Unser Wörterbuch



Mit dem Online-Wörterbuch von Greeklex.net findest du ganz einfach Übersetzung vom Griechischen ins Deutsche. Unsere Datenbank umfasst derzeit 84000 griechische Wörter und über 25000 Griechisch Deutsch Übersetzungen. Dazu findest du zu jedem Wort weiterführende Informationen wie Beispielsätze, Synonyme und grammatikalische Hinweise. Benutzer können unser Wörterbuch jederzeit auch mit eigenen Einträgen ergänzen. Dank der schnellen und einfachen Suche, eignet sich das Wörterbuch besonders für unterwegs oder für den Urlaub. Unser Griechisch Deutsch Wörterbuch ist besonders geeignet für Griechisch-Anfänger und Griechisch-Lernende, da es eine Suche nach griechischen Wörtern auch ohne orthographische Kenntnisse ermöglicht. Unser Wörterbuch wird regelmäßig erweitern und überarbeitet.

Sortieren nach

  Alphabetisch    Relevanz    Neuste

Filtern nach Etymologie

Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.

   Altgriechisch    Mittelgriechisch    Koine-Griechisch    Katharevousa-Griechisch    Lateinisch    Spanisch    Deutsch    Türkisch    Italienisch    Norwegisch    Arabisch    Albanisch    Sanskritisch    Ägyptisch    Persisch    Japanisch



στυπόχαρτο

στυπόχαρτο στουπόχαρτο στουπί + -ο- + χαρτί + -ο


στυλώνω

στυλώνω mittelgriechisch στυλώνω Koine-Griechisch στυλόω / στυλῶ altgriechisch στῦλος


στύλωμα

στύλωμα Etymologie fehlt


στύλος

1, 2, 4 στύλος altgriechisch στῦλος indoeuropäisch (Wurzel) *sth₂-u-lo- «πάσσαλος, στύλος» *steh₂- «στέκομαι».[1]


στυλοβάτης

στυλοβάτης altgriechisch στυλοβάτης στῦλος + βαίνω. Συγχρονικά αναλύεται σε στύλος + -βάτης.


στυγνότητα

στυγνότητα Etymologie fehlt


στυγερότητα

στυγερότητα Etymologie fehlt


στύβω

στύβω altgriechisch στείβω (πατώ). Η γραφή με υ > προέκυψε από παρετυμολογία προς το αρχαίο στύφω (σουφρώνω τα χείλη από στυφή γεύση).[1] Είναι πιο συνηθισμένη von ετυμολογικά συνεπή στείβω.


στρώσιμο

στρώσιμο Etymologie fehlt


στρωσίδι

στρωσίδι mittelgriechisch στρωσίδιον υποκοριστικό του στρῶσις + -ίδιον


στρώση

στρώση altgriechisch στρῶσις στρώννυμι


στρώνω

στρώνω mittelgriechisch στρώνω Koine-Griechisch στρωννύω altgriechisch στρώννυμι


στρωμνή

στρωμνή Etymologie fehlt


στρωματσάδα

στρωματσάδα Etymologie fehlt


στρωματογραφία

στρωματογραφία Etymologie fehlt


στρωματέξ

στρωματέξ στρώμα + -έξ


στρώμα

στρώμα altgriechisch στρῶμα στρώννυμι


στρύχνος

στρύχνος altgriechisch στρύχνος


στρυχνίνη

στρυχνίνη (entlehnt aus) französisch strychnine altgriechisch στρύχνος Wort verwendet ab 1842


στρυφνότητα

στρυφνότητα Etymologie fehlt


στροφόμετρο

στροφόμετρο Etymologie fehlt


στροφοδινούμαι

στροφοδινούμαι Etymologie fehlt


στροφοδίνη

στροφοδίνη Etymologie fehlt


στρόφιγγα

στρόφιγγα altgriechisch στρόφιγξ στρέφω


στροφή

στροφή altgriechisch στροφή


στροφέας

στροφέας Koine-Griechisch στροφεύς altgriechisch στρέφω (3,4: (Lehnbedeutung) französisch pivot)


στρόφαλος

στρόφαλος (λόγιο) Koine-Griechisch στρόφαλος (σβούρα με σπάγγους για μαγικές τελετές) [1] στρέφω


στρουκτουραλισμός

στρουκτουραλισμός französisch structuralisme lateinisch structura struo + -tura proto-italienisch *strowō proto-indogermanisch *strew- *sterh₃- (διασπείρω)


στρουθοκάμηλος

στρουθοκάμηλος Koine-Griechisch στρουθοκάμηλος (αρσενικό ή θηλυκό)


στρουθοκαμηλίζω

στρουθοκαμηλίζω Etymologie fehlt


στρουθιόμορφα


στρουθίο

στρουθίο Etymologie fehlt


στρουθί

στρουθί Etymologie fehlt


στρούγκα

στρούγκα aromunisch strunga albanisch shtrungë πρωτοalbanisch *strungā indoeuropäisch (Wurzel) *sterh3- (εξαπλώνω, διασκορπίζω), συγγενές με το (ρουμανικά) strungă.


στρόντιο

στρόντιο neulateinisch strontium Strontian (ένα χωριό στη Σκοτία, όπου και ανακαλύφθηκε)


στρόμβος

στρόμβος Etymologie fehlt


στρογγυλότητα

στρογγυλότητα Etymologie fehlt


στρογγυλοκάθομαι

στρογγυλοκάθομαι κάθομαι και στρογγυλά (ίσως von συνήθεια επί Τουρκοκρατίας να κάθονται όλοι κάτω, σε κύκλο, γύρω von φαγητό που σερβιριζόταν στο κέντρο)


στρογγυλεύω

στρογγυλεύω Etymologie fehlt


στρογγύλεμα

στρογγύλεμα Etymologie fehlt


στρογγυλαίνω

στρογγυλαίνω Etymologie fehlt


στρογγυλάδα

στρογγυλάδα Etymologie fehlt


στροβοσκόπιο

στροβοσκόπιο Etymologie fehlt


στροβοσκοπία

στροβοσκοπία Etymologie fehlt


στρόβιλος

στρόβιλος για τη μετεωρολογία και φυσική (λόγιο) Koine-Griechisch στρόβιλος altgriechisch στρόβος στρέφω


στροβιλοαντιδραστήρας

στροβιλοαντιδραστήρας στρόβιλος + -ο- + αντιδραστήρας ((Lehnübersetzung) englisch turbojet)


στροβιλισμός

στροβιλισμός στροβιλίζω + -μός


στροβίλισμα

στροβίλισμα στροβιλίζω + -μα


στροβιλίζω

στροβιλίζω Koine-Griechisch στροβιλίζω


στρίψιμο

στρίψιμο στρίβω (αόριστος: έστριψα) + -μο


στριφογύρισμα

στριφογύρισμα Etymologie fehlt


στριφογυρίζω

στριφογυρίζω Etymologie fehlt


στριπτιζέζ

στριπτιζέζ französisch stripteaseuse


στριπτιζάδικο

στριπτιζάδικο στριπτίζ + -άδικο


στρίποδο

στρίποδο Etymologie fehlt


στριμώχνω

στριμώχνω mittelgriechisch στρυμώνω στρύμοξ


στριμωξίδι

στριμωξίδι στριμώχνω


στρίμωγμα

στρίμωγμα στριμώχνω


στρίγκλισμα

στρίγκλισμα στριγκλίζω + -μα


στριγκλίζω

στριγκλίζω mittelgriechisch στριγγίζω Koine-Griechisch στρίξ


στριγκλιάζω

στριγκλιάζω στριγκλιά + -άζω


στριγκλιά

στριγκλιά mittelgriechisch στριγγιά Koine-Griechisch στρίξ (με παρετυμολόγηση από τη λέξη στρίγκλα[1]


στρίγκλα

στρίγκλα mittelgriechisch στρίγκλα / στρίγλα lateinisch striga strix Koine-Griechisch στρίξ (αντιδάνειο)


στρίβω

στρίβω altgriechisch στρέφω


στρεψοδικία

στρεψοδικία στρεψόδικος


στρέψη

στρέψη στρέφω


στρέφω

στρέφω altgriechisch στρέφω proto-indogermanisch *strebʰ-


στρεσάρω

στρεσάρω Etymologie fehlt


στρεσάρισμα

στρεσάρισμα Etymologie fehlt


στρεπτομυκίνη

στρεπτομυκίνη streptomycine streptomyces + -ine στρεπτός και μύκητας και -ίνη


στρεπτόκοκκος

στρεπτόκοκκος (entlehnt aus) französisch streptocoque altgriechisch στρεπτός + κόκκος


στρεπτοκοκκίαση

στρεπτοκοκκίαση Etymologie fehlt


στρέξιμο

στρέξιμο Etymologie fehlt


στρέμμα

στρέμμα Koine-Griechisch στρέμμα altgriechisch στρέφω proto-indogermanisch *strebʰ-


στρείδι

στρείδι Koine-Griechisch *ὀστρείδιον, υποκοριστικό του ὄστρειον altgriechisch ὄστρειον / ὄστρεον


στρέγω

στρέγω Etymologie fehlt


στρέβλωση

στρέβλωση στρεβλώνω + -ση


στρεβλότητα

στρεβλότητα Etymologie fehlt


στράφι

στράφι türkisch israf (σπατάλη) arabisch إسراف (isrāf, άσωτος)


στρατώνας

στρατώνας αρχαίο στρατών στρατός.


στρατσόχαρτο

στρατσόχαρτο Etymologie fehlt


στράτσο

στράτσο Etymologie fehlt


στρατούλα

στρατούλα υποκοριστικό του στράτα


στρατόσφαιρα

στρατόσφαιρα Etymologie fehlt


στρατός

στρατός altgriechisch στρατός proto-indogermanisch *stratos *sterh₃- (αναπτύσσω, (επ)εκτείνω)


στρατόπεδο

στρατόπεδο altgriechisch στρατόπεδον στρατός + πέδον


στρατοπεδεύω

στρατοπεδεύω Etymologie fehlt


στρατοπέδευση

στρατοπέδευση αρχ. στρατοπέδευσις στρατοπεδευ (στρατοπεδεύω) -ση


στρατοπεδάρχης

στρατοπεδάρχης (λόγιο) Koine-Griechisch στρατοπεδάρχης.[1] Συγχρονικά αναλύεται σε στρατόπεδ(ο) + -άρχης ( άρχω)


στρατονόμος

στρατονόμος στρατός + -νόμος ( altgriechisch νέμω)


στρατολογώ

στρατολογώ στρατός + -λογώ (=κατατάσσω)


στρατολόγος

στρατολόγος στρατολογία


στρατολογία

στρατολογία στρατός + λέγω (=κατατάσσω) + κατάλ. -ία


στρατολόγηση

στρατολόγηση στρατολογώ + -ση


στρατοκρατούμαι

στρατοκρατούμαι Etymologie fehlt


στρατοκρατία

στρατοκρατία στρατοκρατούμαι altgriechisch στρατός + κρατῶ


στρατοκράτης

στρατοκράτης Etymologie fehlt


στρατοκόπος

στρατοκόπος mittelgriechisch στρατοκόπος. Συγχρονικά αναλύεται σε στρατο- + -κόπος


στρατοδίκης

στρατοδίκης στρατός + δίκη


στρατοδικείο

στρατοδικείο στρατός + -δικείο, (Lehnübersetzung) französisch tribunal militaire



Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback