Unser Wörterbuch



Mit dem Online-Wörterbuch von Greeklex.net findest du ganz einfach Übersetzung vom Griechischen ins Deutsche. Unsere Datenbank umfasst derzeit 84000 griechische Wörter und über 25000 Griechisch Deutsch Übersetzungen. Dazu findest du zu jedem Wort weiterführende Informationen wie Beispielsätze, Synonyme und grammatikalische Hinweise. Benutzer können unser Wörterbuch jederzeit auch mit eigenen Einträgen ergänzen. Dank der schnellen und einfachen Suche, eignet sich das Wörterbuch besonders für unterwegs oder für den Urlaub. Unser Griechisch Deutsch Wörterbuch ist besonders geeignet für Griechisch-Anfänger und Griechisch-Lernende, da es eine Suche nach griechischen Wörtern auch ohne orthographische Kenntnisse ermöglicht. Unser Wörterbuch wird regelmäßig erweitern und überarbeitet.

Sortieren nach

  Alphabetisch    Relevanz    Neuste

Filtern nach Etymologie

Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.

   Altgriechisch    Mittelgriechisch    Koine-Griechisch    Katharevousa-Griechisch    Lateinisch    Spanisch    Deutsch    Türkisch    Italienisch    Norwegisch    Arabisch    Albanisch    Sanskritisch    Ägyptisch    Persisch    Japanisch



κατακρήμνιση

κατακρήμνιση κατακρημνίζω + -ση altgriechisch κατακρημνίζω


κατακρήμνισμα

κατακρήμνισμα κατακρημνίζω + -μα


κατακρίνω

κατακρίνω mittelgriechisch κατακρίνω (παρόμοια σημασία) altgriechisch κατακρίνω κατά + κρίνω


κατάκριση

κατάκριση mittelgriechisch κατάκρισις (παρόμοια σημασία) Koine-Griechisch κατάκρισις altgriechisch κατακρίνω κατά + κρίνω


κατάκρισις

κατάκρισις altgriechisch κατακρίνω κατά + κρίνω


κατάκρυος

κατάκρυος Etymologie fehlt


κατάκτηση

κατάκτηση Etymologie fehlt


κατακτητής

κατακτητής Etymologie fehlt


κατακτώ

κατακτώ altgriechisch κατακτῶμαι


κατακυριεύω

κατακυριεύω altgriechisch κατακυριεύω


κατακυρώνω

κατακυρώνω altgriechisch κατακυρόω / κατακυρῶ κατά + κυρόω / κυρῶ κῦρος


κατακύρωση

κατακύρωση κατακυρώνω + -ση


καταλαβαίνω

καταλαβαίνω mittelgriechisch καταλαβαίνω altgriechisch καταλαμβάνω κατά + λαμβάνω


καταλαγιάζω

καταλαγιάζω κατά + λαγιάζω


καταλάγιασμα

καταλάγιασμα Etymologie fehlt


καταλαλητής

καταλαλητής Etymologie fehlt


καταλαλιά

καταλαλιά Etymologie fehlt


κατάλαλος

κατάλαλος Etymologie fehlt


καταλαλώ

καταλαλώ Etymologie fehlt


καταλαμβάνω

καταλαμβάνω altgriechisch καταλαμβάνω κατά + λαμβάνω (3,4. (Lehnbedeutung) französisch occuper. 5. (Lehnbedeutung) französisch emparer)


καταλανικός

καταλανικός Etymologie fehlt


καταλέγω

καταλέγω Etymologie fehlt


κατάλευκος

κατάλευκος Etymologie fehlt


καταλήγω

καταλήγω Πρότυπο:αναγ, Συγχρονικά αναλύεται σε κατα- + λήγω


κατάληξη

κατάληξη Etymologie fehlt


καταληπτικός

καταληπτικός Koine-Griechisch καταληπτικός καταλαμβάνω λαμβάνω


καταληστεύω

καταληστεύω Etymologie fehlt


κατάληψη

κατάληψη καταλαμβάνω κατά + λαμβάνω


καταλλαγή

καταλλαγή καταλαγιάζω


κατάλληλος

κατάλληλος altgriechisch κατάλληλος κατά + ἀλλήλων ἄλλος


καταλληλότητα

καταλληλότητα κατάλληλος


καταλογάδην

καταλογάδην altgriechisch καταλογάδην καταλέγω + -δην κατά + λέγω


καταλογή

καταλογή Etymologie fehlt


καταλογίζω

καταλογίζω altgriechisch καταλογίζομαι κατά + λογίζομαι λόγος λέγω proto-indogermanisch *leǵ-


καταλογισμός

καταλογισμός Koine-Griechisch καταλογισμός altgriechisch καταλογίζομαι κατά + λογίζομαι λόγος λέγω proto-indogermanisch *leǵ-


καταλογιστό

καταλογιστό substantiviertes Neutrum des Adjektivs: καταλογιστός


καταλογογράφηση


καταλογογραφώ


κατάλογος

κατάλογος (λόγιο) altgriechisch κατάλογος (εγγραφή) κατά + λέγω, κατά- + -λογος, (Lehnbedeutung) französisch liste[1]


κατάλοιπο

κατάλοιπο altgriechisch κατάλοιπον, Maskulinum von κατάλοιπος καταλείπω κατά + λείπω ((Lehnübersetzung) französisch résidu ή reliques)


κατάλυμα

κατάλυμα Etymologie fehlt


καταλυπώ

καταλυπώ Etymologie fehlt


κατάλυση

κατάλυση κατάλυσις in Katharevousa και mittelgriechisch και στην altgriechisch


καταλύτης

καταλύτης καταλύω


καταλυτής

καταλυτής Etymologie fehlt


καταλύω

καταλύω altgriechisch καταλύω κατά + λύω


καταλώ

καταλώ Etymologie fehlt


καταμαρτυρώ

καταμαρτυρώ Etymologie fehlt


κατάματα

κατάματα mittelgriechisch κατάματα. Συγχρονικά αναλύεται σε κατά- + μάτ(ι) + -α[1]


καταματώνω

καταματώνω κατά + ματώνω αίμα


καταμαυρίζω

καταμαυρίζω Etymologie fehlt


κατάμαυρος

κατάμαυρος mittelgriechisch κατάμαυρος κατα- + μαύρος Koine-Griechisch μαῦρος / μαυρός altgriechisch ἀμαυρός proto-indogermanisch *mau-ro- (ανήλιαγος, μαύρος, σκοτεινός)


καταμερίζω

καταμερίζω altgriechisch καταμερίζω κατά + μερίζω μέρος


καταμερισμός

καταμερισμός Koine-Griechisch καταμερισμός altgriechisch καταμερίζω κατά + μερίζω μέρος


καταμεσήμερα


καταμεσήμερο

καταμεσήμερο Etymologie fehlt


καταμέτρηση

καταμέτρηση Koine-Griechisch καταμέτρησις


καταμετρητής

καταμετρητής Etymologie fehlt


καταμετρώ

καταμετρώ Etymologie fehlt


καταμήνυση

καταμήνυση Etymologie fehlt


καταμηνύω

καταμηνύω Etymologie fehlt


κατάμουτρα

κατάμουτρα Etymologie fehlt


καταναγκάζω

καταναγκάζω Etymologie fehlt


καταναγκασμός

καταναγκασμός καταναγκάζω


καταναλίσκω


καταναλώνω

καταναλώνω mittelgriechisch καταναλώνω altgriechisch καταναλίσκω κατά + ἀναλίσκω


κατανάλωση

κατανάλωση Koine-Griechisch κατανάλωσις ((Lehnbedeutung) französisch consommation)


καταναλωτής

καταναλωτής καταναλώνω + -τής


καταναλωτισμός

καταναλωτισμός καταναλωτής + -ισμός ((Lehnübersetzung) französisch consumerism)


καταναυμαχώ

καταναυμαχώ Etymologie fehlt


κατανεμητής

κατανεμητής κατανέμω + -τής ((Lehnübersetzung) französisch distributeur)


κατανέμω

κατανέμω altgriechisch κατανέμω κατά + νέμω


κατάνευση

κατάνευση Etymologie fehlt


κατανεύω

κατανεύω Etymologie fehlt


κατανίκηση

κατανίκηση Etymologie fehlt


κατανικώ

κατανικώ κατα- (τελείως) + νικώ


κατανόηση

κατανόηση κατανο(ώ) + -ηση


κατανομή

κατανομή κατανέμω + -ή ((Lehnübersetzung) französisch répartition)


κατανοώ

κατανοώ altgriechisch κατανοέω / κατανοῶ κατά + νοέω νόος / νοῦς


κατάντημα

κατάντημα Etymologie fehlt


κατάντια

κατάντια καταντώ + -ία (αναδρομικός σχηματισμός)


καταντίπ

καταντίπ Etymologie fehlt


καταντρέπομαι

καταντρέπομαι κατα- (τελείως) + ντρέπομαι


καταντροπιάζω

καταντροπιάζω κατα- (τελείως) + ντροπιάζω


καταντώ

καταντώ altgriechisch καταντῶ (: φθάνω, καταλήγω)


κατανυκτικός

κατανυκτικός κατάνυξη


καταξεραίνω

καταξεραίνω altgriechisch καταξηραίνω κατάξηρος κατά + ξηρός


καταξεσκίζω

καταξεσκίζω Etymologie fehlt


καταξεσχίζω

καταξεσχίζω Etymologie fehlt


καταξιώνω

καταξιώνω altgriechisch καταξιώνω


καταξοδεύω

καταξοδεύω κατα- (τελείως) + ξοδεύω


καταπάτηση

καταπάτηση Koine-Griechisch καταπάτησις altgriechisch καταπατέω / καταπατῶ κατά + πατέω / πατῶ


καταπατητής

καταπατητής καταπατώ + -τής


κατάπαυση

κατάπαυση πρόθεση κατά + παύω


καταπαύω

καταπαύω Etymologie fehlt


καταπέμπω

καταπέμπω altgriechisch κατα- + πέμπω


καταπέτασμα

καταπέτασμα Koine-Griechisch altgriechisch καταπετάννυμι


καταπέφτω

καταπέφτω mittelgriechisch καταπέφτω altgriechisch καταπίπτω κατά + πίπτω


καταπιάνομαι

καταπιάνομαι παθ. φωνή του καταπιάνω που είναι αδόκιμο κατά + πιάνω πιθανά von αρχ. πιάζω και πιέζω


καταπιέζω

καταπιέζω Koine-Griechisch καταπιέζω κατά + altgriechisch πιέζω proto-indogermanisch *pisd- (πιέζω) ((Lehnübersetzung) französisch opprimer)



Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback