{η}  επιθεώρηση Subst.  [epitheorisi, epithewrhsh]

{die}    Subst.
(1147)
{die}    Subst.
(8)
{die}    Subst.
(0)

Etymologie zu επιθεώρηση

επιθεώρηση Koine-Griechisch ἐπιθεώρησις ((Lehnbedeutung) französisch inspection / revue)


GriechischDeutsch
Ο εκπρόσωπός της είναι ένας πρώην διπλωμάτης που είχε υπηρετήσει ως εκπρόσωπος της ΛΔΚ κατά την επιθεώρηση της πυρηνικής εγκατάστασης του Yongbyon από τον Διεθνή Οργανισμό Ατομικής Ενέργειας (ΔΟΑΕ) το 2007.Ihr Repräsentant ist ein früherer Diplomat, der als Vertreter der DVRK bei der Inspektion der kerntechnischen Anlagen von Yongbyon durch die Internationale Atomenergie-Organisation (IAEO) 2007 tätig war.

Übersetzung bestätigt

την επιθεώρηση των εγκαταστάσεων αποβλήτων.die Inspektion der

Übersetzung bestätigt

Επωνυμία και διεύθυνση της εγκατάστασης, της αρμόδιας για την έκδοση της αδείας αρχής και της αρμόδιας για την επιθεώρηση αρχής.Name und Anschrift der Einrichtung, der für die Genehmigungserteilung und der für die Inspektion zuständigen Behörde.

Übersetzung bestätigt

Στις εκθέσεις επιθεώρησης πρέπει να σημειώνονται οι πληροφορίες οι οποίες αναφέρονται σε όλα τα σημαντικά ευρήματα που έχουν προκύψει από την επιθεώρηση εν πλω, από εναέρια επιτήρηση, από επιθεώρηση σε λιμένες, σε διατάξεις παγίδευσης τόνου, σε εκτροφεία ή σε οιαδήποτε άλλη συναφή επιχείρηση.In den Inspektionsberichten sind alle wichtigen Feststellungen aufzuzeichnen, die im Rahmen der Inspektion auf See, bei der Luftüberwachung, im Hafen, an Tonnaren, in Aufzuchtbetrieben oder in jedem anderen betroffenen Unternehmen gemacht werden.

Übersetzung bestätigt

Για κάθε έλεγχο και επιθεώρηση συντάσσεται έκθεση επιθεώρησης, σύμφωνα με το συνημμένο υπόδειγμα του παρόντος παραρτήματος.Für jede Kontrolle und Inspektion ist ein Inspektionsbericht in dem in der Anlage zu diesem Anhang enthaltenen Format zu erstellen.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung



Griechische Definition zu επιθεώρηση

επιθεώρηση η [epiθeórisi] : 1α.έλεγχος, συνήθ. επίσημος, που γίνεται για να διαπιστωθεί αν κτ. είναι ή λειτουργεί όπως πρέπει: Tακτική / καθημερινή / γενική επιθεώρηση. H επιθεώρηση ενός κτιρίου / της σιδηροδρομικής γραμμής / του πλοίου. || (πληροφ.): επιθεώρηση εκτύπωσης. || (στρατ.): Ο αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεων βρίσκεται στην επαρχία για επιθεώρηση στρατιωτικών μονάδων. H καθιερωμένη επιθεώρηση της Παρασκευής. Στρατηγική / ταξιαρχική επιθεώρηση, που διενεργείται από στρατηγό / από ταξίαρχο. Γενική Διοικητική επιθεώρηση. επιθεώρηση του στόλου. || επιθεώρηση τιμητικού αποσπάσματος / αγήματος, επίσημο πέρασμα ενός επισήμου μπροστά από αυτό. || επιθεώρηση θαλάμου / ατομικών ειδών, σε στρατόπεδο, κατασκήνωση κτλ. β. ονομασία ανώτερης δημόσιας υπηρεσίας, η οποία συντονίζει και ελέγχει το έργο των υπηρεσιών που εξαρτώνται από αυτήν: Επιθεώρηση Εργασίας. || (παλαιότ.): Επιθεώρηση Xωροφυλακής. Επιθεώρηση Δημοτικής / Mέσης Εκπαίδευσης. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback