Griechische Wörter mit Koine-Griechischer Etymologie

Sortieren nach

  Alphabetisch    Relevanz    Neuste

Filtern nach Etymologie

Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.

   Altgriechisch    Mittelgriechisch    Koine-Griechisch    Katharevousa-Griechisch    Lateinisch    Spanisch    Deutsch    Türkisch    Italienisch    Norwegisch    Arabisch    Albanisch    Sanskritisch    Ägyptisch    Persisch    Japanisch



επιτηρώ

επιτηρώ (λόγιο) Koine-Griechisch ἐπιτηρῶ, συνηρημένου τύπου του ἐπιτηρέω Συγχρονικά αναλύεται σε επι- + τηρώ


επιτηρητής

επιτηρητής (λόγιο) Koine-Griechisch ἐπιτηρητής (επιστάτης φόρων)[1].


επίτευξη

επίτευξη Koine-Griechisch ἐπίτευξις ("επιτυχία στόχου"). Μορφολογικά, ἐπί + τεῦξις


επίταξη

επίταξη Koine-Griechisch ἐπίταξις altgriechisch ἐπίταξις ἐπιτάσσω ἐπί + τάσσω ((Lehnbedeutung) γαλλικά requisition)


επιταγή

επιταγή Koine-Griechisch ἐπιταγή altgriechisch ἐπιτάσσω ἐπί + τάσσω (2.(Lehnbedeutung) französisch mandat)


επισφραγίζω

επισφραγίζω Koine-Griechisch ἐπισφραγίζω


επιστύλιο

επιστύλιο Koine-Griechisch ἐπιστύλιον ἐπί + στῦλος


επιστόμιο

επιστόμιο Koine-Griechisch ἐπιστόμιον


επιστολογράφος

επιστολογράφος Koine-Griechisch ἐπιστολογράφος. Συγχρονικά αναλύεται σε επιστολ(ή) + -ο- + -γράφος


επιστημοσύνη

επιστημοσύνη Koine-Griechisch ἐπιστημοσύνη ("ικανότητα")[1] ἐπιστήμη + -οσύνη


επιστήθιος

επιστήθιος Koine-Griechisch ἐπιστήθιος ἐπί + στῆθος


επισκοπή

επισκοπή Koine-Griechisch ἐπισκοπή


επισκοπεία

επισκοπεία Koine-Griechisch ἐπισκοπεία


επισκίαση

επισκίαση Koine-Griechisch ἐπισκίασις ((Lehnbedeutung) englisch overshadowing)


επισημότητα

επισημότητα Koine-Griechisch ἐπισημότης


επιρρεπής

επιρρεπής Koine-Griechisch ἐπιρρεπής altgriechisch ἐπιρρέπω ἐπι- + ῤέπω


επίπτωση

επίπτωση Koine-Griechisch ἐπίπτωσις altgriechisch ἐπιπίπτω ἐπί + πίπτω ((Lehnbedeutung) französisch incidence)


επιπλοκή

επιπλοκή Koine-Griechisch ἐπιπλοκή altgriechisch ἐπιπλέκω ἐπί + πλέκω ((Lehnübersetzung) französisch complication)


επίπλαστος

επίπλαστος Koine-Griechisch ἐπίπλαστος ἐπί + altgriechisch πλαστός πλάθω


επίπαγος

επίπαγος (λόγιο) Koine-Griechisch ἐπίπαγος (πετρωμένη κρούστα) ἐπί + πάγος θέμα πᾱγ- του ρήματος πήγνυμι


επινοητής

επινοητής Koine-Griechisch ἐπινοητής


επινόηση

επινόηση Koine-Griechisch ἐπινόησις altgriechisch ἐπινοέω / ἐπινοῶ


επίμονος

επίμονος Koine-Griechisch ἐπίμονος altgriechisch ἐπιμένω ἐπί + μένω


επιμηκύνω

επιμηκύνω Koine-Griechisch ἐπιμηκύνω


επιμερισμός

επιμερισμός Koine-Griechisch ἐπιμερισμός


επιμερίζω

επιμερίζω Koine-Griechisch ἐπιμερίζω ἐπί + altgriechisch μερίζω μέρος


επιμελητεία

επιμελητεία Koine-Griechisch ἐπιμελητεία ((Lehnbedeutung) französisch intendance)


επιλογή

επιλογή Koine-Griechisch ἐπιλογή


επιλαρχία

επιλαρχία Koine-Griechisch ἐπιλαρχία


επικρουστήρας

επικρουστήρας Koine-Griechisch ἐπικρουστήριον altgriechisch ἐπικρούω


επικονίαση

επικονίαση ἐπικονίασις Koine-Griechisch ἐπικονιάω/ἐπικονιῶ ἐπί + κονία κόνις das Wort πρωτοχρησιμοποιήθηκε το 1890 von Κωνσταντίνο Μητσόπουλο (Κουμανούδης Στέφανος, Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών, τ. Α, σελ. 396)


επικέντρωση

επικέντρωση Koine-Griechisch ἐπικέντρωσις


επίκεντρο

επίκεντρο Koine-Griechisch ἐπίκεντρον, Maskulinum von ἐπίκεντρος ἐπί + altgriechisch κέντρον κεντέω / κεντῶ (2. (Lehnbedeutung) französisch épicentre· 3. (Lehnbedeutung) englisch epicenter)


επικατάρατος

επικατάρατος (λόγιο) Koine-Griechisch ἐπικατάρατος[1]. Συγχρονικά αναλύεται σε επι- + κατάρατος


επικαταλλαγή

επικαταλλαγή Koine-Griechisch ἐπικαταλλαγή altgriechisch ἐπικαταλλάσσω


επικασσιτερώνω

επικασσιτερώνω επι- + κασσιτερώνω Koine-Griechisch κασσιτερόω / κασσιτερῶ


επικάρπιο

επικάρπιο Koine-Griechisch ἐπικάρπιον altgriechisch ἐπικάρπιος ἐπί + καρπός


επικάλυψη

επικάλυψη Koine-Griechisch ἐπικάλυψις altgriechisch ἐπικαλύπτω


επιθεώρηση

επιθεώρηση Koine-Griechisch ἐπιθεώρησις ((Lehnbedeutung) französisch inspection / revue)


επίθεμα

επίθεμα Koine-Griechisch ἐπίθεμα altgriechisch ἐπιτίθημι (τοποθετώ επάνω)


επιζωοτία

επιζωοτία (entlehnt aus) französisch épizootie ἐπί + Koine-Griechisch ζῳότης altgriechisch ζῷον


επιδρώ

επιδρώ Koine-Griechisch ἐπιδράω / ἐπιδρῶ ((Lehnübersetzung) deutsch einwirken)


επιδρομέας

επιδρομέας Koine-Griechisch ἐπιδρομεύς altgriechisch ἐπίδρομος


επιδόρπιο

επιδόρπιο Koine-Griechisch ἐπιδόρπιος ἐπί + δόρπιος δόρπον (βραδινό γεύμα)


επίδομα

επίδομα Koine-Griechisch ἐπίδομα ἐπί + δόμα δίδωμι


επιδιόρθωση

επιδιόρθωση Koine-Griechisch ἐπιδιόρθωσις ἐπιδιορθόω / ἐπιδιορθῶ ἐπί + altgriechisch διορθόω / διορθῶ διά + ὀρθόω / ὀρθῶ ὀρθός proto-griechisch *ortʰwós proto-indogermanisch *h₃r̥dʰwós *h₃erdʰ- (ορθός)


επιδιόρθωμα

επιδιόρθωμα επιδιορθώνω + -μα Koine-Griechisch ἐπιδιορθόω / ἐπιδιορθῶ ἐπί + altgriechisch διορθόω / διορθῶ διά + ὀρθόω / ὀρθῶ ὀρθός proto-griechisch *ortʰwós proto-indogermanisch *h₃r̥dʰwós *h₃erdʰ- (ορθός)


επιδιδυμίδα

επιδιδυμίδα Koine-Griechisch ἐπιδιδυμίς


επιδεικνύω

επιδεικνύω Koine-Griechisch ἐπιδεικνύω altgriechisch ἐπιδείκνυμι ἐπί + δείκνυμι


επιγραμματοποιός

επιγραμματοποιός Koine-Griechisch ἐπιγραμματοποιός


επιγραμματογράφος

επιγραμματογράφος Koine-Griechisch ἐπιγραμματογράφος. Συγχρονικά αναλύεται σε επιγράμματ(ος) + -ο- + -γράφος


επιγονάτιο

επιγονάτιο mittelgriechisch ἐπιγονάτιον ἐπί + Koine-Griechisch γονάτιον altgriechisch γόνυ indoeuropäisch (Wurzel) *ǵónu


επιγονατίδα

επιγονατίδα Koine-Griechisch ἐπιγονατίς ἐπί + altgriechisch γόνυ indoeuropäisch (Wurzel) *ǵónu


επίγνωση

επίγνωση Koine-Griechisch ἐπίγνωσις altgriechisch γνῶσις γιγνώσκω


επιβραδύνω

επιβραδύνω Koine-Griechisch ἐπιβραδύνω ἐπί +altgriechisch βραδύνω βραδύς proto-indogermanisch *gʷr̥dus ((Lehnbedeutung) französisch ralentir)


επιβραβεύω

επιβραβεύω Koine-Griechisch ἐπιβραβεύω


επιβαρύνω

επιβαρύνω Koine-Griechisch ἐπιβαρύνω ἐπί + altgriechisch βαρύνω ((Lehnbedeutung) französisch aggraver / deutsch belasten)


επιβάρυνση

επιβάρυνση επιβαρύνω + -ση Koine-Griechisch ἐπιβαρύνω ἐπί + altgriechisch βαρύνω βαρύς proto-indogermanisch *gʷréh₂us *gʷreh₂ (βαρύς) +‎ *-us


επετηρίδα

επετηρίδα Katharevousa επετηρίς επι- + Koine-Griechisch ἐτηρίς altgriechisch ἐτήρ / ἔτος ((Lehnübersetzung) französisch annuaire)


επέμβαση

επέμβαση Koine-Griechisch ἐπέμβασις altgriechisch ἐπέμβαίνω ἐπί + ἐμβαίνω ἐν + βαίνω ((Lehnbedeutung) französisch intervention)


επέλευση

επέλευση (λόγιο) Koine-Griechisch ἐπέλευ(σις) ἐπελεύσομαι, μέλλοντας του ἐπέρχομαι + -ση. Συγχρονικά αναλύεται σε επ- + έλευση


επέλαση

επέλαση Koine-Griechisch ἐπέλασις altgriechisch ἐπελαύνω


έπαρχος

έπαρχος (λόγιο) Koine-Griechisch ἔπαρχος (διοικητής ρωμαϊκής επαρχίας) lateinisch praefectus.[1] Αρχαία σημασία: αρχηγός ἐπάρχω ἐπί + ἄρχω. Συγχρονικά αναλύεται σε έπ- + -αρχος


επαρχιώτης

επαρχιώτης Koine-Griechisch ἐπαρχιώτης ἐπαρχία altgriechisch ἔπαρχος ἐπί + ἄρχω


έπαρση

έπαρση Koine-Griechisch ἔπαρσις


επανδρώνω

επανδρώνω Koine-Griechisch ἐπανδρόω / ἐπανδρῶ ((Lehnbedeutung) englisch man)


επαναπαύω

επαναπαύω Koine-Griechisch ἐπαναπαύω


επανάληψη

επανάληψη Koine-Griechisch ἐπανάληψις


επάλειψη

επάλειψη Koine-Griechisch ἐπάλειψις altgriechisch ἐπαλείφω


επακόλουθος

επακόλουθος Koine-Griechisch ἐπακόλουθος


επακολούθημα

επακολούθημα Koine-Griechisch ἐπακολούθημα


επαίτης

επαίτης Koine-Griechisch ἐπαίτης


επαγρύπνηση

επαγρύπνηση (λόγιο) Koine-Griechisch ἐπαγρύπνη(σις) + -ση


εορτολόγιο

εορτολόγιο Koine-Griechisch ἑορτολόγιον altgriechisch ἑορτή + -ο- + -λόγιο


εξωτισμός

εξωτισμός (entlehnt aus) französisch exotisme exotique Koine-Griechisch ἐξωτικός altgriechisch ἔξω


εξώτερος

εξώτερος Koine-Griechisch ἐξώτερος altgriechisch ἔξω


έξωση

έξωση Koine-Griechisch ἔξωσις altgriechisch ἐξωθέω / ἐξωθῶ ὠθέω / ὠθῶ ((Lehnbedeutung) französisch expulsion)


εξωραϊσμός

εξωραϊσμός Koine-Griechisch ἐξωραϊσμός ἐξωραΐζω ἐξ- + ὡραΐζω (ομορφαίνω) altgriechisch ὡραῖος ὥρα


εξωραΐζω

εξωραΐζω Koine-Griechisch ἐξωραΐζω ἐξ- + ὡραΐζω (ομορφαίνω) altgriechisch ὡραῖος ὥρα ((Lehnübersetzung) französisch embellir)


εξώθηση

εξώθηση Koine-Griechisch ἐξώθησις


εξύψωση

εξύψωση εξυψώνω + -ση Koine-Griechisch ἐξυψόω


εξυψώνω

εξυψώνω Koine-Griechisch ἐξυψόω / ἐξυψῶ altgriechisch ἐξ + ὑψόω / ὑψῶ ὕψος


εξυπνώ

εξυπνώ Koine-Griechisch ἐξυπνέω / ἐξυπνῶ ἔξυπνος altgriechisch ὕπνος


εξυπηρέτηση

εξυπηρέτηση Koine-Griechisch ἐξυπηρέτησις


εξυπακούεται

εξυπακούεται εξ + υπακούεται, (Lehnübersetzung) französisch est sous-entendu. Η Koine-Griechisch ἐξυπακουστέον σήμαινε 'πρέπει να γίνει κατανοητό'.[1]


εξυμνώ

εξυμνώ Koine-Griechisch ἐξυμνέω / ἐξυμνῶ altgriechisch ὑμνέω / ὑμνῶ ὕμνος indoeuropäisch (Wurzel) *sh₂em (τραγουδώ)


εξύμνηση

εξύμνηση mittelgriechisch ἐξύμνησις Koine-Griechisch ἐξυμνέω


εξοχότητα

εξοχότητα mittelgriechisch εξοχότητα Koine-Griechisch ἐξοχότης ((Lehnbedeutung) italienisch eccellenza)


εξουσιαστικός

εξουσιαστικός Koine-Griechisch ἐξουσιαστικός


εξουσιαστής

εξουσιαστής Koine-Griechisch ἐξουσιαστής


εξοστρακισμός

εξοστρακισμός Koine-Griechisch ἐξοστρακισμός altgriechisch ἐξοστρακίζω ἐξ + ὀστρακίζω ὄστρακον


εξόρυξη

εξόρυξη Koine-Griechisch ἐξόρυξις altgriechisch ἐξορύσσω ἐξ + ὀρύσσω proto-indogermanisch *h₃rewk- (σκάβω)


εξόρμηση

εξόρμηση Koine-Griechisch ἐξόρμησις altgriechisch ἐξορμάω


εξορκισμός

εξορκισμός Koine-Griechisch ἐξορκισμός


εξονυχίζω

εξονυχίζω Koine-Griechisch ἐξονυχίζω


εξομολογώ

εξομολογώ Koine-Griechisch ἐξομολογέω / ἐξομολογῶ ἐξ + altgriechisch ὁμολογέω / ὁμολογῶ


εξομαλίζω

εξομαλίζω Koine-Griechisch ἐξομᾰλίζω altgriechisch ὁμαλός


εξολοθρεύω

εξολοθρεύω Koine-Griechisch ἐξολοθρεύω altgriechisch ἐξολεθρεύω ἐξ + ὀλεθρεύω ὄλεθρος


εξολοθρευτής

εξολοθρευτής Koine-Griechisch ἐξολοθρευτής ἐξολοθρεύω altgriechisch ἐξολεθρεύω ἐξ + ὀλεθρεύω ὄλεθρος


εξολόθρευση

εξολόθρευση Koine-Griechisch ἐξολόθρευσις / ἐξολέθρευσις ἐξολοθρεύω / ἐξολεθρεύω altgriechisch ὄλεθρος



Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback