{η}  απαλλαγή Subst.  [apallagi, apallaji, apallagh]

{die}    Subst.
(2387)
{die}    Subst.
(2213)
{die}    Subst.
(511)
{der}    Subst.
(66)
{die}    Subst.
(27)

Etymologie zu απαλλαγή

απαλλαγή altgriechisch ἀπαλλαγή ἀπαλλάσσω ἀλλάσσω ἄλλος indoeuropäisch (Wurzel) *h₂élyos


GriechischDeutsch
καταγράφει τις παρατηρήσεις του στο ψήφισμα που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος των αποφάσεων σχετικά με την απαλλαγή για την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2007, τμήμα ΙII — Επιτροπή και Εκτελεστικοί Οργανισμοί·legt seine Bemerkungen in der Entschließung nieder, die integraler Bestandteil der Beschlüsse betreffend die Entlastung für die Ausführung des Gesamthaushaltsplans der Europäischen Union für das Haushaltsjahr 2007, Einzelplan III — Kommission und Exekutivagenturen, ist;

Übersetzung bestätigt

χορηγεί απαλλαγή στον διευθυντή του Εκτελεστικού Οργανισμού Ανταγωνιστικότητας και Καινοτομίας όσον αφορά την εκτέλεση του προϋπολογισμού του εν λόγω Εκτελεστικού Οργανισμού για το οικονομικό έτος 2007·erteilt dem Direktor der Exekutivagentur für Wettbewerbsfähigkeit und Innovation Entlastung zur Ausführung des Haushaltsplans der Exekutivagentur für das Haushaltsjahr 2007;

Übersetzung bestätigt

έχοντας υπόψη την από 10 Φεβρουαρίου 2009 σύσταση του Συμβουλίου σχετικά με την απαλλαγή στους εκτελεστικούς οργανισμούς ως προς την εκτέλεση του προϋπολογισμού για το οικονομικό έτος 2007 (5589/2009 – C6-0056/2009),in Kenntnis der Empfehlung des Rates vom 10. Februar 2009 zu der den Exekutivagenturen zur Ausführung des Haushaltsplans für das Haushaltsjahr 2007 zu erteilenden Entlastung (5589/2009 — C6-0056/2009),

Übersetzung bestätigt

σχετικά με την απαλλαγή για την εκτέλεση του προϋπολογισμού του Εκτελεστικού Οργανισμού για την Ανταγωνιστικότητα και την Καινοτομία για το οικονομικό έτος 2007betreffend die Entlastung zur Ausführung des Haushaltsplans der Exekutivagentur für Wettbewerbsfähigkeit und Innovation für das Haushaltsjahr 2007

Übersetzung bestätigt

καταγράφει τις παρατηρήσεις του στο ψήφισμα που αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της απόφασης σχετικά με την απαλλαγή για την εκτέλεση του γενικού προϋπολογισμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το οικονομικό έτος 2007, τμήμα ΙII — Επιτροπή και Εκτελεστικοί Οργανισμοί·legt seine Bemerkungen in der Entschließung nieder, die integraler Bestandteil der Beschlüsse betreffend die Entlastung für die Ausführung des Gesamthaushaltsplans der Europäischen Union für das Haushaltsjahr 2007, Einzelplan III — Kommission und Exekutivagenturen, ist;

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu απαλλαγή

απαλλαγή η [apalají] : η ενέργεια ή το αποτέλεσμα του απαλλάσσω. 1. η απεμπλοκή από δυσάρεστες, ενοχλητικές ή επώδυνες καταστάσεις: απαλλαγή από τα βάσανα / από τους πόνους. H απαλλαγή της χώρας από τη δικτατορία. 2. εξαίρεση για ειδικούς λόγους από μία υποχρέωση που αφορά ένα σύνολο: Φορολογικές / δασμολογικές απαλλαγές. Πήρε απαλλαγή από το στρατό. || H απαλλαγή του από τις διοικητικές ευθύνες τού έδωσε την ευκαιρία να ασχοληθεί σε βάθος με την έρευνα. 3. (νομ.) αθώωση: απαλλαγή λόγω αμφιβολιών.

[λόγ. < αρχ. ἀπαλλαγή]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback