Mit dem Online-Wörterbuch von Greeklex.net findest du ganz einfach Übersetzung vom Griechischen ins Deutsche. Unsere Datenbank umfasst derzeit 84000 griechische Wörter und über 25000 Griechisch Deutsch Übersetzungen. Dazu findest du zu jedem Wort weiterführende Informationen wie Beispielsätze, Synonyme und grammatikalische Hinweise. Benutzer können unser Wörterbuch jederzeit auch mit eigenen Einträgen ergänzen. Dank der schnellen und einfachen Suche, eignet sich das Wörterbuch besonders für unterwegs oder für den Urlaub. Unser Griechisch Deutsch Wörterbuch ist besonders geeignet für Griechisch-Anfänger und Griechisch-Lernende, da es eine Suche nach griechischen Wörtern auch ohne orthographische Kenntnisse ermöglicht. Unser Wörterbuch wird regelmäßig erweitern und überarbeitet.
Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.
Altgriechisch Mittelgriechisch Koine-Griechisch Katharevousa-Griechisch Lateinisch Spanisch Deutsch Türkisch Italienisch Norwegisch Arabisch Albanisch Sanskritisch Ägyptisch Persisch Japanischαστοχία Koine-Griechisch ἀστοχία ἀ- + altgriechisch στόχος + -ία
αστοχώ Koine-Griechisch ἀστοχέω / ἀστοχῶ
αστράβη altgriechisch ἀστράβη
αστραγαλιά αστράγαλος + -ιά
αστράγαλος altgriechisch ἀστράγαλος
αστράκι υποκοριστικό του άστρο
αστρακιά mittelgriechisch αστρακιά altgriechisch ὄστρακον + -ία
άστραμμα αστράπτω
αστραπή altgriechisch ἀστραπή
αστραπηδόν Koine-Griechisch ἀστραπηδόν
αστραπιαία αστραπιαίος + -α
αστραποβολώ Etymologie fehlt
αστραποβρόντι αστραπόβροντο + -ι
αστραφτερός → siehe: αστράφτω
αστράφτω mittelgriechisch ἀστράφτω altgriechisch ἀστράπτω
αστράχα αλλαγή από «ε» σε «α» του αστρέχα
αστρέχα α- (προτακτικό) + slawisch стреха πρωτοslawisch *strěxa(Χρειάζεται τεκμηρίωση…)
αστρί Etymologie fehlt
άστριος altgriechisch ἄστριος
αστρίτης άστρ(ο) + -ίτης
άστρο altgriechisch ἄστρον. Η σημασία "μοίρα" από τα μεσαιωνικά χρόνια. Για το γεωμετρικό σχήμα και έμβλημα, Lehnbedeutung από τη französisch étoile.[1] Για τον «πόλεμο των άστρων», Lehnbedeutung von englisch star.[2]
αστροβιολογία πρόθημα αστρο- + βιολογία ( (entlehnt aus) ρωσική астробиология [1953], μέσω της englisch γλώσσας )
αστρολάβος Etymologie fehlt
αστρολογία Koine-Griechisch ἀστρολογία (ίδια σημασία) altgriechisch ἀστρολογία (αστρονομία)
αστρολόγος Etymologie fehlt
αστρομαντεία αστρο- + -μαντεία
αστροναύτης (entlehnt aus) französisch astronaute altgriechisch ἄστρον + ναύτης ( ναῦς)
αστροναυτική (entlehnt aus) französisch astronautique altgriechisch ἄστρον + ναύτης ( ναῦς)
αστρονομία άστρο + -νομία ( νέμω)
το νέο ημερολόγιο είναι αστρονομικά ακριβέστερο
αστρονόμος altgriechisch ἀστρονόμος ἄστρον + νέμω. Συγχρονικά αναλύεται σε αστρο- + -νόμος
αστροπελέκι mittelgriechisch ἀστροπελέκι ἀστραπή + πελέκι πέλεκυς
αστροφεγγιά αστρο- + -φεγγιά
αστροφυσική αστρο- + φυσική
αστροφυσικός Etymologie fehlt
άστυ altgriechisch ἄστυ
αστυκτηνίατρος άστυ + κτηνίατρος
αστυνόμευση αστυνομεύω
αστυνομεύω αστυνόμος + -εύω
αστυνομία altgriechisch ἀστυνομία ἀστυνόμος ἄστυ + νέμω
αστυνομικίνα αστυνομικός + κατάληξη θηλυκού -ίνα
αστυνομικογράφος αστυνομικός + -ο- + -γράφος
αστυνομικός altgriechisch ἀστυνομικός
αστυνόμισσα αστυνόμος + κατάληξη θηλυκού -ισσα
αστυνομοκρατία αστυνομοκρατούμαι αστυνόμος+κρατούμαι
αστυνομοκρατούμαι αστυνόμος+κρατούμαι
αστυνόμος altgriechisch ἀστυνόμος ἄστυ + νέμω
Αστυπαλιώτης Αστυπαλ(αια) + -ιώτης
αστυσία Koine-Griechisch ἀστυσία
αστυφιλία άστυ + -φιλία
άστυφτος α- + στυπ- (στύβω) + -τος με τροπή [pt] > [ft][1]
αστυφύλακας άστυ + φύλακας (Katharevousa ἀστυφύλαξ)
ασυγκινησία α- + συγκίνηση + -ία
ασυγκίνητα ασυγκίνητος + -α Koine-Griechisch ἀσυγκίνητος altgriechisch συγκινέω / συγκινῶ σύν + κινέω / κινῶ
ασυγκίνητος Koine-Griechisch ἀσυγκίνητος altgriechisch συγκινέω / συγκινῶ σύν + κινέω / κινῶ
ασυγκράτητος α στερητ.+συγκρατώ
ασύγκριτος Koine-Griechisch ἀσύγκριτος
ασυγυρισιά Etymologie fehlt
ασύγχρονα ασύγχρονος + -α
ασύγχρονος α- + σύγχρονος
ασυγχώρητος α- στερητικό + συγχωρώ + κατάληξη ρηματικών επιθέτων -τος
ασυδοσία ασύδοτος mittelgriechisch *ασύνδοτος (=αυτός που έχει απαλλαγεί από τη φορολογία) ἀ- + Koine-Griechisch συνδίδωμι σύν + altgriechisch δίδωμι
ασύδοτα ασύδοτος + -α
ασύδοτος α- + συν + δοτός (δίδωμι). Λέξη που πλάσθηκε von Αδαμάντιο Κοραή το 1805 (Κουμανούδης Στέφανος, Συναγωγή νέων λέξεων υπό των λογίων πλασθεισών, τ.Α, σελ. 170)
ασυζήτητα ασυζήτητος + -α
ασυζητητί ασυζήτητος + -ί α- + συζητώ
ασυλία altgriechisch ἀσυλία
ασύλληπτα ασύλληπτος + -α
ασυλλογισιά ασυλλόγιστος
ασυλλόγιστα ασυλλόγιστος + -α
ασυλλόγιστος Etymologie fehlt
άσυλο altgriechisch ἄσυλον ἀ- στερητικό + συλάω-ῶ
ασυμβατότητα ασύμβατος
ασυμβίβαστα ασυμβίβαστος + -α
ασυμβίβαστο substantiviertes Neutrum des Adjektivs: ασυμβίβαστος
ασυμβίβαστος mittelgriechisch ασυμβίβαστος altgriechisch συμβιβάζω
ασυμβούλευτος α στερητ.+συμβουλεύω
ασυμμάζευτος α- + συμμαζεύω + -τος
ασυμμάζωχτος α- + συμμαζώνω + -τος
ασύμμετρα ασύμμετρος α- στερητικό + συν + μέτρο
ασυμμετρία altgriechisch ἀσυμμετρία ἀσύμμετρος
ασυμπάθεια α- + συμπάθεια
ασυμπαθής Koine-Griechisch ἀσυμπαθής
ασυμπάθητα ασυμπάθητος + -α
ασυμπάθητος Koine-Griechisch ἀσυμπάθητος συμπαθέω
ασυμπαθώς Koine-Griechisch ἀσυμπαθῶς ἀσυμπαθής altgriechisch συμπαθής
ασυμπονιά α- + συμπόνια + -ιά
ασύμφορος altgriechisch ἀσύμφορος και ἀξύμφορος α στερητικό και συμφέρω
ασυμφωνία altgriechisch ἀσυμφωνία
ασύμφωνος Etymologie fehlt
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.