κρατώ Verb (85) |
διατηρώ Verb (13) |
συγκρατώ Verb (3) |
μεινίσκω Verb (0) |
αποτάζω Verb (0) |
βαστώ Verb (0) |
εκπληρώνω Verb (0) |
Deutsch | Griechisch |
---|---|
Muss ich den Injektionsknopf gedrückt halten, bis die Injektion vollständig beendet ist? | Χρειάζεται να κρατώ πιεσμένο το πλήκτρο ένεσης έως ότου ολοκληρωθεί η ένεση; Übersetzung bestätigt |
Da ich mich jedoch um die Sicherstellung einer effizienten politischen Kontrolle durch das Parlament bemühe, war ich bestrebt, das Europäische Parlament so gut wie möglich über den Stand der Dinge auf dem Laufenden zu halten, und ich habe insbesondere Ihren Ausschuss für Industrie, Außenhandel, Forschung und Energie am 11. Oktober 2000 über diese Initiative informiert. Ich bin selbstverständlich bereit, ein weiteres Mal im zuständigen Ausschuss Ihres Parlaments über diesen Vorschlag zu diskutieren. | Επιδιώκοντας, ωστόσο, να επιτύχω έναν αποτελεσματικό πολιτικό έλεγχο από πλευράς Κοινοβουλίου, προσπάθησα να κρατώ ενήμερο, στο βαθμό του δυνατού, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο· ενημέρωσα μεταξύ άλλων την Επιτροπή Βιομηχανίας, Εξωτερικού Εμπορίου, Έρευνας και Ενέργειας του Κοινοβουλίου για τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία, στις 11 Οκτωβρίου, και είμαι φυσικά έτοιμος να παραστώ εκ νέου στην αρμόδια επιτροπή του Κοινοβουλίου, για να συζητήσω την πρόταση αυτή. Übersetzung bestätigt |
Wenn ich mit dem Parlament zu tun habe, versuche ich immer mit offenen Karten zu spielen und sie nicht verborgen zu halten. | Στις επαφές μου με το Κοινοβούλιο πάντοτε προσπαθώ να παίζω πολύ ανοιχτά. Δεν κρατώ τα χαρτιά μου κλειστά. Übersetzung bestätigt |
Natürlich wird es mir während der laufenden Untersuchungen Ehrensache sein, das Parlament auf dem Laufenden zu halten, und ich möchte mich im Voraus dafür bedanken, Herr Präsident, dass es sich in dem morgen zur Abstimmung kommenden Entschließungsentwurf bereiterklärt, uns die Unterstützung zu geben, die wir brauchen, um die Mitgliedstaaten davon zu überzeugen, dass ein Vorhaben wie dieses für die Zukunft von Europa zu wichtig ist, als dass man es nicht mit ganzer Kraft verfolgt. | Φυσικά, καθώς προχωρούν οι εν εξελίξει μελέτες, θα το θεωρήσω ζήτημα τιμής να κρατώ ενήμερο το Κοινοβούλιο, και θέλω να το ευχαριστήσω εκ των προτέρων, κύριε Πρόεδρε, διότι συμφώνησε, στο προτεινόμενο ψήφισμα που πρόκειται να ψηφιστεί αύριο, να μας δώσει τη βοήθεια που χρειαζόμαστε για να πείσουμε τα κράτη μέλη ότι ένα σχέδιο όπως αυτό είναι τόσο σημαντικό για το μέλλον της Ευρώπης που θα πρέπει να το προωθήσουμε με αποφασιστικότητα. Übersetzung bestätigt |
Selbstverständlich stehe ich dem Parlament zur Verfügung, um Sie über die wichtigsten Entwicklungen im Bereich der Zollvorschriften und ihrer Umsetzung auf dem Laufenden zu halten. | Είμαι φυσικά στη διάθεση του Κοινοβουλίου για να σας κρατώ ενήμερους σχετικά με τις κύριες εξελίξεις στον τομέα της τελωνειακής νομοθεσίας και της εφαρμογής της. Übersetzung bestätigt |
Deutsche Synonyme |
---|
klammern |
feststecken |
einspannen |
halten |
Ähnliche Wörter |
---|
halten für |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | halte | ||
du | hältst | |||
er, sie, es | hält | |||
Präteritum | ich | hielt | ||
Konjunktiv II | ich | hielte | ||
Imperativ | Singular | halt! halte! | ||
Plural | haltet! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
gehalten | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:halten |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | κρατάω, κρατώ | κρατάμε, κρατούμε | κρατιέμαι | κρατιόμαστε |
κρατάς | κρατάτε | κρατιέσαι | κρατιέστε, κρατιόσαστε | ||
κρατάει, κρατά | κρατάν(ε), κρατούν(ε) | κρατιέται | κρατιούνται, κρατιόνται | ||
Imper fekt | κρατούσα, κράταγα | κρατούσαμε, κρατάγαμε | κρατιόμουν(α) | κρατιόμαστε, κρατιόμασταν | |
κρατούσες, κράταγες | κρατούσατε, κρατάγατε | κρατιόσουν(α) | κρατιόσαστε, κρατιόσασταν | ||
κρατούσε, κράταγε | κρατούσαν(ε), κράταγαν, κρατάγανε | κρατιόταν(ε) | κρατιόνταν(ε), κρατιούνταν, κρατιόντουσαν | ||
Aorist | κράτησα | κρατήσαμε | κρατήθηκα | κρατηθήκαμε | |
κράτησες | κρατήσατε | κρατήθηκες | κρατηθήκατε | ||
κράτησε | κράτησαν, κρατήσαν(ε) | κρατήθηκε | κρατήθηκαν, κρατηθήκαν(ε) | ||
Perf ekt | |||||
Plu perf ekt | |||||
Fut ur Verlaufs- form | θα κρατάω, | θα κρατάμε, | |||
θα κρατάς | θα κρατάτε | θα κρατιέσαι | θα κρατιέστε, | ||
θα κρατάει, | θα κρατάν(ε), | θα κρατιέται | θα κρατιούνται, | ||
Fut ur | θα κρατήσω | θα κρατήσουμε, | θα κρατηθώ | θα κρατηθούμε | |
θα κρατήσεις | θα κρατήσετε | θα κρατηθείς | θα κρατηθείτε | ||
θα κρατήσει | θα κρατήσουν(ε) | θα κρατηθεί | θα κρατηθούν(ε) | ||
Fut ur II | |||||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να κρατάω, | να κρατάμε, | να κρατιέμαι | να κρατιόμαστε |
να κρατάς | να κρατάτε | να κρατιέσαι | να κρατιέστε, | ||
να κρατάει, | να κρατάν(ε), | να κρατιέται | να κρατιούνται, | ||
Aorist | να κρατήσω | να κρατήσουμε, | να κρατηθώ | να κρατηθούμε | |
να κρατήσεις | να κρατήσετε | να κρατηθείς | να κρατηθείτε | ||
να κρατήσει | να κρατήσουν(ε) | να κρατηθεί | να κρατηθούν(ε) | ||
Perf | |||||
Imper ativ | Pres | κράτα, κράταγε | κρατάτε | κρατιέστε | |
Aorist | κράτησε, κράτα | κρατήστε | κρατήσου | κρατηθείτε | |
Part izip | Pres | κρατώντας | |||
Perf | έχοντας κρατήσει, | κρατημένος, -η, -ο | κρατημένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | κρατήσει | κρατηθεί |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | διατηρώ | διατηρούμε | διατηρούμαι | διατηρούμαστε |
διατηρείς | διατηρείτε | διατηρείσαι | διατηρείστε | ||
διατηρεί | διατηρούν(ε) | διατηρείται | διατηρούνται | ||
Imper fekt | διατηρούσα | διατηρούσαμε | διατηρούμουν | διατηρούμαστε | |
διατηρούσες | διατηρούσατε | ||||
διατηρούσε | διατηρούσαν(ε) | διατηρούνταν, διατηρείτο | διατηρούνταν, διατηρούντο | ||
Aorist | διατήρησα | διατηρήσαμε | διατηρήθηκα | διατηρηθήκαμε | |
διατήρησες | διατηρήσατε | διατηρήθηκες | διατηρηθήκατε | ||
διατήρησε | διατήρησαν, διατηρήσαν(ε) | διατηρήθηκε | διατηρήθηκαν, διατηρηθήκαν(ε) | ||
Perf ekt | |||||
Plu perf ekt | |||||
Fut ur Verlaufs- form | θα διατηρώ | θα διατηρούμε | θα διατηρούμαι | θα διατηρούμαστε | |
θα διατηρείς | θα διατηρείτε | θα διατηρείσαι | θα διατηρείστε | ||
θα διατηρεί | θα διατηρούν(ε) | θα διατηρείται | θα διατηρούνται | ||
Fut ur | θα διατηρήσω | θα διατηρήσουμε | θα διατηρηθώ | θα διατηρηθούμε | |
θα διατηρήσεις | θα διατηρήσετε | θα διατηρηθείς | θα διατηρηθείτε | ||
θα διατηρήσει | θα διατηρήσουν(ε) | θα διατηρηθεί | θα διατηρηθούν(ε) | ||
Fut ur II | |||||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να διατηρώ | να διατηρούμε | να διατηρούμαι | να διατηρούμαστε |
να διατηρείς | να διατηρείτε | να διατηρείσαι | να διατηρείστε | ||
να διατηρεί | να διατηρούν(ε) | να διατηρείται | να διατηρούνται | ||
Aorist | να διατηρήσω | να διατηρηθώ | να διατηρηθούμε | ||
να διατηρήσεις | να διατηρήσετε | να διατηρηθείς | να διατηρηθείτε | ||
να διατηρήσει | να διατηρήσουν(ε) | να διατηρηθεί | να διατηρηθούν(ε) | ||
Perf | |||||
Imper ativ | Pres | διατηρείτε | διατηρείστε | ||
Aorist | διατήρησε | διατηρήστε, διατηρήσετε | διατηρήσου | διατηρηθείτε | |
Part izip | Pres | διατηρώντας | |||
Perf | έχοντας διατηρήσει, | διατηρημένος, -η, -ο | διατηρημένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | διατηρήσει | διατηρηθεί |
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.