ιδικός Adj.  [idikos, ithikos]

Noch keine Übersetzung :(

Du suchst nach einem Wort oder einer Übersetzung?

Wir helfen dir gerne in unserem Forum: Greeklex Forum!

Etymologie zu ιδικός

ιδικός Koine-Griechisch ἰδικός altgriechisch ἴδιος


GriechischDeutsch
Noch keine Beispielsätze.

Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

Noch keine Grammatik zu ιδικός.



Griechische Definition zu ιδικός

ιδικός, επίθ.· δικός· εδικός· ουδ. εδικός το.

1)
α) (Με την προσωπ. αντων. μου, σου, κλπ., ως κτητ. αντων.) δικός (μου, σου, κλπ.)· ιδιοκτησία κάπ.:
η οικία ένι εδική μου (Ασσίζ. 4227· Μαχ. 3809
β) που αφορά προσωπικά κάπ., προσωπικός:
Αυτός, καθού εφάνηκε το νίκος εδικόν του, επήρθηκεν, εθράσυνεν (Χρον. Τόκκων 1794
γ) που ανήκει στη δικαιοδοσία κάπ.:
όλη η Κύπρος είναι εδική μας (Μαχ. 40422· Αχιλλ. O 293).
2) (Προκ. για πρόσωπο στενά συνδεδεμένο με κάπ.) «δικός»· πιστός, αφοσιωμένος:
(Πτωχολ. P 63
επήγε διά να γυρέψει τον ίδιον εδικόν του αμπασσαδόρον (Σουμμ., Ρεμπελ. 176).
3) Φίλος, σύντροφος· ακόλουθος:
στους εδικούς του τίποτε δειλίαν μη γεννήσει (Αχέλ. 1122
Τον Γκίνη Σπάταν έπιασαν με όλους τους εδικούς του (Χρον. Τόκκων 797).
4) Συμπατριώτης· ομόφυλος:
σκλάβους αγοράζουσι … από τσι μουσουλμάνους τσι εδικούς μας (Λεηλ. Παροικ. 147).
5) Υποτελής, υπήκοος:
Ο δούκας πάλιν έστειλεν άρχοντες στον σουλτάνον να δίδει το χαράτσιν του, να έναι εδικός του (Χρον. Τόκκων 1965· Λίβ. Esc. 235).
6) Που ανήκει στη δικαιοδοσία κάπ.:
θέλουσι χαρείν οι δαίμονες να παίρνουν τους εδικούς τως μετ’ αυτών (Ρίμ. θαν. 126).
7) Οικείος, συγγενής:
(Λεηλ. Παροικ. 452
κάμε τρόπο, λυγερή, γέλα τους εδικούς σου (Ch. pop. 280).
8) Ιδιαίτερος, ξεχωριστός:
το καθένα χάριτας είχεν τας εδικάς του (Διγ. Z 110).
Το ουδ. ως ουσ. =
1)
α) Περιουσία, βιος, «το έχει» κάπ.:
μηδέν τορμήσει τινάς να ζημιώσει τινάν, ουδέ εις το κορμίν του, ουδέ εις το δικόν του (Μαχ. 3163
β) χρήματα:
εάν κανείς δίδει απέ το εδικόν του ενού ετέρου πέρπυρα ρ´ (Ασσίζ. 4061
γ) εμπόρευμα:
ο πουλητής πουλεί το εδικόν του (Ασσίζ. 383).
2)
α) Ό,τι ανήκει δικαιωματικά σε κάπ.:
ήλθες απάνω εις εμέν να επάρεις το δικό μου; (Χρον. Μορ. P 4115
β) προσωπικό αντικείμενο, κτήμα κάπ.:
Ό,τι εδικό μου ευρίσκεται στα μέσα του σπιτιού μας (Θυσ. 923).
3) (Στον πληθ.) τα «προσωπικά» κάπ.· έγνοιες, φροντίδες:
να σ’ εξηγηθώ και εγώ τα εδικά μου (Λίβ. Esc. 3140).
4) Οικογένεια· σπίτι πατρικό· πατρίδα:
Καβαλικεύει σύντομα, φθάνει εις τα δικά του, ευρίσκει τον πατέρα του (Φλώρ. 1069).
Εκφρ.
1) Από δικού (μου, σου, του, κλπ.), από εδικόν (μου, σου, του, κλπ.) = από μόνος μου· από δική μου ιδέα, πρωτοβουλία:
(Ντελλαπ., Ερωτήμ. 268), (Φαλιέρ., Ιστ. 611).
2) Για δικού (μου, σου, του, κλπ.) = για λογαριασμό μου, για μένα:
(Φορτουν. Ε´ 257).
3) Εις το δικόν (μου, σου, του, κλπ.) = στην περίπτωσή μου:
(Μαχ. 4365).
4) Κατ’ εδικόν, κατ’ εδικού (μου, σου, του, κλπ.) = εναντίον μου:
(Λίβ. Esc. 2521).
[μτγν. επίθ. ιδικός. Ο τ. δικός και σήμ. Η λ. και ο τ. εδικός και σήμ. ιδιωμ.]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback