Unser Wörterbuch



Mit dem Online-Wörterbuch von Greeklex.net findest du ganz einfach Übersetzung vom Griechischen ins Deutsche. Unsere Datenbank umfasst derzeit 84000 griechische Wörter und über 25000 Griechisch Deutsch Übersetzungen. Dazu findest du zu jedem Wort weiterführende Informationen wie Beispielsätze, Synonyme und grammatikalische Hinweise. Benutzer können unser Wörterbuch jederzeit auch mit eigenen Einträgen ergänzen. Dank der schnellen und einfachen Suche, eignet sich das Wörterbuch besonders für unterwegs oder für den Urlaub. Unser Griechisch Deutsch Wörterbuch ist besonders geeignet für Griechisch-Anfänger und Griechisch-Lernende, da es eine Suche nach griechischen Wörtern auch ohne orthographische Kenntnisse ermöglicht. Unser Wörterbuch wird regelmäßig erweitern und überarbeitet.

Sortieren nach

  Alphabetisch    Relevanz    Neuste

Filtern nach Etymologie

Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.

   Altgriechisch    Mittelgriechisch    Koine-Griechisch    Katharevousa-Griechisch    Lateinisch    Spanisch    Deutsch    Türkisch    Italienisch    Norwegisch    Arabisch    Albanisch    Sanskritisch    Ägyptisch    Persisch    Japanisch



ευσπλαχνία

ευσπλαχνία Etymologie fehlt


ευσπλαχνίζομαι

ευσπλαχνίζομαι ευσπλαγχνίζομαι Koine-Griechisch εὐσπλαγχνίζομαι


ευστάθεια

ευστάθεια ευ + ρ.θ. σταθ- (του εστάθην, παθ. αόριστος του ίστημι=στέκομαι) + -εια


ευστόμαχος

ευστόμαχος Koine-Griechisch εὐστόμαχος altgriechisch εὖ + στόμαχος στόμα proto-indogermanisch *stomn̥ / *stomen- (στόμα)


ευστοχία

ευστοχία altgriechisch εὐστοχία


ευστοχώ

ευστοχώ Koine-Griechisch εὐστοχέω / εὐστοχῶ altgriechisch εὔστοχος


ευστροφία

ευστροφία Koine-Griechisch εὐστροφία altgriechisch εὔστροφος


εύστροφος

εύστροφος altgriechisch εὔστροφος


ευσυγκινησία

ευσυγκινησία Etymologie fehlt


ευσυνειδησία

ευσυνειδησία (λόγιο) Koine-Griechisch εὐσυνειδησία (καθαρή συνείδηση) εὖ + συνείδησις


ευσυνείδητος

ευσυνείδητος Koine-Griechisch εὐσυνείδητος ((Lehnbedeutung) französisch consciencieux)


ευτέλεια

ευτέλεια altgriechisch εὐτέλεια


ευτελής

ευτελής altgriechisch εὐτελής


ευτελίζω

ευτελίζω ευτελής ( ευ + τέλος) + -ίζω


εύτολμα

εύτολμα εύτολμος + -α


ευτράπελος

ευτράπελος altgriechisch εὐτράπελος


ευτρεπίζω

ευτρεπίζω altgriechisch εὐτρεπίζω εὖ + τρέπω


ευτροφισμός

ευτροφισμός (entlehnt aus) englisch eutrophication[1] + -ισμός altgriechisch εὐτροφία εὔτροφος εὖ + τρέφω


ευτύχημα

ευτύχημα altgriechisch εὐτύχημα


ευτυχής

ευτυχής altgriechisch εὐτυχής


ευτυχώ

ευτυχώ ευ + τύχη


ευτυχώς

ευτυχώς altgriechisch εὐτυχῶς εὐτυχής εὐ- + τύχη ((Lehnbedeutung) französisch heureusement)


ευυπόληπτος

ευυπόληπτος ευ- + υπολήπτομαι + -τος


ευφημισμός

ευφημισμός Koine-Griechisch εὐφημισμός


ευφορία

ευφορία altgriechisch εὐφορία


εύφορος

εύφορος altgriechisch εὔφορος


ευφράδεια

ευφράδεια Koine-Griechisch εὐφράδεια altgriechisch εὐφραδής εὖ + φράζω


ευφραίνω

ευφραίνω altgriechisch εὐφραίνω


ευφραντικός

ευφραντικός Koine-Griechisch εὐφραντικός


ευφρόσυνος

ευφρόσυνος Koine-Griechisch εὐφρόσυνος altgriechisch εὔφρων φρήν


ευφυής

ευφυής altgriechisch εὐφυής


ευφυΐα

ευφυΐα (λόγιο) altgriechisch εὐφυΐα


ευφυολόγος

ευφυολόγος ευφυ(ής) + -ο- + -λόγος


ευφυώς

ευφυώς ευφυ(ής) + -ώς


ευφωνία

ευφωνία altgriechisch εὐφωνία


ευχαριστήριος

ευχαριστήριος (Katharevousa) εὐχαριστήριος Koine-Griechisch με τη σημερινή έννοια


ευχαρίστηση

ευχαρίστηση Etymologie fehlt


ευχαριστία

ευχαριστία altgriechisch εὐχαριστία


ευχάριστος

ευχάριστος altgriechisch εὐχάριστος (ευγνώμων)


ευχαριστώ

ευχαριστώ Koine-Griechisch εὐχαριστέω / εὐχαριστῶ altgriechisch εὐχάριστος εὖ + χάρις


ευχαρίστως

ευχαρίστως Etymologie fehlt


ευχέλαιο

ευχέλαιο mittelgriechisch ευχέλαιον


ευχέρεια

ευχέρεια Koine-Griechisch εὐχέρεια εὐχερής


ευχέτης

ευχέτης Koine-Griechisch εὐχέτης altgriechisch εὐχετάομαι / εὐχετῶμαι, επικός τύπος του εὔχομαι εὐχή


ευχή

ευχή altgriechisch εὐχή


ευχολόγιο

ευχολόγιο mittelgriechisch εὐχολόγιον ευχ(η) + -ο- + -λόγιο


εύχομαι

εύχομαι altgriechisch εὔχομαι


ευχρηστία

ευχρηστία altgriechisch εὐχρηστία εὖ + χρῶμαι


εύχρηστος

εύχρηστος altgriechisch εὔχρηστος εὖ + altgriechisch χρηστός αοριστικό θέμα χρησ- του χρῶμαι + -τος (βλέπε και τα παρόμοια άχρηστος, δύσχρηστος, κοινόχρηστος)


εύχυμος

εύχυμος altgriechisch εὔχυμος εὖ + χυμός


εύψυχα


ευψυχία

ευψυχία altgriechisch εὐψυχία εὔψυχος εὖ + ψυχή


ευωδία

ευωδία, λόγιος τύπος του ευωδιά altgriechisch εὐωδία


ευωδιάζω

ευωδιάζω altgriechisch εὐωδιάζω εὐώδης


ευωχία

ευωχία altgriechisch εὐωχία εὖ + ἔχω


εφαλτήριο

εφαλτήριο altgriechisch ἐφάλλομαι


εφάπαξ


εφάπτομαι

εφάπτομαι έπι+ δίπτομαι


εφαπτομένη

εφαπτομένη ουσιαστικοποιημένη Femininum von εφαπτόμενος, μετοχή ενεστώτα του ρήματος εφάπτομαι, παθητικής φωνής: Lehnübersetzung από τη französisch tangente


εφαρμογή

εφαρμογή εφ- (επί) + αρμογή αρμόζω


εφαρμόζω

εφαρμόζω altgriechisch ἐφαρμόζω ἐπί + ἁρμόζω


εφαρμοστής

εφαρμοστής Etymologie fehlt


εφαψίας

εφαψίας altgriechisch ἔφαψις + -ίας


εφέ

εφέ französisch effet παλαιά γαλλικά effet lateinisch effectus, Passiv Perfekt von efficio facio indoeuropäisch (Wurzel) *dʰeh₁- (τίθημι)


εφεδρεία

εφεδρεία Koine-Griechisch ἐφεδρεία altgriechisch ἐφεδρεία ( ἐφεδρεύω ἔφεδρος ἐπι- + ἕδρα)


εφελκίδα

εφελκίδα Katharevousa εφελκίς Koine-Griechisch ἐφελκίς ἐπί + ἕλκος proto-indogermanisch *selk-


εφελκυσμός

εφελκυσμός altgriechisch ἐφελκυσμός ἐφέλκω ἕλκω ((Lehnübersetzung) (γαλλικά) traction)


εφεξής

εφεξής altgriechisch ἐφεξῆς


έφεση

έφεση altgriechisch ἔφεσις


εφεσιβάλλω

εφεσιβάλλω Etymologie fehlt


εφετείο

εφετείο Etymologie fehlt


εφέτης

εφέτης altgriechisch ἐφέτης ἐφίημι ἵημι


εφετινός

εφετινός Koine-Griechisch ἐφετινός


εφέτος

εφέτος Koine-Griechisch ἐφέτος ἐπ’ ἔτος (το φ κατ’ αναλογία προς το ἐφ’ ἡμέραν)


εφεύρεση

εφεύρεση Koine-Griechisch ἐφεύρεσις ἐπι- + εὕρεσις


εφευρέτης

εφευρέτης Etymologie fehlt


εφευρετικότητα

εφευρετικότητα εφευρετικός + -ότητα


εφευρίσκω

εφευρίσκω altgriechisch ἐφευρίσκω ἐπί + εὑρίσκω


εφήβαιο

εφήβαιο Koine-Griechisch ἐφήβαιον ἐπί + ἥβη


εφηβεία

εφηβεία Koine-Griechisch ἐφηβεία altgriechisch ἔφηβος ἐπί + ἥβη


έφηβος

έφηβος altgriechisch ἔφηβος ἐπι- + ἥβη


εφηλίδα

εφηλίδα Katharevousa εφηλίς altgriechisch ἐφηλίς ἐπί + ἧλος


εφημερεύω

εφημερεύω Koine-Griechisch ἐφημερεύω altgriechisch ἐφήμερος ἐπί + ἡμέρα


εφημερία

εφημερία Koine-Griechisch ἐφημερία ἐπί + ἡμέρα


εφημερίδα

εφημερίδα αιτιατική -ίδα von Koine-Griechisch ἐφημερίς (στρατιωτικό ημερολόγιο, λογιστικό βιβλίο) ἐπί + ἡμέρα, (Lehnbedeutung) französisch journal[1]


εφημεριδογραφία

εφημεριδογραφία εφημεριδογράφος + -ία


εφημεριδογράφος

εφημεριδογράφος εφημερίδ(α) + -ο- + -γράφος


εφημεριδοπώλης

εφημεριδοπώλης εφημερίδα + -πώλης


εφημεριδοφάγος

εφημεριδοφάγος εφημερίδ(α) + -ο- + -φάγος


εφημέριος

εφημέριος altgriechisch επίθετο ἐφημέριος


εφήμερος

εφήμερος altgriechisch ἐφήμερος ἐπί + ἡμέρα[1]


εφησυχάζω

εφησυχάζω Koine-Griechisch ἐφησυχάζω


εφησυχασμός

εφησυχασμός εφησυχάζω + -μός


εφιάλτης

εφιάλτης altgriechisch ἐφιάλτης


εφίδρωση

εφίδρωση Koine-Griechisch ἐφίδρωσις ἐφιδρόω / ἐφιδρῶ ἐπί + ἱδρόω / ἱδρῶ ἱδρώς


εφίππιο

εφίππιο Koine-Griechisch ἐφίππιον altgriechisch ἐφίππιος ἵππος


εφοδιάζω

εφοδιάζω altgriechisch ἐφοδιάζω ἐφόδιον ἐπί + ὁδός


εφοδιασμός

εφοδιασμός Koine-Griechisch ἐφοδιασμός


εφόδιο

εφόδιο altgriechisch ἐφόδιον ἐπί + ὁδός


εφοδιοπομπή

εφοδιοπομπή εφόδιο + -ο- + πομπή



Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback