Griechische Wörter mit mittelgriechischer Etymologie

Sortieren nach

  Alphabetisch    Relevanz    Neuste

Filtern nach Etymologie

Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.

   Altgriechisch    Mittelgriechisch    Koine-Griechisch    Katharevousa-Griechisch    Lateinisch    Spanisch    Deutsch    Türkisch    Italienisch    Norwegisch    Arabisch    Albanisch    Sanskritisch    Ägyptisch    Persisch    Japanisch



αρματώνω

αρματώνω mittelgriechisch αρματώνω άρμα lateinisch arma indoeuropäisch (Wurzel) *h₂(e)rmos *h₂er- ‎(ἀραρίσκω)


αρμάρι

αρμάρι mittelgriechisch ἁρμάριον lateinisch armarium arma (όπλα) indoeuropäisch (Wurzel) *h₂(e)rmos *h₂er- (ἀραρίσκω)


αρμαθιά

αρμαθιά mittelgriechisch ἁρμαθιά ή ἁρμαθός altgriechisch ὁρμαθός


αρκούδα

αρκούδα mittelgriechisch ἀρκούδα


άρκλα

άρκλα mittelgriechisch άρκλα lateinisch arcula arca +‎ -ula arceo proto-italienisch *arkeō indoeuropäisch (Wurzel) *h₂erk- (κρατώ)


αργολογώ

αργολογώ mittelgriechisch ἀργολογῶ altgriechisch ἀργός + λέγω


άργητα

άργητα mittelgriechisch


αργάτης

αργάτης mittelgriechisch Koine-Griechisch ἐργάτης


αραθυμώ

αραθυμώ mittelgriechisch αραθυμώ αράθυμος altgriechisch ῥᾴθυμος


αράζω

αράζω mittelgriechisch ἀράζω altgriechisch ἀράσσω κατά το σχήμα αόριστος: ‑αξα > ενεστώτας: ‑άζω όπως στο αρχαίο ρήμα στάζω - ἔσταξα[1]


αράδα

αράδα mittelgriechisch ἀράδα slawisch ред (γραμμή, σειρά) πρωτοslawisch γλώσσα *rędъ indoeuropäisch (Wurzel) *arēydʰ- / *rēydʰ- / *rīdʰ- *ar (πβ. ἀραρίσκω) (άλλη άποψη: venezianisch arada: αυλάκι που δημιουργείται von αλέτρι, αλετριά)


απρόσεχτος

απρόσεχτος mittelgriechisch απρόσεχτος απρόσεκτος α- + altgriechisch προσέχω πρός + ἔχω


απρόσεχτα

απρόσεχτα απρόσεχτος + -α mittelgriechisch απρόσεχτος απρόσεκτος α- + altgriechisch προσέχω πρός + ἔχω


απρόσεκτος

απρόσεκτος mittelgriechisch απρόσεκτος α- + altgriechisch προσέχω πρός + ἔχω


απρόσεκτα

απρόσεκτα απρόσεκτος + -α mittelgriechisch απρόσεκτος α- + altgriechisch προσέχω πρός + ἔχω


απρόκοπος

απρόκοπος (Katharevousa) και mittelgriechisch ἀπρόκοπος Koine-Griechisch ἀπρόκοπος α στερητικό και προκόπτω (προχωρώ, προοδεύω)


άπρεπος

άπρεπος mittelgriechisch άπρεπος altgriechisch ἀπρεπής ἀ- + πρέπω


απόψε

απόψε mittelgriechisch απόψε Koine-Griechisch ἀποψέ ἀπ’ ὀψέ


αποχωρισμός

αποχωρισμός mittelgriechisch ἀποχωρισμός αποχωρίζω + -μός


αποχτώ

αποχτώ mittelgriechisch αποχτώ αποκτώ


απόχη

απόχη mittelgriechisch ἀπόχη altgriechisch ὑποχή ὑπέχω


αποχαιρετώ

αποχαιρετώ mittelgriechisch αποχαιρετώ Koine-Griechisch ἀποχαιρετίζω ἀπό + χαιρετίζω χαῖρε, β’ ενικό προστακτικής ενεστώτα του ρήματος χαίρω proto-griechisch *kʰəřřō indoeuropäisch (Wurzel) *ǵʰer- (λαχταρώ, ποθώ)


αποχαιρετισμός

αποχαιρετισμός mittelgriechisch αποχαιρετισμός αποχαιρετίζω + -μός


αποχαιρέτισμα

αποχαιρέτισμα mittelgriechisch αποχαιρέτισμα αποχαιρετίζω + -μα


αποχαιρέτημα

αποχαιρέτημα mittelgriechisch αποχαιρέτημα


αποφρακτικός

αποφρακτικός mittelgriechisch ἀποφρακτικός altgriechisch ἀποφράσσω


αποφράζω

αποφράζω mittelgriechisch ἀποφράζω altgriechisch ἀποφράσσω ἀπό + φράσσω indoeuropäisch (Wurzel) *bherekʷ-


απόφοιτος

απόφοιτος mittelgriechisch ἀπόφοιτος altgriechisch ἀποφοιτάω / ἀποφοιτῶ φοιτάω / φοιτῶ


αποφασίζω

αποφασίζω mittelgriechisch αποφασίζω Koine-Griechisch ἀπόφασις altgriechisch ἀποφαίνω ἀπό + φαίνω


αποφάι

αποφάι αποφάγι mittelgriechisch αποφάγι(ν) αποφαγείν altgriechisch ἀπέφαγον, αόριστος του ἀπεσθίω


αποφαγούδι

αποφαγούδι αποφάγι + -ούδι mittelgriechisch αποφάγι(ν) αποφαγείν altgriechisch ἀπέφαγον, αόριστος του ἀπεσθίω


αποφάγι

αποφάγι mittelgriechisch αποφάγι(ν) αποφαγείν altgriechisch ἀπέφαγον, αόριστος του ἀπεσθίω


αποτσάμπι

αποτσάμπι απο- + τσαμπί mittelgriechisch αποτσάμπι βενετικά zambin, υποκοριστικό του zamba (κνήμη ζώου)


αποτρίχωση

αποτρίχωση mittelgriechisch αποτρίχωσις αποτρίχω Koine-Griechisch ἀπότριχος ἀπό + altgriechisch θρίξ ((Lehnübersetzung) französisch épilation)


αποτριχώνω

αποτριχώνω αποτρίχωση + -ώνω (αναδρομικός σχηματισμός) mittelgriechisch αποτρίχωσις αποτρίχω Koine-Griechisch ἀπότριχος ἀπό + altgriechisch θρίξ


αποτραβώ

αποτραβώ απο- + τραβώ mittelgriechisch τραβώ τραβίζω ταυρίζω ταύρος altgriechisch ταῦρος indoeuropäisch (Wurzel) *táwros


αποτολμιά

αποτολμιά mittelgriechisch αποτολμιά αποτολμώ


αποστείρωση

αποστείρωση mittelgriechisch αποστείρωσις Koine-Griechisch ἀποστειρόω / ἀποστειρῶ ἀπό + στειρόω / στειρῶ altgriechisch στεῖρος (2. (Lehnbedeutung) englisch sterilization)


αποσταίνω

αποσταίνω mittelgriechisch ἀποσταίνω altgriechisch ἀφίσταμαι ἀπό+ ἵστημι indoeuropäisch (Wurzel) *stísteh₂- *steh₂- (ἵστημι)


απόσπερνα

απόσπερνα αποσπέρα mittelgriechisch αποσπέρα από + εσπέρα


αποσπέρας

αποσπέρας mittelgriechisch αποσπέρας από + εσπέρα


αποσπέρα

αποσπέρα mittelgriechisch αποσπέρα από + εσπέρα


αποσκυβαλίζω

αποσκυβαλίζω mittelgriechisch ἀποσκυβαλίζω σκύβαλον


απόπιμα

απόπιμα mittelgriechisch απόπιμα αποπίνω


απόπασχα

απόπασχα mittelgriechisch ἀπόπασχα από- + Πάσχα


αποπαστρεύω

αποπαστρεύω απο- + παστρεύω mittelgriechisch παστρεύω πάστρα σπάστρα σπαστρεύω *σπαρτεύω σπάρτον altgriechisch σπάρτον σπαρτός σπείρω indoeuropäisch (Wurzel) *(s)pregh- (σπέρνω, τινάζω)


απόξυσμα

απόξυσμα mittelgriechisch απόξυσμα Koine-Griechisch ἀποξύω


απόξεσμα

απόξεσμα mittelgriechisch απόξεσμα αποξέω


αποξενώνω

αποξενώνω mittelgriechisch αποξενώνω Koine-Griechisch ἀποξενόω / ἀποξενῶ ἀπό + altgriechisch ξένος ((Lehnbedeutung) französisch aliéner)


απονιά

απονιά mittelgriechisch απονιά altgriechisch ἀπονία πόνος


απονήρευτος

απονήρευτος mittelgriechisch απονήρευτος α- + πονηρεύομαι


αποναρκώνω

αποναρκώνω mittelgriechisch αποναρκώ altgriechisch ἀποναρκοῦμαι (2.(Lehnbedeutung) französisch engourdir)


άπονα

άπονα mittelgriechisch άπονα άπονος + -α


απομωραίνω

απομωραίνω mittelgriechisch απομωραίνω Koine-Griechisch ἀπομωραίνομαι


απομείωση

απομείωση mittelgriechisch ἀπομείωσις


απομεινάρι

απομεινάρι mittelgriechisch substantiviertes Neutrum des Adjektivs: ἀπομεινάρης


απομακρύνω

απομακρύνω mittelgriechisch ἀπομακρύνω ἀπό + Koine-Griechisch μακρύνω altgriechisch μακρός


απόμακρα

απόμακρα mittelgriechisch απόμακρα


απολυτρώνω

απολυτρώνω mittelgriechisch απολυτρώνω Koine-Griechisch ἀπολυτρόω / ἀπολυτρῶ


απολυτός

απολυτός mittelgriechisch απολυτός altgriechisch ἀπολύω


απολησμονιά

απολησμονιά mittelgriechisch απολησμονιά


απολειτουργώ

απολειτουργώ mittelgriechisch απολειτουργώ απο- + λειτουργώ


αποκύημα

αποκύημα mittelgriechisch ἀποκύημα ἀποκυέω (γεννώ) ἀπό (ξε-)+ κυέω (φουσκώνω)


αποκτώ

αποκτώ mittelgriechisch ἀπoκτώ ἀπό (απο-) + κτῶ altgriechisch κτῶμαι. Διαφορετικό το ελληνιστικό ἀποκτῶμαι (χάνω την κατοχή)[1]


αποκτήνωση

αποκτήνωση mittelgriechisch ἀποκτήνωσις Koine-Griechisch ἀποκτηνόω/ἀποκτηνῶ ἀπό + κτῆνος


απόκτημα

απόκτημα mittelgriechisch απόκτημα αποκτώ


αποκρυσταλλώνω

αποκρυσταλλώνω αποκρυσταλλ- + -ώνω mittelgriechisch ἀποκρυσταλλοῦμαι (γίνομαι πάγος, παγώνω), και Lehnbedeutung από τη französisch cristalliser. Αναλύεται σε απο- + κρύσταλλος.[1]


αποκριά

αποκριά mittelgriechisch ἀποκρέα ἀπόκρεως ἀπό + κρέως κρέας


αποκοτώ

αποκοτώ mittelgriechisch αποκοτώ απόκοτος


απόκοτος

απόκοτος mittelgriechisch απόκοτος από + κόττος (=κύβος, ζάρι)


αποκορύφωση

αποκορύφωση mittelgriechisch αποκορύφωσις αποκορυφώνω


αποκόβω

αποκόβω mittelgriechisch αποκόβω altgriechisch ἀποκόπτω


αποκάνω

αποκάνω mittelgriechisch αποκάνω altgriechisch ἀποκάμνω


αποκαθηλώνω

αποκαθηλώνω mittelgriechisch ἀποκαθηλόω ἀπό + Koine-Griechisch καθηλόω κατά + altgriechisch ἧλος


αποθυμώ

αποθυμώ mittelgriechisch αποθυμώ altgriechisch ἐπιθυμῶ


αποθυμιά

αποθυμιά mittelgriechisch αποθυμιά αποθυμώ


αποθέτω

αποθέτω mittelgriechisch αποθέτω altgriechisch ἀποτίθημι


αποθαρρύνω

αποθαρρύνω απο- + θαρρύνω ((Lehnübersetzung) französisch décourager) (πιθανά γύρω στο 1860· χρησιμοποιήθηκε το πρόθημα απο- σαν στερητικό και welches οδήγησε στη διαφοροποίηση της έννοιας της λέξης, και των παραγώγων της, von παλαιότερη λέξη ἀποθαρρύνω (με mittelgriechisch σημασία το αποθρασύνομαι και αρχαία ενθαρρύνω)


αποθαμός

αποθαμός mittelgriechisch αποθαμός αποθαίνω


αποθαλασσιά

αποθαλασσιά mittelgriechisch ἀποθαλασσία ἀπό + altgriechisch θάλασσα


αποζητώ

αποζητώ mittelgriechisch αποζητώ απο- + ζητώ


αποδιώχνω

αποδιώχνω mittelgriechisch αποδιώχνω από + διώχνω


απόδειπνο

απόδειπνο mittelgriechisch ἀπόδειπνον Koine-Griechisch ἀπόδειπνος ἀπό + altgriechisch δεῖπνον


απόγευμα

απόγευμα mittelgriechisch ἀπόγευμα (ίδια σημασία) Koine-Griechisch ἀπόγευμα altgriechisch ἀπογεύω ἀπό + γεύω


αποβραδίς

αποβραδίς mittelgriechisch ἀποβραδίς ἀπό + βράδυ βραδύς


απόβγαλμα

απόβγαλμα mittelgriechisch απόβγαλμα αποβγάλλω


αποβαρβαρώνω

αποβαρβαρώνω mittelgriechisch ἀποβαρβαροῦμαι ἀπό + βάρβαρος


απόβαλμα

απόβαλμα mittelgriechisch απόβαλμα


απλωτός

απλωτός mittelgriechisch απλωτός απλώνω


απλωταριά

απλωταριά mittelgriechisch ἁπλωταρέα ἁπλώνω altgriechisch ἁπλόω / ἁπλῶ


απλωσιά

απλωσιά mittelgriechisch ἁπλωσία Koine-Griechisch ἅπλωσις


απλώνω

απλώνω mittelgriechisch απλώνω altgriechisch ἁπλόω / ἁπλῶ


απλοχωριά

απλοχωριά mittelgriechisch απλοχωριά απλόχωρος


απλοχεριά

απλοχεριά mittelgriechisch απλοχεριά


απλούμιστος

απλούμιστος mittelgriechisch απλούμιστος α- + πλουμίζω + -τος πλουμί πλουμίον Koine-Griechisch πλοῦμον lateinisch pluma


απλήγωτος

απλήγωτος mittelgriechisch απλήγωτος α- + πληγώνω + -τος


απίστομα

απίστομα mittelgriechisch επίστομα altgriechisch ἐπί στόμα


απιθώνω

απιθώνω mittelgriechisch ἀποθώνω ἀποθέτω altgriechisch ἀποτίθημι


απιδιά

απιδιά mittelgriechisch απιδιά απιδέα Koine-Griechisch ἀπίδιον altgriechisch ἄπιον (αχλάδι) ἄπιος (αχλαδιά)


απήγανος

απήγανος mittelgriechisch ἀπήγανον altgriechisch πήγανον



Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback