Mit dem Online-Wörterbuch von Greeklex.net findest du ganz einfach Übersetzung vom Griechischen ins Deutsche. Unsere Datenbank umfasst derzeit 84000 griechische Wörter und über 25000 Griechisch Deutsch Übersetzungen. Dazu findest du zu jedem Wort weiterführende Informationen wie Beispielsätze, Synonyme und grammatikalische Hinweise. Benutzer können unser Wörterbuch jederzeit auch mit eigenen Einträgen ergänzen. Dank der schnellen und einfachen Suche, eignet sich das Wörterbuch besonders für unterwegs oder für den Urlaub. Unser Griechisch Deutsch Wörterbuch ist besonders geeignet für Griechisch-Anfänger und Griechisch-Lernende, da es eine Suche nach griechischen Wörtern auch ohne orthographische Kenntnisse ermöglicht. Unser Wörterbuch wird regelmäßig erweitern und überarbeitet.
Beinhaltet auch Abstammungsketten und Lehnübersetzungen. Übersicht der griechischen Sprachstufen.
Altgriechisch Mittelgriechisch Koine-Griechisch Katharevousa-Griechisch Lateinisch Spanisch Deutsch Türkisch Italienisch Norwegisch Arabisch Albanisch Sanskritisch Ägyptisch Persisch Japanischακριβά Etymologie fehlt
ακριβαίνω ακριβός
ακρίβεια ακριβής
ακριβής altgriechisch ἀκριβής
ακριβοδίκαια ἀκριβοδικαίως in Katharevousa von Maskulinum von ἀκριβοδίκαιος + την επιρρηματική κατάληξη -ως altgriechisch ή Koine-Griechisch ἀκριβοδίκαιος
ακριβοεξετάζω ακριβός + -ο- + εξετάζω
ακριβοθυγατέρα ακριβο- + θυγατέρα
ακριβολογία altgriechisch ἀκριβολογία
ακριβολογώ altgriechisch ἀκριβολογέομαι-ἀκριβολογοῦμαι
ακριβοπληρώνω ακριβο- + πληρώνω
ακριβοπουλώ ακριβό(ς) + πουλώ
ΔΦΑ : /a.kriˈvɔs/
ακριβώς (λόγιο) altgriechisch ἀκριβῶς ἀκριβής
ακρίδα altgriechisch ἀκρίς
ακρινός ἄκρη + -ινός
ακρισία altgriechisch ἀκρισία
άκριτα α- (στερητικό) + κρίση
ακρίτας άκρα
ακρίτης mittelgriechisch ακρίτης άκρες + -ίτης
ακριτομυθία mittelgriechisch ἀκριτομυθία altgriechisch ἀκριτόμυθος ἄκριτος + μῦθος
άκριτος
ακρίτσα άκρη + κατάληξη υποκοριστικού -ίτσα
άκρο altgriechisch ἄκρον substantiviertes Neutrum von: ἄκρος από κοινή ρίζα -ακ- με "αἰχμή" κ.α. λέξεις που σημαίνουν προεξοχή
ακροάζομαι (λόγιο) altgriechisch ἀκροάζομαι μεταπλασμένος τύπος του ἀκροάομαι / ἀκροῶμαι [1]
ακρόαμα altgriechisch ἀκρόαμα ἀκροάομαι/ἀκροῶμαι
ακροαματικότητα ακροαματικός
ακρόαση Etymologie fehlt
ακροατήριο Etymologie fehlt
ακροατής Etymologie fehlt
ακροάτρια ακροατής + -τρια
ακροβασία französisch acrobatie spätgriechisch ἀκροβάτης
ακροβάτης Koine-Griechisch ἀκροβάτης.[1] Συγχρονικά αναλύεται σε ακρο- + -βάτης.
ακροβατισμός ακροβάτης
ακροβάτισσα ακροβάτης + κατάληξη θηλυκού -ισσα
ακροβατώ Etymologie fehlt
ακροβολίζομαι altgriechisch ἀκροβολίζομαι ἀκροβολισμός ἀκροβόλος ἀκρο- + -βόλος βάλλω
ακροβολισμός Etymologie fehlt
ακροβολιστής altgriechisch ἀκροβολιστής ἀκροβόλος ἄκρος + βάλλω
ακροβολιστί ακροβολιστής + -ί altgriechisch ἀκροβολιστής ἄκρος + βάλλω
ακροβούνι ακρο- + βουνό + -ι
ακρόβουνο ακρο- + βουνό + -ο
ακροβυστία Koine-Griechisch ἀκροβυστία
ακρογιάλι ακρο- + -γιαλ ( γιαλός)
ακρογιαλιά ακρογιάλι + -ιά
ακροδάχτυλο Etymologie fehlt
ακροδέκτης άκρο + δέκτης
ακροθαλάσσι άκρον + θάλασσα
ακροθαλασσιά άκρον + θάλασσα
ακροθιγώς ακροθιγής
ακροκέραμο άκρο + κέραμος
ακροκέραμος άκρον + κέραμος
ακροκεφαλία ακρ(ο) + -ο- + -κεφαλία
ακρολεΐνη lateinisch acre oleum (δριμύ λάδι)
ακρόλιθος ελληνιστικό ἀκρόλιθος
ακρολίμανο άκρον + λιμάνι
ακρολιμνιά ακρο- + λίμνη + -ιά
ακρόλιμνο ακρο- + λίμνη + -ο
ακρολοφία> (λόγιο) Koine-Griechisch ἀκρολοφία ἀκρόλοφος
ακρομεγαλία französisch acromégalie
ακροπατώ ἀκροπατῶ
ακρόπλωρο Etymologie fehlt
ακροποσθία altgriechisch ἀκροποσθία
ακροποταμιά Etymologie fehlt
ακρόπρωρο άκρο + πρώρα
ακροπτερύγιο άκρη + -ο- + πτερύγιο
ακροπύργιο ἀκροπύργιον mittelgriechisch ἀκροπύργωμα
ακρορρίζιο Katharevousa ἀκρορρίζιον με αποβολή του -ν. Μορφολογικά ακρο- ( άκρο) + ρίζα + -ιο
άκρος altgriechisch ἄκρος ρίζα *ακ- (όπως και η ακμή, η αιχμή κ.λπ.)
ακροστασία ακρο- + στάση + -ία
ακροστιχίδα Koine-Griechisch ἀκροστιχίς ἄκρος + στίχος
ακροστόλι άκρο + στόλισμα
ακροσύνορα ακρο- + σύνορα
ακρότατο (Lehnübersetzung) lateinisch extremum, (substantiviertes Neutrum des Adjektivs: ακρότατος υπερθετικός βαθμός του ακραίος)
ακρότητα ἀκρότης
ακρούλα άκρη + υποκοριστικό επίθημα -ούλα
ακροφύσιο άκρο + φύση + -ιο
ακροώμαι (λόγιο) altgriechisch ἀκροάομαι, -ῶμαι
Μάλλον: άκρο- + -ωδυνία (welches σχετίζεται με το οδύνη, με έκταση φωνήντος κατά τη σύνθεση)
ακρωνύμιο ακρ(ώνυμο) (άκρος) + -ωνύμιο
→ siehe: ακρωνύμιο
ακρώρεια altgriechisch ἀκρώρεια ἄκρος + ὄρος (Το ω εξηγείται von φαινόμενο της συνθετικής έκτασης)
Ο άνθρωπος είναι άκρως αυστηρός
ακρωτήρι altgriechisch ἀκρωτήριον
ακρωτηριάζω altgriechisch ἀκρωτηριάζω
ακρωτηρίαση Etymologie fehlt
ακρωτηριασμός altgriechisch ἀκρωτηριασμός
ακρωτήριο altgriechisch ἀκρωτήριον
ακταιωρός altgriechisch ἀκτωρίς ναῦς, mittelgriechisch ἀκταίωρος, Koine-Griechisch ἀκτωρός (φρουρός ακτών), ἀκρωρόν πλοίον
ακτή altgriechisch
ακτημοσύνη ἀκτημοσύνη
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.