλειός αργαλειό Koine-Griechisch ἀργαλεῖον altgriechisch ἐργαλεῖον ἔργον


αργάτης

αργάτης mittelgriechisch Koine-Griechisch ἐργάτης


αργυραμοιβός

αργυραμοιβός Koine-Griechisch ἀργυραμοιβός


αργυρολογία

αργυρολογία Koine-Griechisch ἀργυρολογία altgriechisch ἀργυρολόγος ἀργυρός + λέγω


αργυροχόος

αργυροχόος Koine-Griechisch ἀργυροχόος ἄργυρος + χέω


αρέσκεια

αρέσκεια Koine-Griechisch ἀρέσκεια ἀρεσκεύομαι ἀρέσκω


άρθρωση

άρθρωση Koine-Griechisch ἄρθρωσις altgriechisch ἄρθρον ἀραρίσκω (συνενώνω, συνάπτω)


αριστερόχειρας

αριστερόχειρας Koine-Griechisch ἀριστερόχειρ


αριστεροχειρία

αριστεροχειρία Koine-Griechisch ἀριστερόχειρ


άρκευθος

άρκευθος Koine-Griechisch ἄρκευθος


αρματοδρομία

αρματοδρομία (λόγιο) Koine-Griechisch ἁρματοδρομία. Συγχρονικά αναλύεται σε άρματ(ος) + -ο- + -δρομία


άρπαγμα

άρπαγμα Koine-Griechisch ἅρπαγμα altgriechisch ἁρπάζω


αρπακτικός

αρπακτικός Koine-Griechisch ἁρπακτικός


αρραβωνιάζω

αρραβωνιάζω mittelgriechisch Koine-Griechisch ἀρραβωνίζω altgriechisch ἀρραβών


αρσενοκοίτης

αρσενοκοίτης Koine-Griechisch ἀρσενοκοίτης ἄρσην + κοίτη


αρτεμισία

αρτεμισία Koine-Griechisch ἀρτεμισία altgriechisch Ἀρτεμισία Ἄρτεμις


αρχάγγελος

αρχάγγελος Koine-Griechisch ἀρχάγγελος altgriechisch ἄρχω + ἄγγελος. Συγχρονικά αναλύεται σε αρχ- + άγγελος



Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback