σκιά altgriechisch σκιά
Griechisch | Deutsch |
---|---|
παράγεται χωρίς εμπλουτισμό, από σταφύλια που έχουν αφεθεί στον ήλιο ή στη σκιά για μερική αφυδάτωση· | ohne Anreicherung aus Trauben, denen durch Lagerung in der Sonne oder im Schatten teilweise Wasser entzogen wurde, hergestellt wird; Übersetzung bestätigt |
παρασκευάζεται χωρίς εμπλουτισμό, από σταφύλια που έχουν αφεθεί στον ήλιο ή στη σκιά για μερική αφυδάτωση· | ohne Anreicherung aus Trauben, denen durch Lagerung in der Sonne oder im Schatten teilweise Wasser entzogen wurde, hergestellt wird; Übersetzung bestätigt |
Οίνοι που παράγονται από σταφύλια που έχουν αφεθεί στον ήλιο ή στη σκιά για μερική αφυδάτωση. | Weine aus Trauben, denen durch Lagerung in der Sonne oder im Schatten teilweise Feuchtigkeit entzogen wurde. Übersetzung bestätigt |
Αποφεύγονται σκιές στο πρόσωπο ή στο βάθος | Es weist keine Schatten auf dem Gesicht oder Hintergrund auf. Übersetzung bestätigt |
Επικαλύπτοντας ελαφρά το πιάτο που περιέχει την πίτσα, εμφανίζεται ένα ορθογώνιο ερυθρού χρώματος, με έντονα στρογγυλεμένες γωνίες, που περιέχει, με λευκά γράμματα με μαύρο περίγραμμα, την ακόλουθη ένδειξη η οποία εμφανίζει πλάγια σκιά πράσινου χρώματος με λευκό περίγραμμα: «PIZZA NAPOLETANA» ΕΠΙΠ. | Knapp überlagert wird der Teller mit der Pizza durch ein rechteckiges Fenster in Rot mit stark gerundeten Ecken, das den schwarz umrandeten Schriftzug in Weiß mit verschobenem Schatten in Grün mit weißer Umrandung: „PIZZA NAPOLETANA g.t.S.“ enthält. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Wörter |
---|
σκίαση |
σκιάχτρο |
σκιαγραφία |
σκιαγράφηση |
σκιαμαχία |
Deutsche Synonyme |
---|
Schatten |
Schlagschatten |
σκιά η [skiá] : 1. σκοτεινή ζώνη η οποία οφείλεται στην παρεμβολή ενός αδιαφανούς σώματος στην πορεία των φωτεινών ακτίνων· ίσκιος: Tα δέντρα ρίχνουν τη σκιά τους στο δρόμο. || μέρος σκιερό, προφυλαγμένο από την ακτινοβολία του ήλιου: Kάθισε κάτω από τη σκιά ενός μεγάλου πεύκου. Aποζητάει λίγη σκιά. (λόγ. έκφρ.) υπό σκιά / σκιάν: H θερμοκρασία είναι 40Φ υπό σκιά. (έκφρ.) ζω / μένω στη σκιά, στην αφάνεια, μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. 2α1. το σκοτεινό είδωλο ενός σώματος το οποίο σχηματίζεται πάνω στο έδαφος ή σε άλλη επιφάνεια, όταν πίσω από αυτό βρίσκεται μια πηγή φωτός· ίσκιος: Kάνε μου λίγη σκιά. Ο ήλιος του απογεύματος μακραίνει τις σκιές. || (ιατρ.) ακτινογραφικό εύρημα: Παρουσίασε μια σκιά στους πνεύμονες. α2. (μτφ.): Tα τραγικά γεγονότα ρίχνουν βαριά τη σκιά τους στη χώρα, για κτ. απειλητικό ή καταπιεστικό. (έκφρ.) καταντάω / γίνομαι η σκιά του εαυτού μου, αδυνατίζω πάρα πολύ. είναι η σκιά του παλιού του εαυτού, έχει χάσει την παλιά του λάμψη και γοητεία. τρέμει / φοβάται (και) τον ίσκιο* του / τη σκιά του. γίνομαι ο ίσκιος* / η σκιά κάποιου. ζω / μένω στη σκιά κάποιου, μένω στην αφάνεια, ζώντας δίπλα σε μια ισχυρή προσωπικότητα. ΦΡ περί όνου* σκιάς. || Θέατρο σκιών, ο Kαραγκιόζης· θεατρική παράσταση που δίνεται με ειδικές φιγούρες κομμένες σε δέρμα ή χαρτί, οι οποίες προβάλλονται σε μια οθόνη με τη βοήθεια μιας φωτεινής πηγής. β. φιγούρα με ασαφές περίγραμμα: Mόνο κάτι σκιές μπορούσα να διακρίνω μέσα στο δωμάτιο. Πύκνωσαν οι σκιές της νύχτας. 3. φάντασμα, αερικό, ον χωρίς υλική υπόσταση: Bλέπει σκιές. 4. είδος καλλυντικού που το χρησιμοποιούν οι γυναίκες για το βάψιμο των ματιών.
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.