offenlegen
 Verb

εμφανίζω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Er wollte etwas offenlegen, was seine Unschuld beweisen soll.Διαρκώς υπόσχεται μια αποκάλυψη που θα αποδείξει την αθωότητά του.

Übersetzung nicht bestätigt

Er hat einen Plan. Er will, dass beide Seiten offenlegen, wo sie ihre Nuklearwaffen aufbewahren, damit er sie zerstören kann.Πήρε ένα σχέδιο όπου μπορούσε να βρει τις δύο πλευρές να αποκαλύψει Τις θέσεις των αντίστοιχων πυρηνικών όπλων τους Και να του επιτρέψουν να τους καταστρέψει απλά.

Übersetzung nicht bestätigt

Was würden die wohl tun, wenn wir unseren Quellcode offenlegen?Τί θα έκαναν αυτοί αν απελευθερώναμε τον πηγαιό κώδικα;

Übersetzung nicht bestätigt

Tut mir leid. Ich kann die Akten dazu nicht offenlegen.Συγνώμη, δεν μπορώ να αποκαλύψω τα ιατρικά μας αρχεία.

Übersetzung nicht bestätigt

Nur zu! Sie wollen, dass wir unsere Bücher offenlegen?Θέλετε να δείτε τα αρχεία μας;

Übersetzung nicht bestätigt


Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
εμφανίζωεμφανίζουμε, εμφανίζομεεμφανίζομαιεμφανιζόμαστε
εμφανίζειςεμφανίζετεεμφανίζεσαιεμφανίζεστε, εμφανιζόσαστε
εμφανίζειεμφανίζουν(ε)εμφανίζεταιεμφανίζονται
Imper
fekt
εμφάνιζαεμφανίζαμεεμφανιζόμουν(α)εμφανιζόμαστε, εμφανιζόμασταν
εμφάνιζεςεμφανίζατεεμφανιζόσουν(α)εμφανιζόσαστε, εμφανιζόσασταν
εμφάνιζεεμφάνιζαν, εμφανίζαν(ε)εμφανιζόταν(ε)εμφανίζονταν, εμφανιζόντανε, εμφανιζόντουσαν
Aoristεμφάνισαεμφανίσαμεεμφανίστηκαεμφανιστήκαμε
εμφάνισεςεμφανίσατεεμφανίστηκεςεμφανιστήκατε
εμφάνισεεμφάνισαν, εμφανίσαν(ε)εμφανίστηκεεμφανίστηκαν, εμφανιστήκαν(ε)
Per
fekt
έχω εμφανίσει
έχω εμφανισμένο
έχουμε εμφανίσει
έχουμε εμφανισμένο
έχω εμφανιστεί
είμαι εμφανισμένος, -η
έχουμε εμφανιστεί
είμαστε εμφανισμένοι, -ες
έχεις εμφανίσει
έχεις εμφανισμένο
έχετε εμφανίσει
έχετε εμφανισμένο
έχεις εμφανιστεί
είσαι εμφανισμένος, -η
έχετε εμφανιστεί
είστε εμφανισμένοι, -ες
έχει εμφανίσει
έχει εμφανισμένο
έχουν εμφανίσει
έχουν εμφανισμένο
έχει εμφανιστεί
είναι εμφανισμένος, -η, -ο
έχουν εμφανιστεί
είναι εμφανισμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα εμφανίσει
είχα εμφανισμένο
είχαμε εμφανίσει
είχαμε εμφανισμένο
είχα εμφανιστεί
ήμουν εμφανισμένος, -η
είχαμε εμφανιστεί
ήμαστε εμφανισμένοι, -ες
είχες εμφανίσει
είχες εμφανισμένο
είχατε εμφανίσει
είχατε εμφανισμένο
είχες εμφανιστεί
ήσουν εμφανισμένος, -η
είχατε εμφανιστεί
ήσαστε εμφανισμένοι, -ες
είχε εμφανίσει
είχε εμφανισμένο
είχαν εμφανίσει
είχαν εμφανισμένο
είχε εμφανιστεί
ήταν εμφανισμένος, -η, -ο
είχαν εμφανιστεί
ήταν εμφανισμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα εμφανίζωθα εμφανίζουμε, θα εμφανίζομεθα εμφανίζομαιθα εμφανιζόμαστε
θα εμφανίζειςθα εμφανίζετεθα εμφανίζεσαιθα εμφανίζεστε, θα εμφανιζόσαστε
θα εμφανίζειθα εμφανίζουν(ε)θα εμφανίζεταιθα εμφανίζονται
Fut
ur
θα εμφανίσωθα εμφανίσουμε, θα εμφανίζομεθα εμφανιστώθα εμφανιστούμε
θα εμφανίσειςθα εμφανίσετεθα εμφανιστείςθα εμφανιστείτε
θα εμφανίσειθα εμφανίσουν(ε)θα εμφανιστείθα εμφανιστούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω εμφανίσει
θα έχω εμφανισμένο
θα έχουμε εμφανίσει
θα έχουμε εμφανισμένο
θα έχω εμφανιστεί
θα είμαι εμφανισμένος, -η
θα έχουμε εμφανιστεί
θα είμαστε εμφανισμένοι, -ες
θα έχεις εμφανίσει
θα έχεις εμφανισμένο
θα έχετε εμφανίσει
θα έχετε εμφανισμένο
θα έχεις εμφανιστεί
θα είσαι εμφανισμένος, -η
θα έχετε εμφανιστεί
θα είστε εμφανισμένοι, -ες
θα έχει εμφανίσει
θα έχει εμφανισμένο
θα έχουν εμφανίσει
θα έχουν εμφανισμένο
θα έχει εμφανιστεί
θα είναι εμφανισμένος, -η, -ο
θα έχουν εμφανιστεί
θα είναι εμφανισμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να εμφανίζωνα εμφανίζουμε, να εμφανίζομενα εμφανίζομαινα εμφανιζόμαστε
να εμφανίζειςνα εμφανίζετενα εμφανίζεσαινα εμφανίζεστε, να εμφανιζόσαστε
να εμφανίζεινα εμφανίζουν(ε)να εμφανίζεταινα εμφανίζονται
Aoristνα εμφανίσωνα εμφανίσουμε, να εμφανίσομενα εμφανιστώνα εμφανιστούμε
να εμφανίσειςνα εμφανίσετενα εμφανιστείςνα εμφανιστείτε
να εμφανίσεινα εμφανίσουν(ε)να εμφανιστείνα εμφανιστούν(ε)
Perfνα έχω εμφανίσει
να έχω εμφανισμένο
να έχουμε εμφανίσει
να έχουμε εμφανισμένο
να έχω εμφανιστεί
να είμαι εμφανισμένος, -η
να έχουμε εμφανιστεί
να είμαστε εμφανισμένοι, -ες
να έχεις εμφανίσει
να έχεις εμφανισμένο
να έχετε εμφανίσει
να έχετε εμφανισμένο
να έχεις εμφανιστεί
να είσαι εμφανισμένος, -η
να έχετε εμφανιστεί
να είστε εμφανισμένοι, -ες
να έχει εμφανίσει
να έχει εμφανισμένο
να έχουν εμφανίσει
να έχουν εμφανισμένο
να έχει εμφανιστεί
να είναι εμφανισμένος, -η, -ο
να έχουν εμφανιστεί
να είναι εμφανισμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presεμφάνιζεεμφανίζετεεμφανίζεστε
Aoristεμφάνισεεμφανίστεεμφανίσουεμφανιστείτε
Part
izip
Presεμφανίζονταςεμφανιζόμενος
Perfέχοντας εμφανίσει, έχοντας εμφανισμένοεμφανισμένος, -η, -οεμφανισμένοι, -ες, -α
InfinAoristεμφανίσειεμφανιστεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback