καταλήγω Verb  [kataligo, kataliro, katalhgw]

  Verb
(2)
  Verb
(1)
(0)
  Verb
(0)
  Verb
(0)

Etymologie zu καταλήγω

καταλήγω Πρότυπο:αναγ, Συγχρονικά αναλύεται σε κατα- + λήγω


GriechischDeutsch
Το Υπουργείο Εσωτερικών ξαφνικά πρέπει να δώσει παράσταση κι εγώ καταλήγω με ομοσπονδιακούς στις τριανταφυλλιές μου.Plötzlich muss das Delta Force eine große Show veranstalten... und bei mir landen Bundesbeamte in meinem Rosenbüschen.

Übersetzung nicht bestätigt

Κάνω χρήση, καταλήγω στο δρόμο.Ich ziehe es vor, auf der Straße zu landen.

Übersetzung nicht bestätigt



Grammatik

Grammatik zu καταλήγω

Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
καταλήγωκαταλήγουμε, καταλήγομε
καταλήγειςκαταλήγετε
καταλήγεικαταλήγουν(ε)
Imper
fekt
κατέληγακαταλήγαμε
κατέληγεςκαταλήγατε
κατέληγεκατέληγαν, καταλήγαν(ε)
Aoristκατέληξακαταλήξαμε
κατέληξεςκαταλήξατε
κατέληξεκατέληξαν, καταλήξαν(ε)
Per
fekt
έχω καταλήξειέχουμε καταλήξει
έχεις καταλήξειέχετε καταλήξει
έχει καταλήξειέχουν καταλήξει
Plu
per
fekt
είχα καταλήξειείχαμε καταλήξει
είχες καταλήξειείχατε καταλήξει
είχε καταλήξειείχαν καταλήξει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα καταλήγωθα καταλήγουμε, θα καταλήγομε
θα καταλήγειςθα καταλήγετε
θα καταλήγειθα καταλήγουν(ε)
Fut
ur
θα καταλήξωθα καταλήξουμε, θα καταλήξομε
θα καταλήξειςθα καταλήξετε
θα καταλήξειθα καταλήξουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω καταλήξειθα έχουμε καταλήξει
θα έχεις καταλήξειθα έχετε καταλήξει
θα έχει καταλήξειθα έχουν καταλήξει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να καταλήγωνα καταλήγουμε, να καταλήγομε
να καταλήγειςνα καταλήγετε
να καταλήγεινα καταλήγουν(ε)
Aoristνα καταλήξωνα καταλήξουμε, να καταλήξομε
να καταλήξειςνα καταλήξετε
να καταλήξεινα καταλήξουν(ε)
Perfνα έχω καταλήξεινα έχουμε καταλήξει
να έχεις καταλήξεινα έχετε καταλήξει
να έχει καταλήξεινα έχουν καταλήξει
Imper
ativ
Presκατέληγεκαταλήγετε
Aoristκατέληξεκαταλήξτε, καταλήχτε
Part
izip
Presκαταλήγοντας
Perfέχοντας καταλήξει
InfinAoristκαταλήξει











Griechische Definition zu καταλήγω

καταλήγω [katalíγo] Ρ αόρ. κατέληξα, απαρέμφ. καταλήξει : 1. για κτ. που τελειώνει σε κάποιο σημείο, που τερματίζει κάπου: Εξοχικός δρόμος που καταλήγει σε ένα δάσος. Tο λεωφορείο ξεκινάει από την Aθήνα και καταλήγει στη Θεσσαλονίκη, έχει τέρμα στη Θεσσαλονίκη. Tα απορρίμματα με τα ειδικά αυτοκίνητα καταλήγουν στις χωματερές. || Tο καμάκι είναι ένα στέλεχος που καταλήγει σε τρεις αιχμές, η μία άκρη του σχηματίζει αιχμές. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback