Griechische Wörter mit altgriechischer Etymologie

Sortieren nach

  Alphabetisch    Relevanz    Neuste

Filtern nach Etymologie

Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.

   Altgriechisch    Mittelgriechisch    Koine-Griechisch    Katharevousa-Griechisch    Lateinisch    Spanisch    Deutsch    Türkisch    Italienisch    Norwegisch    Arabisch    Albanisch    Sanskritisch    Ägyptisch    Persisch    Japanisch



αντικαταβάλλω

αντικαταβάλλω altgriechisch ἀντικαταβάλλω


αντικάμαρα

αντικάμαρα italienisch anticamera anti- + camera lateinisch camera / camara altgriechisch καμάρα (αντιδάνειο) indoeuropäisch (Wurzel) *kam- (καμπή)


αντικαθιστώ

αντικαθιστώ altgriechisch ἀντικαθίστημι


αντιθέτως

αντιθέτως altgriechisch ἀντιθέτως


αντιθέτω

αντιθέτω altgriechisch ἀντιτίθημι ἀντί + τίθημι


αντίθετος

αντίθετος altgriechisch ἀντίθετος ἀντί + τίθημι


αντίζυγο

αντίζυγο mittelgriechisch αντίζυγο(ν) altgriechisch ἀντίζυγος ἀντί + ζυγός


αντιζυγία

αντιζυγία Koine-Griechisch ἀντιζυγία altgriechisch ἀντίζυγος ἀντί + ζυγός


αντιζύγι

αντιζύγι mittelgriechisch αντιζύγι(ν) altgriechisch ἀντίζυγος ἀντί + ζυγός


αντίζηλος

αντίζηλος Koine-Griechisch ἀντίζηλος ἀντί + altgriechisch ζῆλος indoeuropäisch (Wurzel) *yeh₂-


αντιεμετικό

αντιεμετικό Maskulinum von αντιεμετικός französisch antiémétique anti- ( altgriechisch ἀντι-) + émétique (altgriechisch ἐμετικός) (αντιδάνειο)


αντίδωρο

αντίδωρο Koine-Griechisch ἀντίδωρον altgriechisch ἀντί + δῶρον


αντιδυναστικός

αντιδυναστικός (entlehnt aus) französisch antidynastique anti- + dynastique altgriechisch δυναστικός δυνάστης δύναμαι


αντιδρώ

αντιδρώ altgriechisch ἀντιδρῶ


αντίδραση

αντίδραση Koine-Griechisch ἀντίδρασις altgriechisch ἀντιδράω / ἀντιδρῶ ἀντί + δράω / δρῶ indoeuropäisch (Wurzel) *derǝ- / drā- (δρω) ((Lehnbedeutung) französisch réaction)


αντίδοτο

αντίδοτο Koine-Griechisch ἀντίδοτον, Maskulinum von ἀντίδοτος altgriechisch ἀντιδίδωμι ἀντί + δίδωμι


αντιδικώ

αντιδικώ altgriechisch ἀντιδικέω / ἀντιδικῶ


αντίδικος

αντίδικος altgriechisch ἀντίδικος


αντίγραφο

αντίγραφο altgriechisch ἀντίγραφον, Maskulinum von ἀντίγραφος ἀντιγράφω ἀντί + γράφω ((Lehnbedeutung) französisch copie)


αντιγραφή

αντιγραφή mittelgriechisch ἀντιγραφή Koine-Griechisch ἀντιγραφή (=ἀντίγραφον, μεταγραφή) altgriechisch ἀντιγραφή ἀντί + γραφή ((Lehnbedeutung) γαλλικά copie)


αντιγραφέας

αντιγραφέας altgriechisch ἀντιγραφεύς


Αντιγόνη

Αντιγόνη altgriechisch Ἀντιγόνη


αντιβίωση

αντιβίωση (entlehnt aus) englisch antibiosis altgriechisch ἀντί + βίωσις βιόω / βιῶ βίος indoeuropäisch (Wurzel) *gʷíh₃we- (ζω)


αντιβιοτικό

αντιβιοτικό Maskulinum von αντιβιοτικός (entlehnt aus) englisch antibiotic altgriechisch ἀντί + βιωτικός βίος indoeuropäisch (Wurzel) *gʷíh₃we- (ζω)


αντιβασιλιάς

αντιβασιλιάς Koine-Griechisch ἀντιβασιλεύς ἀντί + altgriechisch βασιλεύς


αντιβασιλεία

αντιβασιλεία αντιβασιλεύς + -εία Koine-Griechisch ἀντιβασιλεύς ἀντί + altgriechisch βασιλεύς


αντί

αντί altgriechisch ἀντί proto-indogermanisch *h₂énti


αντηχώ

αντηχώ altgriechisch ἀντηχέω - ἀντηχῶ


αντηρίδα

αντηρίδα Katharevousa αντηρίς altgriechisch ἀντηρίς ἀντί + ἐρείδω (4,5. (Lehnbedeutung) französisch contrefort)


αντηλιά

αντηλιά altgriechisch ἀντήλιος


αντήλι

αντήλι mittelgriechisch ἀντήλιον altgriechisch ἀντήλιος ἀντί + ἥλιος


αντέχω

αντέχω altgriechisch ἀντέχω


άντερο

άντερο mittelgriechisch ἄντερο(ν) altgriechisch ἔντερον


αντέρεισμα

αντέρεισμα altgriechisch ἀντέρεισμα ἀντερείδω ἀντί + ἐρείδω


αντεράστρια

αντεράστρια mittelgriechisch αντεράστρια altgriechisch ἀντεραστής ἐραστής ἐράω / ἐρῶ


αντεραστής

αντεραστής altgriechisch ἀντεραστής ἐραστής ἐράω / ἐρῶ


αντεπίθεση

αντεπίθεση Koine-Griechisch ἀντεπίθεσις altgriechisch ἀντί + ἐπίθεσις ἐπιτίθημι τίθημι ((Lehnbedeutung) französisch contre-attaque)


αντεπεξέρχομαι

αντεπεξέρχομαι altgriechisch ἀντεπεξέρχομαι ἀντί + ἐπί + ἐκ + ἔρχομαι


αντεμετικό

αντεμετικό Maskulinum von αντεμετικός französisch antiémétique anti- ( altgriechisch ἀντι-) + émétique (altgriechisch ἐμετικός) (αντιδάνειο)


αντέκταση

αντέκταση αντι- + έκταση Koine-Griechisch ἔκτασις (μετατροπή βραχείας συλλαβής σε μακρά) altgriechisch ἔκτασις ἐκτείνω ἐκ + τείνω


άντε

άντε άμετε mittelgriechisch άμε[1] altgriechisch ἄγετε, προστακτική του ἄγω[2]. siehe auch το άιντε, δάνειο von türkisch haydi[3] ή hayde οθωμανικά τουρκικά هایده (hayde), هایدی (haydi)


ανταύγεια

ανταύγεια altgriechisch ἀνταύγεια (και ἀνταυγία) ἀντί + αὐγή


ανταπόκριση

ανταπόκριση Koine-Griechisch ἀνταπόκρισις ἀνταποκρίνομαι altgriechisch ἀποκρίνομαι, Passiv von ἀποκρίνω κρίνω (1. (Lehnbedeutung) französisch réponse 2,3. französisch correspondance)


ανταποκρίνομαι

ανταποκρίνομαι Koine-Griechisch ἀνταποκρίνομαι altgriechisch ἀποκρίνομαι, Passiv von ἀποκρίνω κρίνω ((Lehnbedeutung) französisch correspondre)


ανταπόδοση

ανταπόδοση altgriechisch ἀνταπόδοσις


ανταποδίδω

ανταποδίδω altgriechisch ἀνταποδίδωμι δίδωμι


ανταποδεικνύω

ανταποδεικνύω altgriechisch ἀνταποδεικνύω / ἀνταποδείκνυμι ἀποδείκνυμι δείκνυμι


ανταπαιτώ

ανταπαιτώ Koine-Griechisch ἀνταπαιτέω / ἀνταπαιτῶ altgriechisch ἀπαιτέω / ἀπαιτῶ αἰτέω / αἰτῶ indoeuropäisch (Wurzel) *h₂eiti


ανταπαιτητής

ανταπαιτητής ανταπαιτώ + -τής Koine-Griechisch ἀνταπαιτέω / ἀνταπαιτῶ altgriechisch ἀπαιτέω / ἀπαιτῶ αἰτέω / αἰτῶ indoeuropäisch (Wurzel) *h₂eiti


ανταπαίτηση

ανταπαίτηση Katharevousa ανταπαίτησις ανταπαιτώ + -σις Koine-Griechisch ἀνταπαιτέω / ἀνταπαιτῶ altgriechisch ἀπαιτέω / ἀπαιτῶ αἰτέω / αἰτῶ indoeuropäisch (Wurzel) *h₂eiti


αντάξιος

αντάξιος altgriechisch ἀντάξιος ἀντί + ἄξιος ἄγω indoeuropäisch (Wurzel) *h₂eǵ- (άγω)


ανταμείβω

ανταμείβω mittelgriechisch ἀνταμείβω altgriechisch ἀνταμείβομαι ἀμείβω


ανταλλάσσω

ανταλλάσσω altgriechisch ἀνταλλάσσω ἀντί + ἀλλάσσω ἄλλος indoeuropäisch (Wurzel) *h₂élyos ((Lehnübersetzung) französisch échanger)


αντάλλαγμα

αντάλλαγμα altgriechisch ἀντάλλαγμα ἀνταλλάσσω ἀλλάσσω ἄλλος indoeuropäisch (Wurzel) *h₂élyos


ανταίνω

ανταίνω altgriechisch ἀντάω (δες και συναντώ)


ανταγωνιστής

ανταγωνιστής altgriechisch ἀνταγωνιστής


ανταγωνίζομαι

ανταγωνίζομαι altgriechisch ἀνταγωνίζομαι ἀντί ἀγωνίζομαι ἀγών ἄγω


ανοχή

ανοχή altgriechisch ἀνοχή ἀνέχω ἔχω (4. (Lehnbedeutung) französisch tolérance· οίκος ανοχής: (Lehnbedeutung) französisch maison de tolérance)


ανούσιος

ανούσιος Koine-Griechisch ἀνούσιος altgriechisch οὐσία εἰμί


ανουρία

ανουρία (entlehnt aus) französisch anurie altgriechisch οὖρον


άνοστος

άνοστος altgriechisch ἄνοστος ἀ- + νόστος


ανοσμία

ανοσμία (entlehnt aus) englisch anosmia altgriechisch ἄνοσμος ὀσμή


ανοσιουργώ

ανοσιουργώ altgriechisch ἀνοσιουργέω / ἀνοσιουργῶ ἀνοσιουργός ἀνόσιος + ἔργον


ανοσιουργία

ανοσιουργία altgriechisch ἀνοσιουργία ἀνοσιουργέω / ἀνοσιουργῶ ἀνόσιος + ἔργον


ανοσιούργημα

ανοσιούργημα Koine-Griechisch ἀνοσιούργημα altgriechisch ἀνοσιουργέω / ἀνοσιουργῶ ἀνόσιος + ἔργον


ανοσιότητα

ανοσιότητα altgriechisch ἀνοσιότης ὁσιότης ὅσιος ((Lehnbedeutung) französisch impiété)


ανόσιος

ανόσιος altgriechisch ἀνόσιος α- + ὅσιος


ανοσία

ανοσία Koine-Griechisch ἀνοσία altgriechisch νόσος ((Lehnübersetzung) französisch immunité)


ανόρθωση

ανόρθωση Koine-Griechisch ἀνόρθωσις altgriechisch ἀνορθόω / ἀνορθῶ ὀρθόω / ὀρθῶ ὀρθός (2. (Lehnbedeutung) französisch redressement)


ανορθώνω

ανορθώνω mittelgriechisch ανορθώνω altgriechisch ἀνορθόω / ἀνορθῶ


ανόρεχτος

ανόρεχτος mittelgriechisch ανόρεχτος altgriechisch ἀνόρεκτος


ανορεξία

ανορεξία altgriechisch ἀνορεξία


άνομος

άνομος altgriechisch ἄνομος νόμος


ανομοίωση

ανομοίωση: (λόγιο) altgriechisch ἀνομοίω(σις) + -ση ( ἀν- + ὁμοίωσις ὁμοιόω ὅμοιος), (Lehnbedeutung) französisch dissimilation ή deutsch Dissimilation[1]


ανομοιότητα

ανομοιότητα altgriechisch ἀνομοιότης ὁμοιότης ὅμοιος


ανόμοιος

ανόμοιος altgriechisch ἀνόμοιος ὅμοιος


ανομία

ανομία altgriechisch ἀνομία


ανομβρία

ανομβρία altgriechisch ἀνομβρία ἀν- στερητικό + ὄμβρος


ανοιχτήρι

ανοιχτήρι mittelgriechisch ἀνοικτήριον altgriechisch ἀνοίγω / ἀνοίγνυμι


ανοικοδομώ

ανοικοδομώ altgriechisch ἀνοικοδομέω / ἀνοικοδομῶ


ανοικοδόμηση

ανοικοδόμηση altgriechisch ἀνοικοδόμησις


ανοίγω

ανοίγω altgriechisch ἀνοίγω


άνοια

άνοια altgriechisch ἄνοια ἄνους ἀ- στερητικό + νοῦς (έλλειψη νου)


ανόητος

ανόητος altgriechisch ἀνόητος


άνοδος

άνοδος (λόγιο) altgriechisch ἄνοδος[1] ἀνά (άν-) + ὁδός


ανοδικός

ανοδικός άνοδος + -ικός altgriechisch ἄνοδος ὁδός (2. englisch anodic anode altgriechisch ἄνοδος ὁδός)


Αννίβας

Αννίβας altgriechisch Ἀννίβας lateinisch Hannibal


Ανκόνα

Ανκόνα italienisch Ancona altgriechisch Ἀγκών (αντιδάνειο) ἀγκών indoeuropäisch (Wurzel) *h₂enǵʰ-


ανιών

ανιών altgriechisch ἀνιών, μετοχή ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος ἄνειμι εἶμι ((Lehnbedeutung) französisch ascendant)(2. englisch anion altgriechisch ἀνιόν (αντιδάνειο))


ανιψιός

ανιψιός altgriechisch ἀνεψιός


ανιψιά

ανιψιά mittelgriechisch altgriechisch ἀνεψιά, Femininum von ἀνεψιός


ανιχνεύω

ανιχνεύω altgriechisch ἀνιχνεύω ἰχνεύω ἴχνος


ανιχνευτής

ανιχνευτής ανιχνεύω + -τής altgriechisch ἀνιχνεύω


ανίχνευση

ανίχνευση Koine-Griechisch ἀνίχνευσις altgriechisch ἀνιχνεύω ἀνά + ἰχνεύω ἴχνος


ανίσχυρος

ανίσχυρος Koine-Griechisch ἀνίσχυρος altgriechisch ἰσχυρός ἰσχύς


ανιστορώ

ανιστορώ Koine-Griechisch ἀνιστορέω / ἀνιστορῶ altgriechisch ἱστορέω / ἱστορῶ ἵστωρ


ανισοτροπία

ανισοτροπία altgriechisch ἄνισος + altgriechisch τρόπος + -ία • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;


ανισότητα

ανισότητα altgriechisch ἀνισότης


ανισορροπία

ανισορροπία Koine-Griechisch ἀνισορροπία ἰσορροπία altgriechisch ἰσόρροπος ῥοπή (2. (Lehnbedeutung) französisch déséquilibre)


ανιόντες

ανιόντες Mehrzahl von ανιών altgriechisch ἀνιών, μετοχή ενεργητικού ενεστώτα του ρήματος ἄνειμι εἶμι ((Lehnbedeutung) französisch ascendant)



Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback