παρουσιάζω Verb (158) |
γνωρίζω Verb (22) |
συστήνω Verb (6) |
Deutsch | Griechisch |
---|---|
es freut mich, dem Rat der Europäischen Union heute den Jahresbericht des Hofes über die Ausführung des EU-Haushaltsplans zum Haushaltsjahr 2012 vorstellen zu dürfen. | Είναι μεγάλη τιμή για εμένα να παρουσιάζω στο Συμβούλιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης την ετήσια έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου σχετικά με την εκτέλεση του προϋπολογισμού της ΕΕ για το οικονομικό έτος 2012. Übersetzung bestätigt |
Was ich fordere und was ich Ihnen heute vorstellen möchte, ist eine grundlegende Modernisierung Europas. | Αυτό που ζητώ, και αυτό που σήμερα σας παρουσιάζω, είναι μια Αποφασιστική Συμφωνία για την Ευρώπη. Übersetzung bestätigt |
Ich möchte vorausschicken, daß ich mich freue, diese Mitteilung über den Rückgriff auf das Vorsorgeprinzip, die ich zusammen mit David Byrne und Erkki Liikanen erarbeitet habe, vorstellen zu können. | Θέλω να ξεκινήσω εκφράζοντας την ικανοποίησή μου που παρουσιάζω αυτή την ανακοίνωση, η οποία συντάχθηκε από κοινού με τους David Byrne και Erkki Liikanen, σχετικά με την προσφυγή στην αρχή της προφύλαξης. Übersetzung bestätigt |
Ich möchte jetzt zum zweiten Aspekt meiner Ausführungen am heutigen Nachmittag kommen, in dem es um den Vorschlag zur Einführung von BSE-Tests geht. Ich freue mich, dem Parlament diesen heute nachmittag vorstellen zu können. | Θα μπορούσα, ίσως, να συνεχίσω με το άλλο σημείο της παρουσίασής μου προς το Κοινοβούλιο σήμερα το απόγευμα, που αφορά την πρόταση για θέσπιση ελέγχων ΣΕΒ και έχω την χαρά να παρουσιάζω σήμερα το απόγευμα στο Κοινοβούλιο. Übersetzung bestätigt |
Ich möchte zunächst den Mitgliedern des Ausschusses für Regionalpolitik, Verkehr und Fremdenverkehr danken, die mit ihren Überlegungen und Änderungsanträgen den Bericht bereichert haben, den ich Ihnen heute Abend vorstellen möchte. | (FR) Κύριε Πρόεδρε, Κύριε Επίτροπε, αγαπητοί μου συνάδελφοι, θα ήθελα κατ' αρχάς να ευχαριστήσω τα μέλη της Επιτροπής Περιφερειακής Πολιτικής, Μεταφορών και Τουρισμού, που με τον προβληματισμό και τις τροπολογίες τους συνέβαλαν στον εμπλουτισμό της παρούσας έκθεσης, την οποία σας παρουσιάζω απόψε. Übersetzung bestätigt |
Deutsche Synonyme |
---|
präsentieren |
vorzeigen |
darstellen |
vorstellen |
abbilden |
vorführen |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter. |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | stelle vor | ||
du | stellst vor | |||
er, sie, es | stellt vor | |||
Präteritum | ich | stellte vor | ||
Konjunktiv II | ich | stellte vor | ||
Imperativ | Singular | stell vor! stelle vor! | ||
Plural | stellt vor! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
vorgestellt | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:vorstellen |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | παρουσιάζω | παρουσιάζουμε, παρουσιάζομε | παρουσιάζομαι | παρουσιαζόμαστε |
παρουσιάζεις | παρουσιάζετε | παρουσιάζεσαι | παρουσιάζεστε, παρουσιαζόσαστε | ||
παρουσιάζει | παρουσιάζουν(ε) | παρουσιάζεται | παρουσιάζονται | ||
Imper fekt | παρουσίαζα | παρουσιάζαμε | παρουσιαζόμουν(α) | παρουσιαζόμαστε, παρουσιαζόμασταν | |
παρουσίαζες | παρουσιάζατε | παρουσιαζόσουν(α) | παρουσιαζόσαστε, παρουσιαζόσασταν | ||
παρουσίαζε | παρουσίαζαν, παρουσιάζαν(ε) | παρουσιαζόταν(ε) | παρουσιάζονταν, παρουσιαζόντανε, παρουσιαζόντουσαν | ||
Aorist | παρουσίασα | παρουσιάσαμε | παρουσιάστηκα | παρουσιαστήκαμε | |
παρουσίασες | παρουσιάσατε | παρουσιάστηκες | παρουσιαστήκατε | ||
παρουσίασε | παρουσίασαν, παρουσιάσαν(ε) | παρουσιάστηκε | παρουσιάστηκαν, παρουσιαστήκαν(ε) | ||
Per fekt | έχω παρουσιάσει | έχουμε παρουσιάσει | έχω παρουσιαστεί | έχουμε παρουσιαστεί | |
έχεις παρουσιάσει | έχετε παρουσιάσει | έχεις παρουσιαστεί | έχετε παρουσιαστεί | ||
έχει παρουσιάσει | έχουν παρουσιάσει | έχει παρουσιαστεί | έχουν παρουσιαστεί | ||
Plu per fekt | είχα παρουσιάσει είχα παρουσιασμένο | είχαμε παρουσιάσει είχαμε παρουσισμένο | είχα παρουσιαστεί ήμουν παρουσιασμένος, -η | είχαμε παρουσιαστεί ήμαστε παρουσιασμένοι, -ες | |
είχες παρουσιάσει είχες παρουσιασμένο | είχατε παρουσιάσει είχατε παρουσιασμένο | είχες παρουσιαστεί ήσουν παρουσιασμένος, -η | είχατε παρουσιαστεί ήσαστε παρουσιασμένοι, -ες | ||
είχε παρουσιάσει είχε παρουσιασμένο | είχαν παρουσιάσει είχαν παρουσιασμένο | είχε παρουσιαστεί ήταν παρουσιασμένος, -η, -ο | είχαν παρουσιαστεί ήταν παρουσιασμένοι, -ες, -α | ||
Fut ur Verlaufs- form | θα παρουσιάζω | θα παρουσιάζουμε, | θα παρουσιάζομαι | θα παρουσιαζόμαστε | |
θα παρουσιάζεις | θα παρουσιάζετε | θα παρουσιάζεσαι | θα παρουσιάζεστε, | ||
θα παρουσιάζει | θα παρουσιάζουν(ε) | θα παρουσιάζεται | θα παρουσιάζονται | ||
Fut ur | θα παρουσιάσω | θα παρουσιάσουμε, | θα παρουσιαστώ | θα παρουσιαστούμε | |
θα παρουσιάσεις | θα παρουσιάσετε | θα παρουσιαστείς | θα παρουσιαστείτε | ||
θα παρουσιάσει | θα παρουσιάσουν(ε) | θα παρουσιαστεί | θα παρουσιαστούν(ε) | ||
Fut ur II | θα έχω παρουσιάσει θα έχω παρουσιασμένο | θα έχουμε παρουσιάσει θα έχουμε παρουσιασμένο | θα έχω παρουσιαστεί θα είμαι παρουσιασμένος, -η | θα έχουμε παρουσιαστεί | |
θα έχεις παρουσιάσει θα έχεις παρουσιασμένο | θα έχετε παρουσιάσει θα έχετε παρουσιασμένο | θα έχεις παρουσιαστεί θα είσαι παρουσιασμένος, -η | θα έχετε παρουσιαστεί θα είστε παρουσιασμένοι, -ες | ||
θα έχει παρουσιάσει θα έχει παρουσιασμένο | θα έχουν παρουσιάσει θα έχουν παρουσιασμένο | θα έχει παρουσιαστεί θα είναι παρουσιασμένος, -η, -ο | θα έχουν παρουσιαστεί θα είναι παρουσιασμένοι, -ες, -α | ||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να παρουσιάζω | να παρουσιάζουμε, | να παρουσιάζομαι | να παρουσιαζόμαστε |
να παρουσιάζεις | να παρουσιάζετε | να παρουσιάζεσαι | να παρουσιάζεστε, | ||
να παρουσιάζει | να παρουσιάζουν(ε) | να παρουσιάζεται | να παρουσιάζονται | ||
Aorist | να παρουσιάσω | να παρουσιάσουμε, | να παρουσιαστώ | να παρουσιαστούμε | |
να παρουσιάσεις | να παρουσιάσετε | να παρουσιαστείς | να παρουσιαστείτε | ||
να παρουσιάσει | να παρουσιάσουν(ε) | να παρουσιαστεί | να παρουσιαστούν(ε) | ||
Perf | να έχω παρουσιάσει να έχω παρουσιασμένο | να έχουμε παρουσιάσει | να έχω παρουσιαστεί | να έχουμε παρουσιαστεί | |
να έχεις παρουσιάσει | να έχετε παρουσιάσει να έχετε παρουσιασμένο | να έχεις παρουσιαστεί να είσαι παρουσιασμένος, -η | να έχετε παρουσιαστεί να είστε παρουσιασμένοι, -ες | ||
να έχει παρουσιάσει να έχει παρουσιασμένο | να έχουν παρουσιάσει να έχουν παρουσιασμένο | να έχει παρουσιαστεί | να έχουν παρουσιαστεί | ||
Imper ativ | Pres | παρουσίαζε | παρουσιάζετε | παρουσιάζεστε | |
Aorist | παρουσίασε | παρουσιάστε | παρουσιάσου | παρουσιαστείτε | |
Part izip | Pres | παρουσιάζοντας | παρουσιαζόμενος | ||
Perf | έχοντας παρουσιάσει, | παρουσιασμένος, -η, -ο | παρουσιασμένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | παρουσιάσει | παρουσιαστεί |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | γνωρίζω | γνωρίζουμε, γνωρίζομε | γνωρίζομαι | γνωριζόμαστε |
γνωρίζεις | γνωρίζετε | γνωρίζεσαι | γνωρίζεστε, γνωριζόσαστε | ||
γνωρίζει | γνωρίζουν(ε) | γνωρίζεται | γνωρίζονται | ||
Imper fekt | γνώριζα | γνωρίζαμε | γνωριζόμουν(α) | γνωριζόμαστε, γνωριζόμασταν | |
γνώριζες | γνωρίζατε | γνωριζόσουν(α) | γνωριζόσαστε, γνωριζόσασταν | ||
γνώριζε | γνώριζαν, γνωρίζαν(ε) | γνωριζόταν(ε) | γνωρίζονταν, γνωριζόντανε, γνωριζόντουσαν | ||
Aorist | γνώρισα | γνωρίσαμε | γνωρίστηκα | γνωριστήκαμε | |
γνώρισες | γνωρίσατε | γνωρίστηκες | γνωριστήκατε | ||
γνώρισε | γνώρισαν, γνωρίσαν(ε) | γνωρίστηκε | γνωρίστηκαν, γνωριστήκαν(ε) | ||
Per fekt | έχω γνωρίσει | έχουμε γνωρίσει | έχω γνωριστεί | έχουμε γνωριστεί | |
έχεις γνωρίσει | έχετε γνωρίσει | έχεις γνωριστεί | έχετε γνωριστεί | ||
έχει γνωρίσει | έχουν γνωρίσει | έχει γνωριστεί | έχουν γνωριστεί | ||
Plu per fekt | είχα γνωρίσει | είχαμε γνωρίσει | είχα γνωριστεί | είχαμε γνωριστεί | |
είχες γνωρίσει | είχατε γνωρίσει | είχες γνωριστεί | είχατε γνωριστεί | ||
είχε γνωρίσει | είχαν γνωρίσει | είχε γνωριστεί | είχαν γνωριστεί | ||
Fut ur Verlaufs- form | θα γνωρίζω | θα γνωρίζουμε, | θα γνωρίζομαι | θα γνωριζόμαστε | |
θα γνωρίζεις | θα γνωρίζετε | θα γνωρίζεσαι | θα γνωρίζεστε, | ||
θα γνωρίζει | θα γνωρίζουν(ε) | θα γνωρίζεται | θα γνωρίζονται | ||
Fut ur | θα γνωρίσω | θα γνωρίσουμε, | θα γνωριστώ | θα γνωριστούμε | |
θα γνωρίσεις | θα γνωρίσετε | θα γνωριστείς | θα γνωριστείτε | ||
θα γνωρίσει | θα γνωρίσουν(ε) | θα γνωριστεί | θα γνωριστούν(ε) | ||
Fut ur II | |||||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να γνωρίζω | να γνωρίζουμε, | να γνωρίζομαι | να γνωριζόμαστε |
να γνωρίζεις | να γνωρίζετε | να γνωρίζεσαι | να γνωρίζεστε, | ||
να γνωρίζει | να γνωρίζουν(ε) | να γνωρίζεται | να γνωρίζονται | ||
Aorist | να γνωρίσω | να γνωρίσουμε, | να γνωριστώ | να γνωριστούμε | |
να γνωρίσεις | να γνωρίσετε | να γνωριστείς | να γνωριστείτε | ||
να γνωρίσει | να γνωρίσουν(ε) | να γνωριστεί | να γνωριστούν(ε) | ||
Perf | να έχω γνωρίσει | να έχουμε γνωρίσει | να έχω γνωριστεί | να έχουμε γνωριστεί | |
να έχεις γνωρίσει | να έχετε γνωρίσει | να έχεις γνωριστεί | να έχετε γνωριστεί | ||
να έχει γνωρίσει | να έχουν γνωρίσει | να έχει γνωριστεί | να έχουν γνωριστεί | ||
Imper ativ | Pres | γνώριζε | γνωρίζετε | γνωρίζεστε | |
Aorist | γνώρισε | γνωρίστε | γνωρίσου | γνωριστείτε | |
Part izip | Pres | γνωρίζοντας | γνωριζόμενος | ||
Perf | έχοντας γνωρίσει | ||||
Infin | Aorist | γνωρίσει | γνωριστεί |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | συστήνω, sunisto61">συνιστώ | συστήνουμε, συστήνομε | συστήνομαι | συστηνόμαστε |
συστήνεις | συστήνετε | συστήνεσαι | συστήνεστε, συστηνόσαστε | ||
συστήνει | συστήνουν(ε) | συστήνεται | συστήνονται | ||
Imper fekt | σύστηνα | συστήναμε | συστηνόμουν(α) | συστηνόμαστε, συστηνόμασταν | |
σύστηνες | συστήνατε | συστηνόσουν(α) | συστηνόσαστε, συστηνόσασταν | ||
σύστηνε | σύστηναν, συστήναν(ε) | συστηνόταν(ε) | συστήνονταν, συστηνόντανε, συστηνόντουσαν | ||
Aorist | σύστησα | συστήσαμε | συστήθηκα | συστηθήκαμε | |
σύστησες | συστήσατε | συστήθηκες | συστηθήκατε | ||
σύστησε | σύστησαν, συστήσαν(ε) | συστήθηκε | συστήθηκαν, συστηθήκαν(ε) | ||
Per fekt | |||||
Plu per fekt | |||||
Fut ur Verlaufs- form | θα συστήνω | θα συστήνουμε, θα συστήνομε | θα συστήνομαι | θα συστηνόμαστε | |
θα συστήνεις | θα συστήνετε | θα συστήνεσαι | θα συστήνεστε, | ||
θα συστήνει | θα συστήνουν(ε) | θα συστήνεται | θα συστήνονται | ||
Fut ur | θα συστήσω | θα συστήσουμε | θα συστηθώ | θα συστηθούμε | |
θα συστήσεις | θα συστήσετε | θα συστηθείς | θα συστηθείτε | ||
θα συστήσει | θα συστήσουν | θα συστηθεί | θα συστηθούν(ε) | ||
Fut ur II | |||||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να συστήνω | να συστήνουμε | να συστήνομαι | να συστηνόμαστε |
να συστήνεις | να συστήνετε | να συστήνεσαι | να συστήνεστε, | ||
να συστήνει | να συστήνουν | να συστήνεται | να συστήνονται | ||
Aorist | να συστήσω | να συστήσουμε | να συστηθώ | να συστηθούμε | |
να συστήσεις | να συστήσετε | να συστηθείς | να συστηθείτε | ||
να συστήσει | να συστήσουν | να συστηθεί | να συστηθούν(ε) | ||
Perf | |||||
Imper ativ | Pres | συστήνε | συστήνετε | συστήνεστε | |
Aorist | συστήσε | συστήστε, συστήσετε | συστήσου | συστηθείτε | |
Part izip | Pres | συστήνοντας | |||
Perf | έχοντας συστήσει, έχοντας συστημένο | συστημένος, -η, -ο | συστημένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | συστήσει | συστηθεί |
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.