Unser Wörterbuch



Mit dem Online-Wörterbuch von Greeklex.net findest du ganz einfach Übersetzung vom Griechischen ins Deutsche. Unsere Datenbank umfasst derzeit 84000 griechische Wörter und über 25000 Griechisch Deutsch Übersetzungen. Dazu findest du zu jedem Wort weiterführende Informationen wie Beispielsätze, Synonyme und grammatikalische Hinweise. Benutzer können unser Wörterbuch jederzeit auch mit eigenen Einträgen ergänzen. Dank der schnellen und einfachen Suche, eignet sich das Wörterbuch besonders für unterwegs oder für den Urlaub. Unser Griechisch Deutsch Wörterbuch ist besonders geeignet für Griechisch-Anfänger und Griechisch-Lernende, da es eine Suche nach griechischen Wörtern auch ohne orthographische Kenntnisse ermöglicht. Unser Wörterbuch wird regelmäßig erweitern und überarbeitet.

Sortieren nach

  Alphabetisch    Relevanz    Neuste

Filtern nach Etymologie

Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.

   Altgriechisch    Mittelgriechisch    Koine-Griechisch    Katharevousa-Griechisch    Lateinisch    Spanisch    Deutsch    Türkisch    Italienisch    Norwegisch    Arabisch    Albanisch    Sanskritisch    Ägyptisch    Persisch    Japanisch



χειμωνικό

χειμωνικό χειμωνικός, χειμώνας


χειμωνιάζει

χειμωνιάζει χειμώνας +-ιάζει


χειμωνιά

χειμωνιά mittelgriechisch χειμωνιά


χειμώνας

χειμώνας mittelgriechisch χειμώνας altgriechisch χειμών [1]


χειμωνανθός

χειμωνανθός χειμώνας + ανθός


χείμαρρος

χείμαρρος altgriechisch χειμάρροος χειμών + ροή ρέω


χειμάζομαι

χειμάζομαι altgriechisch χειμάζω


χειμαδιό

χειμαδιό Koine-Griechisch χειμάδιον


χείλος

χείλος (λόγιο) altgriechisch χεῖλος (siehe auch χείλι)


χείλι

ΔΦΑ : /ˈçi.li/


χέζω

χέζω altgriechisch χέζω proto-indogermanisch *ǵʰéd-


χεζάς

χεζάς χεσᾶς (18ου αιώνα αλλά ίσως και μεσαιωνικό)


χαχόλος

χαχόλος ρωσική


χάχας

χάχας χα χα (Onomatopoetikum)


χάχανο

χάχανο mittelgriechisch χάχανο άλλοι θεωρούν ότι το "χάχανο" σχηματίστηκε ηχομιμητικά το μεσαίωνα και άλλοι θεωρούν ρίζα της λέξης τα συγγενή von altgriechisch καγχάζω & κακκάζω & καχάζω & καγχαλάω που είχαν διαμορφωθεί ηχομιμητικά von χα-χα-χα ή κα-κα-κα)


χαχάνισμα

χαχάνισμα Etymologie fehlt


χαχανίζω

χαχανίζω mittelgriechisch χάχανο άλλοι θεωρούν ότι το "χάχανο" σχηματίστηκε ηχομιμητικά το μεσαίωνα και άλλοι θεωρούν ρίζα της λέξης τα συγγενή von altgriechisch καγχάζω & κακκάζω & καχάζω & καγχαλάω που είχαν διαμορφωθεί ηχομιμητικά von χα-χα-χα ή κα-κα-κα)


χαχανητό

χαχανητό χάχανο


χάφτω

χάφτω mittelgriechisch χάπτω altgriechisch κάπτω (αρπάζω και καταπίνω πεινασμένα)


χαφιές

χαφιές türkisch hafiye arabisch خفي (χafīyat)


χαύνωση

χαύνωση Katharevousa χαύνωσις Koine-Griechisch χαύνωσις "χαλάρωση" αρχαία σημασία "σύγχυση"


χαυλιόδοντας

χαυλιόδοντας altgriechisch χαυλιόδους


χατίρι

χατίρι türkisch hatır "χάρη" arabisch خاطر (χātir)


χαστουκίζω

χαστουκίζω χαστούκι


χαστούκι

χαστούκι Etymologie fehlt


χασούρα

χασούρα χάνω (συνοπτικό θέμα χασ-) + -ούρα


χασομερώ

χασομερώ χασομέρι


χασομέρι

χασομέρι χασ- ( χάνω) + -ο- + -μερι ( μέρα)


χασομέρης

χασομέρης χασομερώ


χασμωδία

χασμωδία Koine-Griechisch χασμωδία χασμώδης χάσμα χαίνω


χασμουριέμαι

χασμουριέμαι altgriechisch χασμάομαι-χασμῶμαι


χασμουρητό

χασμουρητό χασμουριέμαι


χασμούρημα

χασμούρημα χασμουριέμαι


χάσμα

χάσμα altgriechisch χάσμα αλλά (Lehnbedeutung) englisch chasm λατινικά chasma altgriechisch χάσμα (αντιδάνειο)


χάσκω

χάσκω altgriechisch χάσκω


χασκογελώ

χασκογελώ χάσκω και γελώ


χασισοπότης

χασισοπότης χασίς και πότης


χασίς

χασίς türkisch haşiş arabisch حَشِيش (ḥašīš, χόρτο, πόα)


χάσιμο

χάσιμο χάνω


χασικλής

χασικλής χασί(ς) + κ + -λής κατά το θεριακλ-ής: χασικλ- + -ής[1] türkisch haşiş arabisch حشيش (ḥašīš)


χασίκλας

χασίκλας Etymologie fehlt


χάση

χάση χάνω (έχασα) + -ση


χασές

χασές Etymologie fehlt


χασαπόχαρτο

χασαπόχαρτο χασάπικο και χαρτί


χασάπης

χασάπης türkisch kasap arabisch قصاب (qaṣṣāb) aramäisch קצבא / ܩܰܨܳܒܳܐ (qaṣṣābā)


χαρχάλω

χαρχάλω πιθανόν χαρχαλεύω (αναδρομικός σχηματισμός) Onomatopoetikum χαρχαλ- + -ω[1]


χαρχαλεύω

χαρχαλεύω Onomatopoetikum


χαρτοφυλάκιο

χαρτοφυλάκιο Koine-Griechisch χαρτοφυλάκιο χαρτοφύλαξ (Genitiv -κος) + -ιο


χαρτοφύλακας

χαρτοφύλακας Koine-Griechisch χαρτοφύλαξ


χαρτοταινία

χαρτοταινία χαρτί + ταινία


χαρτόσημο

χαρτόσημο χαρτόσημον χαρτο- + -σημον ((Lehnübersetzung) (γαλλικά) papier timbré) Λέξη που πρωτοχρησιμοποιήθηκε το 1836 (Κουμανούδης Στέφανος, Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών, τ. Β, σελ. 1104)


χαρτοσήμανση

χαρτοσήμανση Etymologie fehlt


χαρτοσημαίνω

χαρτοσημαίνω Etymologie fehlt


χαρτοσακούλα

χαρτοσακούλα χαρτί και σακούλα


χαρτοπωλείο

χαρτοπωλείο χαρτοπώλης


χαρτοπολτός

χαρτοπολτός χαρτί και πολτός


χαρτοπόλεμος

χαρτοπόλεμος χαρτί και πόλεμος


χαρτοποιία

χαρτοποιία χαρτο- + -ποιία


χαρτοπετσέτα

χαρτοπετσέτα χαρτο- + πετσέτα italienisch pezzetta, υποκοριστικό του pezza ((Lehnübersetzung) (αγγλικά) paper napkin)


χαρτοπαιξία

χαρτοπαιξία χαρτοπαίκ(της) + -σία (ξ κ + σ), (Lehnübersetzung) englisch cardplaying[1]


χαρτοπαίκτης

χαρτοπαίκτης χαρτο- + παίκτης


χαρτοπαίζω

χαρτοπαίζω χαρτιά και παίζω


χαρτοπαίγνιο

χαρτοπαίγνιο χαρτο- + -παίγνιο


χαρτονόμισμα

χαρτονόμισμα χαρτί + νόμισμα


χαρτόνι

χαρτόνι Etymologie fehlt


χαρτόμουτρο

χαρτόμουτρο χαρτί + μούτρο


χαρτομάντιλο

χαρτομάντιλο χαρτί + μαντίλι


χαρτομαντεία

χαρτομαντεία χαρτομάντης


χαρτομάζα

χαρτομάζα χαρτί και μάζα


χαρτοκοπτική

χαρτοκοπτική substantiviertes Femininum des Adjektivs: χαρτοκοπτικός χαρτοκόπτης [1]


χαρτοκόπτης

χαρτοκόπτης χάρτης και κόπτω


χαρτοκλέφτης

χαρτοκλέφτης χαρτοκλέπτης χαρτοκλέπτω


χαρτοκιβώτιο

χαρτοκιβώτιο χαρτί +κιβώτιο


χαρτογραφώ

χαρτογραφώ χαρτογράφος


χαρτογράφος

χαρτογράφος Etymologie fehlt


χαρτογραφία

χαρτογραφία cartographie altgriechisch χάρτης και γράφω


χαρτογράφηση

χαρτογράφηση χαρτογραφώ + -ηση


χαρτογιακάς

χαρτογιακάς χαρτί + γιακάς


χαρτοβασίλειο

χαρτοβασίλειο Katharevousa χαρτοβασίλειον χαρτί + -ο- + βασίλειον ((Lehnübersetzung) französisch écrivassière*)


χαρτί

χαρτί altgriechisch χάρτης


χάρτης

χάρτης altgriechisch χάρτης


χαρτζιλικώνω

χαρτζιλικώνω χαρτζιλίκ(ι) + -ώνω


χαρτζιλίκωμα

χαρτζιλίκωμα χαρτζιλικώ(νω) + -μα


χαρτζιλίκι

χαρτζιλίκι türkisch harçlık arabisch خرج (kharj, δαπάνη)


χαρταετός

χαρταετός χαρτο- + αετός


χαρουπιά

χαρουπιά χαρούπι


χαρούπι

χαρούπι türkisch harup arabisch خرّوب (χarrūb)


χαρουπάλευρο

χαρουπάλευρο χαρούπ(ι) + αλεύρ(ι) + -ο


χαροπούλι


χαροποιώ

χαροποιώ Koine-Griechisch χαροποιέω / χαροποιῶ


χαροπαλεύω

χαροπαλεύω χάρος + παλεύω


χαροπάλεμα

χαροπάλεμα χαροπαλεύω+ -μα


χαροκοπώ

χαροκοπώ χαρά και -κοπώ (κατά το γλεντοκοπώ, λαμποκοπώ)


χαροκόπος

χαροκόπος χαρά + -κόπος


χαροκόπι

χαροκόπι Etymologie fehlt


χαρμάνιασμα

χαρμάνιασμα χαρμανιάζω + -μα


χαρμανιάζω

χαρμανιάζω χαρμάνι + -ιάζω


χαρμάνι

χαρμάνι türkisch harman persisch خرمن (xarman)


χαρμάνης

χαρμάνης türkisch harman persisch خرمن (xarman)


χάρμα

χάρμα altgriechisch χάρμα



Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback