Griechische Wörter mit altgriechischer Etymologie

Sortieren nach

  Alphabetisch    Relevanz    Neuste

Filtern nach Etymologie

Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.

   Altgriechisch    Mittelgriechisch    Koine-Griechisch    Katharevousa-Griechisch    Lateinisch    Spanisch    Deutsch    Türkisch    Italienisch    Norwegisch    Arabisch    Albanisch    Sanskritisch    Ägyptisch    Persisch    Japanisch



πρόξενος

πρόξενος altgriechisch πρόξενος πρό + ξένος


επίσωτρο

επίσωτρο altgriechisch ἐπίσωτρον


εσπέρας

εσπέρας εσπέρα altgriechisch ἑσπέρα, Femininum von ἕσπερος *ϝέσπερος indoeuropäisch (Wurzel) *wekʷsperos


σκετς

σκετς englisch sketch ολλανδικά schets italienisch schizzo lateinisch schedium altgriechisch σχέδιον (αντιδάνειο) σχέδιος σχεδόν ἔχω


ελεεινός

ελεεινός altgriechisch ἐλεεινός (αξιολύπητος)


χάραγμα

χάραγμα altgriechisch χάραγμα


υποδηλώνω

υποδηλώνω altgriechisch ὑποδηλόω / ὑποδηλῶ ὑπο- + δηλόω / δηλῶ


μηδείς

μηδείς altgriechisch μηδείς


μειδίαμα

μειδίαμα altgriechisch μειδίαμα μειδιῶ


ηθικός

ηθικός altgriechisch ἠθικός


χαρακτηρίζω

χαρακτηρίζω Koine-Griechisch χαρακτηρίζω altgriechisch χαρακτήρ χαράσσω


ξανθός

ξανθός altgriechisch ξανθός


νόηση

νόηση altgriechisch νόησις νοέω / νοῶ νόος / νοῦς


θηρευτής

θηρευτής altgriechisch


αστυνόμος

αστυνόμος altgriechisch ἀστυνόμος ἄστυ + νέμω


σπυρί

σπυρί altgriechisch σπυρός


ευγνώμων

ευγνώμων altgriechisch εὐγνώμων


δύστυχος

δύστυχος Koine-Griechisch δύστυχος altgriechisch δυστυχής δυσ- + τύχη


στιβάδα

στιβάδα altgriechisch στιβάς


σημαίνω

σημαίνω κληρονομημένη von altgriechisch σημαίνω


θεότητα

θεότητα Koine-Griechisch θεότης altgriechisch θεός proto-griechisch *tʰehós proto-indogermanisch *dʰéh₁s *dʰeh₁- (κάνω, θέτω) + *-s


ψελλίζω

ψελλίζω altgriechisch ψελλίζω


πάτος

πάτος altgriechisch πάτος


μισητός

μισητός altgriechisch μισητός μισέω / μισῶ μῖσος indoeuropäisch (Wurzel) *mēwdʰ- (παραπονιέμαι, διαμαρτύρομαι)


γραφέας

γραφέας altgriechisch γραφεύς γράφω proto-indogermanisch *gerbʰ-


προεστός

προεστός altgriechisch προεστώς, Passiv Perfekt von προΐστημι πρό + ἵστημι indoeuropäisch (Wurzel) *stísteh₂- *steh₂-


προδιάθεση

προδιάθεση Koine-Griechisch προδιάθεσις προδιατίθημι πρό + altgriechisch διατίθημι διά + τίθημι


ανίσχυρος

ανίσχυρος Koine-Griechisch ἀνίσχυρος altgriechisch ἰσχυρός ἰσχύς


κόλαφος

κόλαφος altgriechisch κόλαφος


ενωμοτία

ενωμοτία altgriechisch ἐνωμοτία ἐνώμοτος + -ία ὄμνυμι


εκμίσθωση

εκμίσθωση εκμισθώνω + -ση altgriechisch ἐκμισθῶ μισθός


κήρυκας

κήρυκας altgriechisch κῆρυξ


εκδοροσφαγέας

εκδοροσφαγέας Katharevousa ἐκδοροσφαγεύς ἐκδορεύς ( εκδορά) + -ο- + σφαγεύς ( altgriechisch σφαγεύς)


γηρατειά

γηρατειά γερατειά mittelgriechisch γερατειά γερατεία γέρατα altgriechisch γῆρας proto-indogermanisch *ǵerh₂- (με επίδραση τού γέρατα, Mehrzahl von γέρας)


χαίρω

χαίρω altgriechisch χαίρω χαρά


τυραννία

τυραννία altgriechisch τυραννία


δωροληψία

δωροληψία Koine-Griechisch δωροληψία altgriechisch δῶρον + -ληψία (λαμβάνω)


παροτρύνω

παροτρύνω altgriechisch παροτρύνω παρά + ὀτρύνω indoeuropäisch (Wurzel) *(s)twer-


κρανιά

κρανιά Koine-Griechisch κρανέα altgriechisch κράνεια / κράνια κράνον


άνθηση

άνθηση Koine-Griechisch ἄνθησις altgriechisch ἀνθέω / ἀνθῶ ἄνθος indoeuropäisch (Wurzel) *h₂endʰos


καταδύομαι

καταδύομαι altgriechisch καταδύομαι


εγγονός

εγγονός altgriechisch ἔγγονος ἔκγονος


αντέρεισμα

αντέρεισμα altgriechisch ἀντέρεισμα ἀντερείδω ἀντί + ἐρείδω


συναντίληψη

συναντίληψη (λόγιο) mittelgriechisch συναντίληψις[1] Koine-Griechisch συναντιλαμβάνομαι altgriechisch ἀντιλαμβάνω λαμβάνω


καθέδρα

καθέδρα altgriechisch καθέδρα


θραύσμα

θραύσμα altgriechisch θραῦσμα θραύω


βύσσινο

βύσσινο altgriechisch βύσσινος βύσσος


ωφελώ

ωφελώ altgriechisch ὠφελέω / ὠφελῶ


υπηρέτης

υπηρέτης altgriechisch ὑπηρέτης ὑπό +‎ ἐρέτης ἐρέσσω proto-indogermanisch *h₁reh₁-[1] (κωπηλατώ)


οξύθυμος

οξύθυμος altgriechisch ὀξύθυμος ὀξύς + θυμός


κινητικός

κινητικός altgriechisch κινητικός κινέω-ῶ


αυτοδικία

αυτοδικία αυτοδικώ + -ία Koine-Griechisch αὐτοδικέω / αὐτοδικῶ altgriechisch αὐτός + δίκη


τεχνίτης

τεχνίτης altgriechisch τεχνίτης τέχνη + -ίτης


μασχάλη

μασχάλη altgriechisch μασχάλη


κλωνάρι

κλωνάρι mittelgriechisch κλωνάρι(ν) Koine-Griechisch κλωνάριον, υποκοριστικό του altgriechisch κλών


διπλωμάτης

διπλωμάτης (entlehnt aus) französisch diplomate diplomatique lateinisch diploma + -ique altgriechisch δίπλωμα διπλόω / διπλῶ διπλόος / διπλοῦς δύο proto-griechisch *dúwō proto-indogermanisch *dwóh₁ (δύο)


οστεΐνη

οστεΐνη von επίθετο στην altgriechisch ὀστέϊνος, ὀστεΐνη, ὀστέϊνον οστε- (διαγλωσσικοί όροι oste(o)- + -ίνη (-ine).[1] siehe auchν englisch ostein, ossein τη französisch osséine από τα λατινικά)


ξενοφοβία

ξενοφοβία (entlehnt aus) französisch xénophobie altgriechisch ξένος + φόβος


άρκος

άρκος altgriechisch ἄρκτος


αγρός

αγρός von altgriechisch ἀγρός, η οποία μπορεί να προέρχεται von ρήμα ἄγω (: οδηγώ), με την έννοια ότι οδηγούσαν τα ποίμνια στους ἀγρούς, δηλαδή στα χωράφια που δεν καλλιεργούνταν για κάποιο διάστημα ή από τη Λατινική ager (γεν.agri)


πρόλοβος

πρόλοβος (λόγιο) altgriechisch πρόλοβος πρό- + λοβός indoeuropäisch (Wurzel) *leh₂b- (κρεμώ χαλαρά)


πηλός

πηλός altgriechisch πηλός


εκδημία

εκδημία Koine-Griechisch ἐκδημία (παρόμοια σημασία) altgriechisch ἐκδημία


δραπέτης

δραπέτης altgriechisch


διδάσκαλος

διδάσκαλος (λόγιο) altgriechisch διδάσκαλος. siehe auch δάσκαλος


ατέλεια

ατέλεια altgriechisch ἀτέλεια ἀτελής ἀ- στερητικό + τέλος


ανθρωπιστής

ανθρωπιστής ἀνθρωπιστής altgriechisch ἀνθρωπίζω


ακινησία

ακινησία altgriechisch ἀκινησία ἀκίνητος.


νοιάζομαι

νοιάζομαι mittelgriechisch εννοιάζομαι altgriechisch ἔννοια + -άζομαι ἐν + νόος / νοῦς


μονόφθαλμος

μονόφθαλμος altgriechisch μονόφθαλμος μον- + ὀφθαλμός


μακρός

μακρός altgriechisch


κύτος

κύτος altgriechisch κύτος


κλάξον

κλάξον englisch klaxon λέξη που δημιουργήθηκε von εφευρέτη τη της, στις αρχές του 20ου αιώνα, von altgriechisch λέξη κλάζω


επικαλούμαι

επικαλούμαι altgriechisch ἐπικαλοῦμαι


ελατήριο

ελατήριο altgriechisch ἐλατήριον (η έννοια ως εξάρτημα, προέρχεται von μεταφορά της englisch λέξης spring)


βαλλίστρα

βαλλίστρα (αντιδάνειο) mittelgriechisch βαλλίστρα lateinisch ballista altgriechisch βάλλω


αποφοίτηση

αποφοίτηση Koine-Griechisch ἀποφοίτησις altgriechisch ἀποφοιτῶ ἀπό + φοιτῶ


παλλάδιο

παλλάδιο (entlehnt aus) neulateinisch palladium altgriechisch παλλάδιον, υποκοριστικό του Παλλάς (επίθετο της θεάς Αθηνάς)


θόλωμα

θόλωμα mittelgriechisch θόλωμα θολώνω + -μα altgriechisch θολόω / θολῶ θολός


δοκιμαστής

δοκιμαστής altgriechisch


αυτολεξεί

αυτολεξεί Koine-Griechisch αὐτολεξεί αὐτός + altgriechisch λέξις λέγω


αστοχία

αστοχία Koine-Griechisch ἀστοχία ἀ- + altgriechisch στόχος + -ία


αγκάλιασμα

αγκάλιασμα αγκαλιάζω αγκαλιά altgriechisch ἀγκάλη


υπήκοος

υπήκοος (λόγιο) altgriechisch ὑπήκοος υπ- ὑπό + ἀκοή


ροδώνας

ροδώνας Koine-Griechisch ῥοδών altgriechisch ῥόδον indoeuropäisch (Wurzel) *wr̥dʰo


πανδαισία

πανδαισία altgriechisch πανδαισία παν- + δαίς δαίω


ασπασμός

ασπασμός altgriechisch ἀσπασμός


αναμάρτητος

αναμάρτητος altgriechisch επίθετο ἀναμάρτητος


αθυμία

αθυμία altgriechisch ἀθυμία


χειροτονία

χειροτονία altgriechisch χειροτονία χειροτονέω / χειροτονῶ χείρ + τείνω


θεοκρατία

θεοκρατία Koine-Griechisch θεοκρατία altgriechisch θεός + κρατέω / κρατῶ


εντωμεταξύ

εντωμεταξύ altgriechisch ἐν τῷ μεταξύ (χρόνῳ)


σπινθήρας

σπινθήρας altgriechisch σπινθήρ


νυστέρι

νυστέρι altgriechisch νυστήριον νύσσω


λήκυθος

λήκυθος (λόγιο) altgriechisch λήκυθος


εισπράττω

εισπράττω altgriechisch εἰσπράττω εις + πράττω


αρακάς

αρακάς altgriechisch ἄρακος


πορεύομαι

πορεύομαι altgriechisch πορεύω


οικτρός

οικτρός altgriechisch οἰκτρός


κρεμάστρα

κρεμάστρα κληρονομημένη von Koine-Griechisch κρεμάστρα altgriechisch κρεμάθρα.[1] Συγχρονικά αναλύεται σε (κρεμώ) κρεμασ- + -τρα



Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback