Griechische Wörter mit altgriechischer Etymologie

Sortieren nach

  Alphabetisch    Relevanz    Neuste

Filtern nach Etymologie

Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.

   Altgriechisch    Mittelgriechisch    Koine-Griechisch    Katharevousa-Griechisch    Lateinisch    Spanisch    Deutsch    Türkisch    Italienisch    Norwegisch    Arabisch    Albanisch    Sanskritisch    Ägyptisch    Persisch    Japanisch



λέρα

λέρα mittelgriechisch λέρα λερός altgriechisch ὀλερός


κώλον

κώλον altgriechisch κῶλον


κυλώ

κυλώ altgriechisch κυλίω


εκτελώ

εκτελώ altgriechisch ἐκτελῶ


δροσό

δροσό mittelgriechisch δροσό / δροσιό δροσιά Koine-Griechisch δροσία / δροσίη altgriechisch δρόσος proto-indogermanisch *dʰewh₂- (καπνός, ομίχλη)


βλεφαρόσπασμος

βλεφαρόσπασμος (entlehnt aus) französisch blépharospasme altgriechisch βλέφαρον + σπασμός


ανδράποδο

ανδράποδο altgriechisch ἀνδράποδον


φρουμάζω

φρουμάζω Koine-Griechisch φριμάω / φριμῶ altgriechisch φριμάσσομαι Onomatopoetikum


στρατοκρατία

στρατοκρατία στρατοκρατούμαι altgriechisch στρατός + κρατῶ


νεώριο

νεώριο altgriechisch νεώριον νεωρός ναῦς + οὖρος


μεθόριος

μεθόριος altgriechisch μεθόριος


καυχιέμαι

καυχιέμαι altgriechisch καυχῶμαι


καταδρομή

καταδρομή altgriechisch καταδρομή


ιδεολόγος

ιδεολόγος (entlehnt aus) französisch idéologue idée +‎ -ologue altgriechisch ἰδέα ( ἰδεῖν) ιδεο- + -λόγος


δυσθυμία

δυσθυμία Koine-Griechisch δυσθυμία altgriechisch δύσθυμος δυσ- + θυμός


δυσανασχετώ

δυσανασχετώ altgriechisch δυσανασχετέω / δυσανασχετῶ δυσανάσχετος


διχογνωμία

διχογνωμία διχογνωμώ + -ία Koine-Griechisch διχογνωμέω / διχογνωμῶ δίχα ( δίς) + altgriechisch γνώμη ( γιγνώσκω)


γδούπος

γδούπος altgriechisch γδοῦπος


ασκαρδαμυκτί

ασκαρδαμυκτί altgriechisch ἀσκαρδαμυκτί ἀσκαρδάμυκτος


φατρία

φατρία Koine-Griechisch altgriechisch φρατρία φράτρα proto-griechisch *pʰrā́tēr proto-indogermanisch *bʰréh₂tēr (αδερφός)


σκύβαλο

σκύβαλο altgriechisch σκύβαλον


σκόρος

σκόρος mittelgriechisch σκόρος altgriechisch κόρις indoeuropäisch (Wurzel) *koris


κατάγω

κατάγω Koine-Griechisch κατάγω κατά + altgriechisch ἄγω


εφέτης

εφέτης altgriechisch ἐφέτης ἐφίημι ἵημι


ενώνω

ενώνω altgriechisch ἑνόω / ἑνῶ εἷς proto-griechisch *hens proto-indogermanisch *sḗm / *smih₂ *séms *sem- (ένας, μαζί)


δουλοπρεπώς

δουλοπρεπώς Koine-Griechisch δουλοπρεπῶς altgriechisch δουλοπρεπής


διέρχομαι

διέρχομαι altgriechisch διέρχομαι


διανέμω

διανέμω altgriechisch διανέμω διά + νέμω


διαβάλλω

διαβάλλω altgriechisch διαβάλλω διά + βάλλω


γεφυροποιός

γεφυροποιός Koine-Griechisch γεφυροποιός altgriechisch γέφυρα + -ποιός


ασθενώ

ασθενώ altgriechisch ἀσθενέω / ἀσθενῶ


άπονος

άπονος altgriechisch ἄπονος ἀ- + πόνος


απαιδευσία

απαιδευσία altgriechisch ἀπαιδευσία


ανδραγαθία

ανδραγαθία altgriechisch ἀνδραγαθία


τρωγλοδύτης

τρωγλοδύτης altgriechisch τρωγλοδύτης τρώγλη + δύω


πλανεύω

πλανεύω mittelgriechisch πλανεύω πλάνη altgriechisch πλάνη


ορμώ

ορμώ altgriechisch ὁρμάω - ὁρμῶ


ξέφτι

ξέφτι ξεφτώ + -ι altgriechisch ἐκπτύω πτύω


καταστρέφω

καταστρέφω altgriechisch καταστρέφω κατά + στρέφω


καθοσίωση

καθοσίωση Koine-Griechisch καθοσίωσις κατά + altgriechisch ὅσιος


δραπετεύω

δραπετεύω altgriechisch δραπέτης


διατάζω

διατάζω altgriechisch διατάσσω


αρτάνη

αρτάνη altgriechisch ἀρτάνη ἀρτάω


απότμημα

απότμημα Koine-Griechisch ἀπότμημα altgriechisch ἀποτέμνω ἀπό + τέμνω


άκανθα

άκανθα 1-4 altgriechisch ἄκανθα


φρίττω

φρίττω altgriechisch φρίττω φρίξ


στενογραφία

στενογραφία (entlehnt aus) französisch sténographie altgriechisch στενός + γράφω


περιέρχομαι

περιέρχομαι altgriechisch περιέρχομαι


ονειδίζω

ονειδίζω altgriechisch ὀνειδίζω ὄνειδος indoeuropäisch (Wurzel) *h₃neid- (κατάρα / καταριέμαι, μέμφομαι)


ξεπέφτω

ξεπέφτω altgriechisch ἐκπίπτω (ξε- ἐκ, πέφτω πίπτω)


μηχανορραφία

μηχανορραφία mittelgriechisch μηχανορραφία Koine-Griechisch μηχανορράφος altgriechisch μηχανή ( μῆχος) + ῥάπτω


καταπίνω

καταπίνω altgriechisch καταπίνω


ηλεκτροκαρδιογράφος

ηλεκτροκαρδιογράφος (entlehnt aus) englisch electrocardiograph altgriechisch ἤλεκτρον + καρδία + γράφω


ενδύω

ενδύω altgriechisch ἐνδύω


αναβάλλω

αναβάλλω spätgriechisch ἀναβάλλω altgriechisch ἀναβάλλω


αγριελιά

αγριελιά altgriechisch ἀγριελαία


τεύτλο

τεύτλο altgriechisch τεῦτλον


συμπιέζω

συμπιέζω altgriechisch συμπιέζω σύν + πιέζω


συγχέω

συγχέω altgriechisch συγχέω


στρέφω

στρέφω altgriechisch στρέφω proto-indogermanisch *strebʰ-


παλαίω

παλαίω altgriechisch παλαίω


λυγμός

λυγμός altgriechisch λυγμός


κατιόν

κατιόν englisch cation altgriechisch κατιόν, ουδέτερο μετοχής του κάτειμι εἶμι (αντιδάνειο)


επιτάσσω

επιτάσσω altgriechisch ἐπιτάσσω ἐπί + τάσσω


επιστολογραφία

επιστολογραφία (entlehnt aus) französisch épistolographie altgriechisch ἐπιστολή + γράφω


δρύινος

δρύινος altgriechisch δρύινος


αρχίδι

αρχίδι mittelgriechisch ἀρχίδι ἀρχίδια τὰ 'ρχίδια τὰ ὀρχίδια Koine-Griechisch ὀρχίδιον, υποκοριστικό του ὄρχις (altgriechisch )


απρόσεκτα

απρόσεκτα απρόσεκτος + -α mittelgriechisch απρόσεκτος α- + altgriechisch προσέχω πρός + ἔχω


απόταξη

απόταξη altgriechisch ἀπόταξις


απατεωνία

απατεωνία απατεώνας + -ία altgriechisch ἀπατεών ἀπάτη


ανελεύθερα

ανελεύθερα ανελεύθερος + -α altgriechisch ἀνελεύθερος ἐλεύθερος


αμφορέας

αμφορέας altgriechisch ἀμφορεύς ἀμφί + φέρω


τοποτηρητής

τοποτηρητής mittelgriechisch τοποτηρητής altgriechisch τόπος + τηρέω / τηρῶ


συγκατάβαση

συγκατάβαση Koine-Griechisch συγκατάβασις altgriechisch συγκαταβαίνω σύν + κατά + βαίνω


μάγμα

μάγμα μεταγενέστερη μάγμα altgriechisch μάσσω


κοινωνώ

κοινωνώ mittelgriechisch κοινωνῶ (παρόμοια σημασία) altgriechisch κοινωνέω / κοινωνῶ κοινωνός κοινός


κατηφής

κατηφής altgriechisch κατηφής


κάπρος

κάπρος altgriechisch κάπρος


καλόπιασμα

καλόπιασμα καλοπιάνω + -μα mittelgriechisch καλοπιάνω καλό- + πιάνω altgriechisch πιέζω


ιδικός

ιδικός Koine-Griechisch ἰδικός altgriechisch ἴδιος


εισβάλλω

εισβάλλω altgriechisch εἰσβάλλω


διαφθείρω

διαφθείρω altgriechisch διαφθείρω διά + φθείρω proto-griechisch kʷʰtʰéřřō proto-indogermanisch *dʰgʷʰér-ye-ti *dʰgʷʰer- (ρέω, χύνω, εξαφανίζω)


διαπερνώ

διαπερνώ altgriechisch διαπεράω / διαπερῶ διά + περάω / περῶ indoeuropäisch (Wurzel) *per- (περνώ, διασχίζω)


διαμελισμός

διαμελισμός Koine-Griechisch διαμελισμός διαμελίζω διά + μελίζω altgriechisch μέλος


αντίλαλος

αντίλαλος αντιλαλώ altgriechisch ἀντιλαλῶ ἀντί + λαλέω/λαλῶ


ανελεύθερος

ανελεύθερος altgriechisch ἀνελεύθερος ἀν- + ἐλεύθερος


λέκιθος

λέκιθος altgriechisch λέκιθος Etymologie fehlt


λειώνω

λειώνω mittelgriechisch λιώνω altgriechisch λειόω / λειῶ (κάνω λείο) λεῖος


καρποφόρος

καρποφόρος altgriechisch καρποφόρος καρπός + φέρω


θέλησις

θέλησις λέξη των χριστιανικών χρόνων altgriechisch θέλω και ἐθέλω


ζηλοτυπία

ζηλοτυπία altgriechisch ζηλότυπος ζήλεια + -τυπία


επεξεργάζομαι

επεξεργάζομαι altgriechisch ἐπεξεργάζομαι ἐπί + ἐξ + ἐργάζομαι


εξεπίτηδες

εξεπίτηδες altgriechisch ἐξεπίτηδες


εξαπίνης

εξαπίνης altgriechisch ἐξαπίνης


δικολάβος

δικολάβος mittelgriechisch δικολάβος altgriechisch δίκη + λαμβάνω


αφαλός

αφαλός altgriechisch ὀμφαλός


ανελέητος

ανελέητος altgriechisch ἀνελέητος α- + ἐλεῶ + -ητος


φωσφορισμός

φωσφορισμός φωσφορίζω + -ισμός (entlehnt aus) französisch phosphoriser phosphore altgriechisch φωσφόρος φάος + φέρω ((Lehnübersetzung) französisch phosphorescence)


τύρβη

τύρβη (λόγιο) altgriechisch τύρβη


ολόλευκος

ολόλευκος altgriechisch ὁλόλευκος



Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback