Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.
Altgriechisch Mittelgriechisch Koine-Griechisch Katharevousa-Griechisch Lateinisch Spanisch Deutsch Türkisch Italienisch Norwegisch Arabisch Albanisch Sanskritisch Ägyptisch Persisch Japanischαιώνας altgriechisch αἰών
αιώνιος altgriechisch αἰώνιος αἰών
αιώρα altgriechisch αἰώρα
αιώρηση altgriechisch αἰώρησις
αιωρούμαι altgriechisch αἰωροῦμαι, Passiv von αἰωρέω / αἰωρῶ
αιωρώ altgriechisch αἰωρέω / αἰωρῶ
ακαδημία altgriechisch Ἀκαδημία Ἀκάδημος πιθανόν *Fεκά-δημος ἑκάς «μακριά» + δῆμος
ακάθαρτος altgriechisch ἀκάθαρτος α- + καθαίρω
ακαινοτόμητος Koine-Griechisch ἀκαινοτόμητος altgriechisch καινοτομέω / καινοτομῶ καινοτόμος καινός + τέμνω
άκαιρος altgriechisch ἄκαιρος
ακακία altgriechisch ἀκακία
ακαματεύω mittelgriechisch ἀκαματεύω ἀκαμάτης α στερητικό και altgriechisch κάματος (ο τεμπέλης) με διαφορετικό τονισμό von αρχαιοελληνικό ἀκάματος που σήμαινε ακριβώς το αντίθετο, τον ακαταπόνητο δηλαδή
άκανθα 1-4 altgriechisch ἄκανθα
άκανθος (λόγιο) Koine-Griechisch ἡ ἄκανθος altgriechisch ὁ ἄκανθος (αγκαθωτό φυτό που το μιμείται το κιονόκρανο).[1] siehe auch αγκάθι
ακανθόχοιρος altgriechisch άκανθα + χοίρος
άκαπνος altgriechisch ἄκαπνος
άκαρι altgriechisch ἀκαρί / ἄκαρι (Lehnbedeutung) neulateinisch acarus
ακαρίαση neulateinisch acariasis acarus altgriechisch ἀκαρί / ἄκαρι
ακαρπία altgriechisch ἀκαρπία ἀ- + καρπός
άκαρπος altgriechisch ἄκαρπος
ακατάκριτος Koine-Griechisch ἀκατάκριτος altgriechisch κατακρίνω
ακατάληπτος Koine-Griechisch ἀκατάληπτος (ίδια σημασία) altgriechisch τζουναφαληπτος ἀ- + καταληπτός καταλαμβάνω κατά + λαμβάνω
ακατάστατος altgriechisch ἀκατάστατος
άκατος (λόγιο) altgriechisch ἄκατος
ακεραιότητα Koine-Griechisch ἀκεραιότης altgriechisch ἀκέραιος
ακετυλένιο (entlehnt aus) französisch acétylène acetyl lateinisch acetum ( aceo proto-italienisch *akēō proto-indogermanisch *h₂eḱ-: οξύς, κοφτερός) + altgriechisch ὕλη ( proto-indogermanisch *swel- / *sel-)
ακηδία altgriechisch ἀκηδεία altgriechisch ἀκηδής ἀ- + κῆδος (φροντίδα)
ακίδα altgriechisch ἀκίς
ακίνδυνος altgriechisch ἀκίνδυνος
ακινησία altgriechisch ἀκινησία ἀκίνητος.
ακινητώ altgriechisch ἀκινητῶ
ακκίζομαι altgriechisch ἀκκίζομαι
ακκισμός altgriechisch ἀκκισμός ἀκκίζομαι (η) ἀκκώ
ακληρία altgriechisch ἀκληρία ἀ- + κλῆρος
ακμάζω altgriechisch ἀκμάζω
ακμαίος altgriechisch ἀκμαῖος
ακμή altgriechisch ἀκμή indoeuropäisch (Wurzel) *h₂eḱ- (κοφτερός)
άκμονας altgriechisch ἄκμων
ακοή altgriechisch ἀκοή ἀκούω
ακοίμητος altgriechisch ἀκοίμητος
ακοινώνητος altgriechisch ἀκοινώνητος
ακολασία altgriechisch ἀκολασία
ακολασταίνω altgriechisch ἀκολασταίνω ἀκόλαστος κολάζω
ακόλαστος altgriechisch ἀκόλαστος ἀ- στερητικό + κολάζω + κατάληξη ρηματικών επιθέτων -τος
ακολουθία altgriechisch ἀκολουθία ἀκόλουθος
ακολουθώ Katharevousa ἀκολουθῶ altgriechisch ἀκολουθέω-ῶ ἀκόλουθος α αθροιστικό + κέλευθος (οδός, πορεία)
ακόνη altgriechisch ἀκόνη
ακόνι altgriechisch ἀκόνη
ακονίζω mittelgriechisch ακονίζω altgriechisch ἀκονάω ἀκόνη[1]
ακόρδωτα ακόρδωτος + -α κορδώνω mittelgriechisch κορδώνω κόρδα + -ώνω lateinisch chorda altgriechisch χορδή (αντιδάνειο) indoeuropäisch (Wurzel) *ǵʰer- (ποθώ, λαχταρώ)
ακοσμία altgriechisch ἀκοσμία
άκουσμα altgriechisch ἄκουσμα ἀκούω
ακουστική (entlehnt aus) französisch acoustique altgriechisch ἀκουστικόν ἀκουστικός ἀκούω
ακουστός altgriechisch ἀκουστός
ακούω altgriechisch ἀκούω
ακραία ακραίος + -α altgriechisch ἀκραῖος ἄκρα
ακραίος altgriechisch ἀκραῖος,α,ον,
ακράτητα ακράτητος + -α altgriechisch ἀκράτητος ἀ- + κρατέω
άκρη altgriechisch ἄκρα
ακριβής altgriechisch ἀκριβής
ακριβοδίκαια ἀκριβοδικαίως in Katharevousa von Maskulinum von ἀκριβοδίκαιος + την επιρρηματική κατάληξη -ως altgriechisch ή Koine-Griechisch ἀκριβοδίκαιος
ακριβολογία altgriechisch ἀκριβολογία
ακριβολογώ altgriechisch ἀκριβολογέομαι-ἀκριβολογοῦμαι
ακριβώς (λόγιο) altgriechisch ἀκριβῶς ἀκριβής
ακρίδα altgriechisch ἀκρίς
ακρισία altgriechisch ἀκρισία
ακριτομυθία mittelgriechisch ἀκριτομυθία altgriechisch ἀκριτόμυθος ἄκριτος + μῦθος
άκρο altgriechisch ἄκρον substantiviertes Neutrum von: ἄκρος από κοινή ρίζα -ακ- με "αἰχμή" κ.α. λέξεις που σημαίνουν προεξοχή
ακροάζομαι (λόγιο) altgriechisch ἀκροάζομαι μεταπλασμένος τύπος του ἀκροάομαι / ἀκροῶμαι [1]
ακρόαμα altgriechisch ἀκρόαμα ἀκροάομαι/ἀκροῶμαι
ακροβολίζομαι altgriechisch ἀκροβολίζομαι ἀκροβολισμός ἀκροβόλος ἀκρο- + -βόλος βάλλω
ακροβολιστής altgriechisch ἀκροβολιστής ἀκροβόλος ἄκρος + βάλλω
ακροβολιστί ακροβολιστής + -ί altgriechisch ἀκροβολιστής ἄκρος + βάλλω
ακροποσθία altgriechisch ἀκροποσθία
άκρος altgriechisch ἄκρος ρίζα *ακ- (όπως και η ακμή, η αιχμή κ.λπ.)
ακροώμαι (λόγιο) altgriechisch ἀκροάομαι, -ῶμαι
ακρώρεια altgriechisch ἀκρώρεια ἄκρος + ὄρος (Το ω εξηγείται von φαινόμενο της συνθετικής έκτασης)
ακρωτήρι altgriechisch ἀκρωτήριον
ακρωτηριάζω altgriechisch ἀκρωτηριάζω
ακρωτηριασμός altgriechisch ἀκρωτηριασμός
ακρωτήριο altgriechisch ἀκρωτήριον
ακταιωρός altgriechisch ἀκτωρίς ναῦς, mittelgriechisch ἀκταίωρος, Koine-Griechisch ἀκτωρός (φρουρός ακτών), ἀκρωρόν πλοίον
ακτή altgriechisch
ακτίνα Koine-Griechisch ἀκτῖνα altgriechisch ἀκτίς μέσω της αιτιατικής ἀκτῖνα
ακτινίδιο (entlehnt aus) neulateinisch actinidium altgriechisch ἀκτίς
ακτινοβόλος altgriechisch ἀκτινοβόλος
ακυρώνω ἀκυρώνω in Katharevousa altgriechisch ἀκυρόω
ακύρωση altgriechisch ἀκύρωσις ἀκυρῶ
αλάβαστρο Koine-Griechisch ἀλάβαστρον altgriechisch ἀλάβαστρος, ἀλάβαστος ( > αλάβαστρος)
αλαζόνας αλαζών ἀλαζών ή altgriechisch ἀλαζόνας Ἀλαζῶνες (λαός Σκυθών) (το επίθετο προέκυψε von λαό των Σκυθών ή αντιστρόφως οι Αλαζώνες και Ἀλαζόνες ως λαός ονομάσθηκαν έτσι von επίθετο ἀλαζών ἄλη)
αλαζονεία altgriechisch ἀλαζονεία ἀλαζονεύομαι ἀλαζών
αλαλαγή altgriechisch ἀλαλαγή
αλαλαγμός altgriechisch ἀλαλαγμός
αλαλάζω altgriechisch ἀλαλάζω ἀλαλαί
αλαλία neulateinisch alalia altgriechisch λαλιά
άλαλος altgriechisch ἄλαλος
άλας altgriechisch ἅλας
αλάτι mittelgriechisch αλάτι Koine-Griechisch ἁλάτιον altgriechisch ἅλας ἅλς proto-indogermanisch *séh₂l- / *séh₂ls (αλάτι)
αλαφρός altgriechisch ἐλαφρός
αλαφρύς altgriechisch ἐλαφρός
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.