χάνω Verb  [chano, xanw]

  Verb
(177)
  Verb
(31)
verplempern (ugs.)
  Verb
(0)
  Verb
(0)
verbummeln (ugs.)
  Verb
(0)
verschlampen (ugs.)
  Verb
(0)
  Verb
(0)
  Verb
(0)

Etymologie zu χάνω

χάνω κατά το σχήμα έφθασα-φθάνω, έπιασα-πιάνω mittelgriechisch χάνω μεσαιωνικά ελληνικά ἔχασα, ἐχάσα Koine-Griechisch αόριστος *ἐχάωσα (απαρέμφατο χαῶσαι) - *χαώνω του ρήματος χαόω - χαῶ χάος[1][2]


GriechischDeutsch
Κι εγώ εγωιστής όντας, πρέπει να πω ότι χάνω έναν συνάδελφο με τον οποίο καθόμαστε δίπλα δίπλα, γιατί εάν λάβετε υπόψη σας τα επώνυμά μας, πάντα καθόμουν δίπλα του, κι έτσι θα χάσω την συμβουλή του και την βοήθειά του σε πολλές περιπτώσεις, κι αυτό ????? ???? ??? ?? ??????. ???? ?????? κιόλας να πω με την ευκαιρία ότι νιώθω πολύ χαρούμενος και πολύ ικανοποιημένος γιατί πιστεύω ότι θα επιφορτισθεί ένα καθήκον που περισσότερο απ' όλα επιθυμεί ένας νομικός, όπως είναι το εξέχον καθήκον του Γενικού Εισαγγελέα στο Δικαστήριο της Ε.Ε.Und für mich persönlich muß ich sagen, daß ich einen Sitznachbarn verliere, denn aufgrund unserer Nachnamen habe ich immer an seiner Seite gesessen, und es stimmt mich sehr traurig, seine Ratschläge und seine Unterstützung bei vielen Gelegenheiten zu verlieren. Aber gleichzeitig muß ich auch sagen, daß ich sehr froh und zufrieden bin, weil ich glaube, daß er einen der für einen Juristen am meisten erstrebenswerten Posten einnehmen wird, nämlich das angesehene Amt des Generalanwalts beim Europäischen Gerichtshof.

Übersetzung bestätigt

Ένα πράγμα που πρέπει να ξέρετε για μένα είναι πως δεν μ'αρέσει να χάνω.Sie müssen wissen, ich hasse es, zu verlieren.

Übersetzung nicht bestätigt

Ωστόσο, τώρα βλέπω εδώ αφάνταστη χοίρου σας ζάλη, και χάνω εντελώς οποιοδήποτε επιθυμία να μιλήσει εκ μέρους σας στο ελάχιστο.Doch jetzt sehe ich hier Ihren unvorstellbaren Schwein Benommenheit, und ich bin total verlieren Wunsch, sich für Sie im geringsten.

Übersetzung nicht bestätigt

Αν ήταν να αγοράσω το σπίτι, και ήθελα να μετακομίσω, πόσο θα έπρεπε να νοικιάσω αυτό το σπίτι, ώστε να μην χάνω χρήματα κάθε μήνα?Wenn ich das Haus zu kaufen waren, und wenn ich zu bewegen, wie viel würde ich in dieses Haus vermieten für, um nicht sein Geld zu verlieren jeden Monat?

Übersetzung nicht bestätigt



Grammatik

Grammatik zu χάνω


AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
χάνωχάνουμε, χάνομεχάνομαιχανόμαστε
χάνειςχάνετεχάνεσαιχάνεστε, χανόσαστε
χάνειχάνουν(ε)χάνεταιχάνονται
Imper
fekt
έχαναχάναμεχανόμουν(α)χανόμαστε, χανόμασταν
έχανεςχάνατεχανόσουν(α)χανόσαστε, χανόσασταν
έχανεέχαναν, χάναν(ε)χανόταν(ε)χάνονταν, χανόντανε, χανόντουσαν
Aoristέχασαχάσαμεχάθηκαχαθήκαμε
έχασεςχάσατεχάθηκεςχαθήκατε
έχασεέχασαν, χάσαν(ε)χάθηκεχάθηκαν, χαθήκαν(ε)
Per
fekt
έχω χάσει
έχω χαμένο
έχουμε χάσει
έχουμε χαμένο
έχω χαθεί
είμαι χαμένος, -η
έχουμε χαθεί
είμαστε χαμένοι, -ες
έχεις χάσει
έχεις χαμένο
έχετε χάσει
έχετε χαμένο
έχεις χαθεί
είσαι χαμένος, -η
έχετε χαθεί
είστε χαμένοι, -ες
έχει χάσει
έχει χαμένο
έχουν χάσει
έχουν χαμένο
έχει χαθεί
είναι χαμένος, -η, -ο
έχουν χαθεί
είναι χαμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα χάσει
είχα χαμένο
είχαμε χάσει
είχαμε χαμένο
είχα χαθεί
ήμουν χαμένος, -η
είχαμε χαθεί
ήμαστε χαμένοι, -ες
είχες χάσει
είχες χαμένο
είχατε χάσει
είχατε χαμένο
είχες χαθεί
ήσουν χαμένος, -η
είχατε χαθεί
ήσαστε χαμένοι, -ες
είχε χάσει
είχε χαμένο
είχαν χάσει
είχαν χαμένο
είχε χαθεί
ήταν χαμένος, -η, -ο
είχαν χαθεί
ήταν χαμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα χάνωθα χάνουμεθα χάνομαιθα χανόμαστε
θα χάνειςθα χάνετεθα χάνεσαιθα χάνεστε, θα χανόσαστε
θα χάνειθα χάνουνθα χάνεταιθα χάνονται
Fut
ur
θα χάσωθα χάσουμεθα χαθώθα χαθούμε
θα χάσειςθα χάσετεθα χαθείςθα χαθείτε
θα χάσειθα χάσουνθα χαθείθα χαθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω χάσει
θα έχω χαμένο
θα έχουμε χάσει
θα έχουμε χαμένο
θα έχω χαθεί
θα είμαι χαμένος, -η
θα έχουμε χαθεί
θα είμαστε χαμένοι, -ες
θα έχεις χάσει
θα έχεις χαμένο
θα έχετε χάσει
θα έχετε χαμένο
θα έχεις χαθεί
θα είσαι χαμένος, -η
θα έχετε χαθεί
θα είστε χαμένοι, -ες
θα έχει χάσει
θα έχει χαμένο
θα έχουν χάσει
θα έχουν χαμένο
θα έχει χαθεί
θα είναι χαμένος, -η, -ο
θα έχουν χαθεί
θα είναι χαμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να χάνωνα χάνουμενα χάνομαινα χανόμαστε
να χάνειςνα χάνετενα χάνεσαινα χάνεστε, να χανόσαστε
να χάνεινα χάνουννα χάνεταινα χάνονται
Aoristνα χάσωνα χάσουμενα χαθώνα χαθούμε
να χάσειςνα χάσετενα χαθείςνα χαθείτε
να χάσεινα χάσουννα χαθείνα χαθούν(ε)
Perfνα έχω χάσει
να έχω χαμένο
να έχουμε χάσει
να έχουμε χαμένο
να έχω χαθεί
να είμαι χαμένος, -η
να έχουμε χαθεί
να είμαστε χαμένοι, -ες
να έχεις χάσει
να έχεις χαμένο
να έχετε χάσει
να έχετε χαμένο
να έχεις χαθεί
να είσαι χαμένος, -η
να έχετε χαθεί
να είστε χαμένοι, -ες
να έχει χάσει
να έχει χαμένο
να έχουν χάσει
να έχουν χαμένο
να έχει χαθεί
να είναι χαμένος, -η, -ο
να έχουν χαθεί
να είναι χαμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presχάνεχάνετεχάνεστε
Aoristχάσεχάσετε, χάστεχάσουχαθείτε
Part
izip
Presχάνοντας
Perfέχοντας χάσει, έχοντας χαμένοχαμένος, -η, -οχαμένοι, -ες, -α
InfinAoristχάσειχαθεί



















Griechische Definition zu χάνω

χάνω [xáno] -ομαι Ρ αόρ. έχασα, απαρέμφ. χάσει, παθ. αόρ. χάθηκα, απαρέμφ. χαθεί, μππ. χαμένος : 1. παύω να έχω στην ιδιοκτησία μου κτ., οριστικά ή προσωρινά. ANT βρίσκω: Tου έπεσε το πορτοφόλι και το έχα σε. Bρήκε το δαχτυλίδι που είχε χάσει. || δε θυμάμαι πού έχω βάλει κτ.: Έχασα τα γυαλιά μου, μήπως τα είδες; || (παθ.) για μεγάλη έλλειψη: Xάθηκε ο καφές από την αγορά. ΦΡ έχασε η Bενετιά βελόνι*. χάνω τ΄ αυγά* και τα καλάθια / πασχάλια. α2. για κράτος ή έθνος από το οποίο αφαιρεί ται τμήμα των εδαφών του: Xάσαμε τη Mικρά Aσία. Xαμένες πατρίδες, οι περιοχές που εγκατέλειψαν οι ελληνικοί πληθυσμοί, κυρίως μετά το 1922. β. για οικονομική καταστροφή ή ζημιά. ANT κερδίζω: Έχασε την περιουσία του στον πόλεμο / στα χαρτιά. Έχασε (πολλά λεφτά) μ΄ αυτό το εμπόρευμα που έβαλε στο μαγαζί. H εταιρεία έχασε είκοσι εκατομμύρια σε ένα μήνα, ζημίωσε. || χάνω τη δουλειά / τη θέση μου, απολύομαι. (έκφρ.) χάνω το ψωμί* μου. γ. παύω να απολαμβάνω κτ., να έχω κάποιο δικαίωμα: Έχασε το δικαίωμα της ψήφου / τη σύνταξή του / την υπηκοότητά του. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback