Unser Wörterbuch



Mit dem Online-Wörterbuch von Greeklex.net findest du ganz einfach Übersetzung vom Griechischen ins Deutsche. Unsere Datenbank umfasst derzeit 84000 griechische Wörter und über 25000 Griechisch Deutsch Übersetzungen. Dazu findest du zu jedem Wort weiterführende Informationen wie Beispielsätze, Synonyme und grammatikalische Hinweise. Benutzer können unser Wörterbuch jederzeit auch mit eigenen Einträgen ergänzen. Dank der schnellen und einfachen Suche, eignet sich das Wörterbuch besonders für unterwegs oder für den Urlaub. Unser Griechisch Deutsch Wörterbuch ist besonders geeignet für Griechisch-Anfänger und Griechisch-Lernende, da es eine Suche nach griechischen Wörtern auch ohne orthographische Kenntnisse ermöglicht. Unser Wörterbuch wird regelmäßig erweitern und überarbeitet.

Sortieren nach

  Alphabetisch    Relevanz    Neuste

Filtern nach Etymologie

Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.

   Altgriechisch    Mittelgriechisch    Koine-Griechisch    Katharevousa-Griechisch    Lateinisch    Spanisch    Deutsch    Türkisch    Italienisch    Norwegisch    Arabisch    Albanisch    Sanskritisch    Ägyptisch    Persisch    Japanisch



μεσογονάτιο

μεσογονάτιο Etymologie fehlt


μεσοδόκι

μεσοδόκι Etymologie fehlt


μεσόθυρο

μεσόθυρο Etymologie fehlt


μεσοκαιρίτης

μεσοκαιρίτης Etymologie fehlt


μεσοκαλόκαιρο

μεσοκαλόκαιρο Etymologie fehlt


μεσοκάρπιο

μεσοκάρπιο Etymologie fehlt


μεσολαβή

μεσολαβή Etymologie fehlt


μεσολάβηση

μεσολάβηση μεσολαβώ


μεσολαβητής

μεσολαβητής μεσολαβ(ώ) + -ητής


μεσολαβώ

μεσολαβώ spätgriechisch μεσολαβέω-ῶ μεσο- + -λαβῶ ( ἒ-λαβ-ον, αόριστος του λαμβάνω)


μέσον

μέσον altgriechisch μέσον, Maskulinum von μέσος


μεσονύκτιο

μεσονύκτιο altgriechisch μεσονύκτιον μέσος + νύξ


μεσονύχτι

μεσονύχτι altgriechisch μεσονύκτιον μέσος + νύξ


μεσοπόλεμος

μεσοπόλεμος μέσος + πόλεμος


μεσόπορτα

μεσόπορτα Etymologie fehlt


μεσοσαράκοστο

μεσοσαράκοστο μέσος + -ο- + Σαρακοστή + -ο


μεσοστρατίς

μεσοστρατίς Etymologie fehlt


μεσότητα

μεσότητα altgriechisch μεσότης > μέσος


μεσοτοιχία

μεσοτοιχία μεσότοιχος + -ία μεσο- + τοίχος + -ία


μεσότοιχος

μεσότοιχος Koine-Griechisch μεσότοιχος altgriechisch μέσος + τοῖχος


μεσούρανα


μεσουράνημα

μεσουράνημα altgriechisch μεσουρανῶ μεσ- + ουρανός


μεσουράνηση

μεσουράνηση Etymologie fehlt


μεσουρανίς

μεσουρανίς Etymologie fehlt


μεσουρανώ

μεσουρανώ (λόγιο) altgriechisch μεσουρανέω / μεσουρανῶ[1] μέσος + οὐρανός


μεσοφόρι

μεσοφόρι Etymologie fehlt


μεσόφρυδο

μεσόφρυδο Koine-Griechisch μεσόφρυον altgriechisch μέσος + ὀφρῦς


μεσόφωνος

μεσόφωνος Etymologie fehlt


μεσοχείμωνο

μεσοχείμωνο Etymologie fehlt


μεσοχρονίς

μεσοχρονίς Etymologie fehlt


μεσοχώρι

μεσοχώρι Etymologie fehlt


μεστός

μεστός altgriechisch μεστός


μέστωμα

μέστωμα μεστώνω + -μα


μεστώνω

μεστώνω altgriechisch μεστόω / μεστῶ μεστός


μετά

μετά altgriechisch μετά


μεταβαίνω

μεταβαίνω altgriechisch μεταβαίνω μετά + βαίνω proto-indogermanisch *gʷem-


μεταβάλλω

μεταβάλλω altgriechisch μεταβάλλω μετά + βάλλω


μετάβαση

μετάβαση altgriechisch μετάβασις μεταβαίνω μετά + βαίνω


μεταβατικότητα

μεταβατικότητα μεταβατικός + -ότητα


μεταβιβάζω

μεταβιβάζω Etymologie fehlt


μεταβίβαση

μεταβίβαση altgriechisch μεταβίβασις


μεταβλητότητα

μεταβλητότητα μεταβλητός + -ότητα


μεταβολή

μεταβολή altgriechisch μεταβολή


μεταβολισμός

μεταβολισμός μεταβάλλω + -ισμός


μετάγγιση

μετάγγιση μεταγγίζω + -ση


μεταγενέστερος

μεταγενέστερος συγκριτικός βαθμός του ελληνιστικού επιθέτου μεταγενής


μεταγλώσσα

μεταγλώσσα μετα- + γλώσσα


μεταγλωττίζω

μεταγλωττίζω mittelgriechisch μεταγλωττίζω μετά + altgriechisch γλῶττα + -ίζω


μεταγλώττιση

μεταγλώττιση μετά + γλώττισις > γλωττίζω (ρ. μετ.)


μεταγλωττιστής

μεταγλωττιστής μεταγλωττίζω + -τής


μεταγραφή

μεταγραφή (λόγιο) Koine-Griechisch μεταγραφή altgriechisch μεταγράφω. Συγχρονικά αναλύεται σε μετα- + γραφή (γράφω). Και Lehnbedeutung από τη französisch transcription[1].


μεταγράφω

μεταγράφω altgriechisch μεταγράφω μετά + γράφω ((Lehnbedeutung) französisch transcrire)


μετάγω

μετάγω altgriechisch μετάγω


μεταγωγή

μεταγωγή Koine-Griechisch μεταγωγή. Συγχρονικά αναλύεται σε μετ- + αγωγή.


μεταδίδω

μεταδίδω mittelgriechisch μεταδίδω altgriechisch μεταδίδωμι μετά + δίδωμι


μετάδοση

μετάδοση Koine-Griechisch μετάδοσις (παρόμοια σημασία) altgriechisch μετάδοσις μεταδίδωμι μετά + δίδωμι


μεταδοτικός

μεταδοτικός μεταδίδω


μεταδοτικότητα

μεταδοτικότητα Katharevousa μεταδοτικότης μεταδοτικός + -ότης / -ότητα


μετάζωα

μετάζωα Etymologie fehlt


μετάθεση

μετάθεση μετά και θέτω


μεταθέτω

μεταθέτω altgriechisch μετατίθημι


μετακαλώ

μετακαλώ altgriechisch μετακαλέω / μετακαλῶ μετά + καλέω / καλῶ


μετακάρπιο

μετακάρπιο Etymologie fehlt


μετακίνηση

μετακίνηση Etymologie fehlt


μετακινώ

μετακινώ (λόγιο) altgriechisch μετακινῶ, συνηρημένου τύπου του μετακινέω.[1] Συγχρονικά αναλύεται σε μετα- + κινώ


μετακιόνιο

μετακιόνιο Etymologie fehlt


μετάκληση

μετάκληση Koine-Griechisch μετάκλησις altgriechisch μετακαλέω / μετακαλῶ μετά + καλέω / καλῶ


μετακομιδή

μετακομιδή Etymologie fehlt


μετακομίζω

μετακομίζω altgriechisch μετακομίζω μετά + κομίζω


μετακόμιση

μετακόμιση Etymologie fehlt


μεταλαβαίνω

μεταλαβαίνω mittelgriechisch μεταλαβαίνω altgriechisch μεταλαμβάνω μετά + λαμβάνω


μεταλαβιά

μεταλαβιά μεταλαβαίνω + -ιά


μεταλαμβάνω

μεταλαμβάνω Koine-Griechisch μεταλαμβάνω (παρόμοια σημασία) altgriechisch μεταλαμβάνω μετά + λαμβάνω


μεταλαμπαδεύω

μεταλαμπαδεύω (λόγιο) Koine-Griechisch μεταλαμπαδεύω (δίνω τον πυρσό μου σε άλλον)[1]


μετάληψη

μετάληψη Koine-Griechisch μετάληψις (παρόμοια σημασία) altgriechisch μετάληψις μεταλαμβάνω λαμβάνω


μετάληψις


μεταλλαγή

μεταλλαγή Etymologie fehlt


μεταλλάκτης

μεταλλάκτης Etymologie fehlt


μετάλλαξη

μετάλλαξη (Lehnübersetzung) englisch transmutation (ή από τα γαλλικά) altgriechisch μετάλλαξις (ανταλλαγή) [1]


μεταλλάσσω

μεταλλάσσω altgriechisch μεταλλάσσω


μεταλλείο

μεταλλείο altgriechisch μεταλλεῖον μέταλλον


μεταλλειολογία

μεταλλειολογία Etymologie fehlt


μεταλλειολόγος

μεταλλειολόγος Etymologie fehlt


μετάλλευμα

μετάλλευμα Etymologie fehlt


μεταλλεύω

μεταλλεύω Etymologie fehlt


μετάλλιο

μετάλλιο italienisch medaglia lateinisch medialia, Maskulinum von medialis, στην ονομαστική, την αιτιατική και την κλητική του πληθυντικού medius proto-italienisch *meðios indoeuropäisch (Wurzel) *médʰyos ‎(μέσος) *me-dʰi- ‎(με, ανάμεσα) *me (με παρετυμολογική επίδραση από τη λέξη μέταλλο)


μέταλλο

μέταλλο altgriechisch μέταλλον


μεταλλοβιομηχανία

μεταλλοβιομηχανία μέταλλο + βιομηχανία


μεταλλογνωσία


μεταλλογραφία

μεταλλογραφία Etymologie fehlt


μέταλλον

ἁλὸς μέταλλον = ορυχείο αλατιού (Ηρόδοτος, 4.185)


μεταλλουργία

μεταλλουργία μέταλλο + -ουργία έργο


μεταλλουργός

μεταλλουργός μέταλλον + -ουργός (με συναίρεση von ἔργον)


μεταλλωρυχείο

μεταλλωρυχείο μεταλλωρύχος + -είο


μεταλλωρύχος

μεταλλωρύχος Koine-Griechisch μεταλλωρύχος altgriechisch μέταλλον + ὀρύττω (το ω (μεταλλωρύχος) εξηγείται με τον αρχαιοελληνικό φωνητικό νόμο της συνθετικής έκτασης)


μεταμέλεια

μεταμέλεια altgriechisch μεταμέλεια μεταμέλομαι μετά + μέλω


μεταμελούμαι

μεταμελούμαι altgriechisch μεταμελοῦμαι μετά + μέλω


μεταμοντερνισμός

μεταμοντερνισμός μεταμοντέρνος + -ισμός ((Lehnübersetzung) (αγγλικά) postmodernism)


μεταμορφώνω

μεταμορφώνω spätgriechisch μετά + μορφώνω


μεταμόρφωση

μεταμόρφωση altgriechisch μεταμόρφωσις



Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback