Griechische Wörter mit altgriechischer Etymologie

Sortieren nach

  Alphabetisch    Relevanz    Neuste

Filtern nach Etymologie

Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.

   Altgriechisch    Mittelgriechisch    Koine-Griechisch    Katharevousa-Griechisch    Lateinisch    Spanisch    Deutsch    Türkisch    Italienisch    Norwegisch    Arabisch    Albanisch    Sanskritisch    Ägyptisch    Persisch    Japanisch



διαμάχη

διαμάχη altgriechisch διαμάχη διαμάχομαι


διαμελίζω

διαμελίζω Koine-Griechisch διαμελίζω διά + μελίζω altgriechisch μέλος proto-indogermanisch *mel- (μέλος, άκρο του σώματος)


διαμελισμός

διαμελισμός Koine-Griechisch διαμελισμός διαμελίζω διά + μελίζω altgriechisch μέλος


διαμένω

διαμένω altgriechisch διαμένω διά + μένω ((Lehnbedeutung) französisch résider)


διαμερίζω

διαμερίζω altgriechisch διαμερίζω διά + μερίζω μέρος proto-indogermanisch *(s)mer- (μοιράζω, παραχωρώ, αναθέτω)


διαμέσου

διαμέσου mittelgriechisch διαμέσου (altgriechisch διάμεσον) διά & μέσου


διαμέτρημα

διαμέτρημα altgriechisch διαμετρέω / διαμετρῶ + -μα διά + μετρέω / μετρῶ μέτρον proto-indogermanisch *meh₁- (μετρώ) ((Lehnübersetzung) französisch calibre)


διάμετρος

διάμετρος altgriechisch διάμετρος διά + μέτρον proto-indogermanisch *meh₁- (μετρώ)


διαμετρώ

διαμετρώ altgriechisch διαμετρέω


διαμοιράζω

διαμοιράζω Koine-Griechisch διαμοιράζω διά + μοιράζω altgriechisch μοιράω / μοιρῶ μοῖρα μείρομαι proto-indogermanisch *(s)mer- (μοιράζω, παραχωρώ, αναθέτω)


διαμονή

διαμονή altgriechisch διαμονή διαμένω διά + μένω ((Lehnbedeutung) französisch résidence)


διαμονητήριο

διαμονητήριο substantiviertes Neutrum des Adjektivs: διαμονητήριος διαμονή + -τήριος altgriechisch διαμονή διαμένω διά + μένω


διαμορφώνω

διαμορφώνω Koine-Griechisch διαμορφόω / διαμορφῶ διά + μορφόω / μορφῶ altgriechisch μορφή


διαμφισβητώ

διαμφισβητώ altgriechisch διαμφισβητέω / διαμφισβητῶ


διανέμω

διανέμω altgriechisch διανέμω διά + νέμω


διανθίζω

διανθίζω (λόγιο) Koine-Griechisch διανθίζω[1] altgriechisch ἀνθίζω ἄνθος. Συγχρονικά αναλύεται σε (δια-) δι + ανθίζω


διανόημα

διανόημα altgriechisch διανόημα διανοέομαι / διανοοῦμαι


διανόηση

διανόηση altgriechisch διανόησις διανοέω / διανοῶ νόος / νοῦς


διανοητής

διανοητής altgriechisch διανοητής


διανοίγω

διανοίγω altgriechisch διανοίγω


διανομή

διανομή altgriechisch διανομή διανέμω διά + νέμω


διανοούμαι

διανοούμαι altgriechisch διανοοῦμαι


διανυκτέρευση

διανυκτέρευση (λόγιο) Koine-Griechisch διανυκτέρευ(σις) + -ση altgriechisch διανυκτερεύω διά (δια-) + νυκτερεύω νύκτερος νύξ


διανυκτερεύω

διανυκτερεύω altgriechisch διανυκτερεύω διά + νυκτερεύω νύκτερος νύξ


διάνυση

διάνυση Koine-Griechisch διάνυσις altgriechisch διανύω διά + ἀνύω


διάνυσμα

διάνυσμα Koine-Griechisch διάνυσμα altgriechisch διανύω διά + ἀνύω


διανύω

διανύω altgriechisch διανύω διά + ἀνύω ((Lehnübersetzung) französisch parcourir)


διαπάλη

διαπάλη Koine-Griechisch διαπᾰ́λη διά + altgriechisch πάλη


διαπαντός

διαπαντός mittelgriechisch διαπαντός διά + παντός altgriechisch πᾶς proto-indogermanisch *peh₂nts *peh₂-


διαπασών

διαπασών altgriechisch διαπασῶν


διαπερνώ

διαπερνώ altgriechisch διαπεράω / διαπερῶ διά + περάω / περῶ indoeuropäisch (Wurzel) *per- (περνώ, διασχίζω)


διαπεραιώνω

διαπεραιώνω Koine-Griechisch διαπεραιόω / διαπεραιῶ altgriechisch περαιόω / περαιῶ πέρας


διαπίδυση

διαπίδυση altgriechisch διαπίδυσις διαπιδύω διά + πιδύω πῖδαξ


διαπίστευση

διαπίστευση διαπιστεύω + -ση altgriechisch διαπιστεύω πιστεύω πίστις


διαπιστευτήριο

διαπιστευτήριο διαπιστεύω + -τήριο altgriechisch διαπιστεύω πιστεύω πίστις ((Lehnübersetzung) französisch lettres de créance)


διαπιστώνω

διαπιστώνω διά + altgriechisch πιστόω / πιστῶ πιστός πείθω proto-griechisch *péitʰō proto-indogermanisch *bʰéydʰeti *bʰeydʰ- (πιστεύω, εμπιστεύομαι)


διαπλάθω

διαπλάθω altgriechisch διαπλάσσω διά + πλάσσω


διαπλατύνω

διαπλατύνω altgriechisch διαπλατύνω διά + πλατύνω πλατύς


διαπλέκω

διαπλέκω altgriechisch


διαπλέω

διαπλέω altgriechisch διαπλέω διά + πλέω


διαπληκτίζομαι

διαπληκτίζομαι altgriechisch διαπληκτίζομαι διά + πληκτίζομαι πλήσσω


διαπνοή

διαπνοή altgriechisch διαπνοή διαπνέω διά + πνέω


διαπραγμάτευση

διαπραγμάτευση διαπραγματεύ(ομαι) + ση altgriechisch διαπραγματεύομαι (δια- πραγματεύομαι)[1]


διαπράττω

διαπράττω altgriechisch διαπράττω δια + πράττω


διαπρέπω

διαπρέπω (λόγιο) altgriechisch διαπρέπω. Συγχρονικά αναλύεται σε δια- + altgriechisch πρέπω (φαίνομαι καλά, ξεχωρίζω)


διαρθρώνω

διαρθρώνω altgriechisch διαρθρόω / διαρθρῶ + -ώνω διά + ἀρθρόω ἄρθρον ἀραρίσκω proto-indogermanisch *h₂er- + -σκω ( proto-indogermanisch *-sḱéti)


διάρθρωση

διάρθρωση altgriechisch διάρθρωσις


διάρκεια

διάρκεια spätgriechisch διάρκεια altgriechisch διαρκής


διαρπαγή

διαρπαγή altgriechisch διαρπαγή διαρπάζω διά + ἁρπάζω


διαρπάζω

διαρπάζω altgriechisch διαρπάζω διά + ἁρπάζω


διαρρέω

διαρρέω altgriechisch διαρρέω διά + ῥέω Συχρονικά αναλύεται σε δια- + ρέω


διαρρηγνύω

διαρρηγνύω altgriechisch διαρρήγνυμι διά + ῥήγνυμι


διαρρήκτης

διαρρήκτης διαρρηγνύω altgriechisch διαρρήγνυμι


διάρρηξη

διάρρηξη Koine-Griechisch διάρρηξις altgriechisch διά + ῥήγνυμι (2, 3: (Lehnbedeutung) (γερμανικά) Εinbruch)


διαρροή

διαρροή altgriechisch διαρροή διαρρέω


διάρροια

διάρροια altgriechisch διάρροια διαρρέω


διαρρυθμίζω

διαρρυθμίζω Koine-Griechisch διαρρυθμίζω διά + altgriechisch ῥυθμίζω ῥυθμός ῥέω proto-indogermanisch *srew- (ρέω)


διασαλεύω

διασαλεύω altgriechisch διασαλεύω διά + σαλεύω σάλος


διασαφηνίζω

διασαφηνίζω altgriechisch διασαφηνίζω διά + σαφηνίζω σαφηνής σαφής


διάσειση

διάσειση (λόγιο) Koine-Griechisch + -ση altgriechisch διασείω


διασκεδάζω

διασκεδάζω Koine-Griechisch διασκεδάζω altgriechisch διασκεδάννυμι (von αόριστο διεσκέδασα) διά + σκεδάννυμι proto-indogermanisch *sqhed- (1-4: (Lehnübersetzung) französisch dissiper)


διασκελίζω

διασκελίζω mittelgriechisch διασκελίζω Koine-Griechisch διασκελίζομαι διά + altgriechisch σκέλος


διασκέλισμα

διασκέλισμα mittelgriechisch διασκέλισμα διασκελίζω Koine-Griechisch διασκελίζομαι διά + altgriechisch σκέλος


διασκελισμός

διασκελισμός διασκελίζω + -μός mittelgriechisch διασκελίζω Koine-Griechisch διασκελίζομαι διά + altgriechisch σκέλος ((Lehnübersetzung) französisch enjambement)


διασκέπτομαι

διασκέπτομαι altgriechisch διασκέπτομαι διά + σκέπτομαι ((Lehnbedeutung) französisch délibérer)


διασκευάζω

διασκευάζω Koine-Griechisch διασκευάζω altgriechisch διασκευάζομαι διά + σκευάζω σκευή ((Lehnübersetzung) französisch arranger)


διασκευαστής

διασκευαστής Koine-Griechisch διασκευαστής διασκευάζω altgriechisch διασκευάζομαι διά + σκευή ((Lehnbedeutung) französisch arrangeur)


διασκευή

διασκευή Koine-Griechisch διασκευή διά + altgriechisch σκευή ((Lehnübersetzung) französisch arrangement)


διάσκεψη

διάσκεψη altgriechisch διάσκεψις διασκέπτομαι διά + σκέπτομαι ((Lehnbedeutung) französisch délibération)


διασκορπίζω

διασκορπίζω Koine-Griechisch διασκορπίζω διά + σκορπίζω altgriechisch σκορπίος proto-indogermanisch *(s)ker- (κόβω)


διασκόρπιση

διασκόρπιση Koine-Griechisch διασκόρπισις διασκορπίζω διά + σκορπίζω altgriechisch σκορπίος proto-indogermanisch *(s)ker- (κόβω)


διασκορπισμός

διασκορπισμός Koine-Griechisch διασκορπισμός διασκορπίζω διά + σκορπίζω altgriechisch σκορπίος proto-indogermanisch *(s)ker- (κόβω)


διασκορπώ

διασκορπώ διασκορπίζω Koine-Griechisch διασκορπίζω διά + σκορπίζω altgriechisch σκορπίος proto-indogermanisch *(s)ker- (κόβω)


διασπείρω

διασπείρω altgriechisch διασπείρω ((Lehnbedeutung) englisch disseminate)


διασπώ

διασπώ altgriechisch διασπάω / διασπῶ διά + σπάω / σπῶ proto-indogermanisch *sp(h)ei- (τραβώ)


διάσταση

διάσταση altgriechisch διάστασις διίσταμαι (διά και ἵσταμαι)


διαστέλλω

διαστέλλω altgriechisch διαστέλλω διά + στέλλω


διάστιχο

διάστιχο mittelgriechisch διάστιχο δια- + στίχος + -ο altgriechisch στίχος στείχω proto-indogermanisch *steygʰ- (περπατώ, βαδίζω)


διαστολέας

διαστολέας Koine-Griechisch διαστολεύς altgriechisch διαστέλλω διά + στέλλω


διαστολή

διαστολή Koine-Griechisch διαστολή altgriechisch διαστολή


διαστρεβλώνω

διαστρεβλώνω altgriechisch διαστρεβλόω / διαστρεβλῶ στρεβλόω / στρεβλῶ στρεβλός στρέφω proto-indogermanisch *strebʰ-


διαστρέβλωση

διαστρέβλωση διαστρεβλώνω + -ση altgriechisch διαστρεβλόω / διαστρεβλῶ στρεβλόω / στρεβλῶ στρεβλός στρέφω proto-indogermanisch *strebʰ-


διάστρεμμα

διάστρεμμα altgriechisch διαστρέφω


διαστρέφω

διαστρέφω altgriechisch διαστρέφω διά + στρέφω


διαστροφέας

διαστροφέας Koine-Griechisch διαστροφεύς altgriechisch διαστρέφω διά + στρέφω


διαστροφή

διαστροφή Koine-Griechisch διαστροφή altgriechisch διαστροφή διαστρέφω διά + στρέφω


διασυρμός

διασυρμός Koine-Griechisch altgriechisch διασύρω


διασφαλίζω

διασφαλίζω Koine-Griechisch διασφαλίζομαι διά + ἀσφαλίζω altgriechisch ἀσφαλής σφάλλω proto-indogermanisch *(s)gʷʰh₂el-


διασφάλιση

διασφάλιση διασφαλίζω + -ση Koine-Griechisch διασφαλίζομαι διά + ἀσφαλίζω altgriechisch ἀσφαλής σφάλλω proto-indogermanisch *(s)gʷʰh₂el-


διασχίζω

διασχίζω altgriechisch διασχίζω διά + σχίζω


διασώζω

διασώζω (λόγιο) altgriechisch διασῴζω διά + σῴζω ( σῶ(σαι) + -ίζω)


διάσωση

διάσωση (λόγιο) Koine-Griechisch διάσω(σις) + -ση altgriechisch διασῴζω διά (διά-) + σῴζω σῶς + -ίζω


διαταγή

διαταγή altgriechisch διαταγή διατάσσω


διατάζω

διατάζω altgriechisch διατάσσω


διάταξη

διάταξη altgriechisch διάταξις διατάσσω


διαταράσσω

διαταράσσω altgriechisch διαταράσσω διά + ταράσσω ((Lehnbedeutung) französisch perturber)


διάταση

διάταση altgriechisch διάτασις


διατάσσω

διατάσσω altgriechisch διατάσσω διά + τάσσω


διατείνομαι

διατείνομαι altgriechisch διατείνομαι διά + τείνω


διατελώ

διατελώ altgriechisch διατελέω / διατελῶ



Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback