klammern
 Verb

πιάνω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Ich will aus Brookfield eine moderne Schule machen, aber Sie klammern sich an der Vergangenheit fest.Προσπαθώ να εκσυγχρονίζω το Μπρούκφιλντ κι εσείς είστε προσκολλημένος στο παρελθόν.

Übersetzung nicht bestätigt

Die Schwachen sind stark, wenn sie sich an etwas Gutes klammern.Oι αδύναμοι έχουν μεγάλο σθένος όταν προσκολληθούν σε κάτι ικανοποιητικό.

Übersetzung nicht bestätigt

~ Ich suche nach der Hoffnung, um mich daran zu klammern. ~"Ψάχνω για μια ακτίνα ελπίδας..." "...για να πάρω θάρρος."

Übersetzung nicht bestätigt

Wenn Sie den ersten Anprall überleben, versuchen Sie ganz schnell herauszukommen und sich an ein Rettungsfloss zu klammern, man wird Sie dann sicher am nächsten Morgen finden.Αν επιβιώσετε της αρχικής πρόσκρουσης, προσπαθήστε να βγείτε απ'την έξοδο κινδύνου, με μια σωσίβιο λέμβο. Ίσως σας βρουν όταν αρχίσουν να μας ψάχνουν το πρωί.

Übersetzung nicht bestätigt

Sie wissen nicht, wie sich zivilisierte Leute ans Leben klammern.Δεν ξέρεις τι μπορούν να κάνουν οι άνθρωποι για να ζήσουν.

Übersetzung nicht bestätigt

Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
πιάνωπιάνουμε, πιάνομεπιάνομαιπιανόμαστε
πιάνειςπιάνετεπιάνεσαιπιάνεστε, πιανόσαστε
πιάνειπιάνουν(ε)πιάνεταιπιάνονται
Imper
fekt
έπιαναπιάναμεπιανόμουν(α)πιανόμαστε, πιανόμασταν
έπιανεςπιάνατεπιανόσουν(α)πιανόσαστε, πιανόσασταν
έπιανεέπιαναν, πιάναν(ε)πιανόταν(ε)πιάνονταν, πιανόντανε, πιανόντουσαν
Aoristέπιασαπιάσαμεπιάστηκαπιαστήκαμε
έπιασεςπιάσατεπιάστηκεςπιαστήκατε
έπιασεέπιασαν, πιάσαν(ε)πιάστηκεπιάστηκαν, πιαστήκαν(ε)
Per
fekt
έχω πιάσει
έχω πιασμένο
έχουμε πιάσει
έχουμε πιασμένο
έχω πιαστεί
είμαι πιασμένος, -η
έχουμε πιαστεί
είμαστε πιασμένοι, -ες
έχεις πιάσει
έχεις πιασμένο
έχετε πιάσει
έχετε πιασμένο
έχεις πιαστεί
είσαι πιασμένος, -η
έχετε πιαστεί
είστε πιασμένοι, -ες
έχει πιάσει
έχει πιασμένο
έχουν πιάσει
έχουν πιασμένο
έχει πιαστεί
είναι πιασμένος, -η, -ο
έχουν πιαστεί
είναι πιασμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα πιάσει
είχα πιασμένο
είχαμε πιάσει
είχαμε πιασμένο
είχα πιαστεί
ήμουν πιασμένος, -η
είχαμε πιαστεί
ήμαστε πιασμένοι, -ες
είχες πιάσει
είχες πιασμένο
είχατε πιάσει
είχατε πιασμένο
είχες πιαστεί
ήσουν πιασμένος, -η
είχατε πιαστεί
ήσαστε πιασμένοι, -ες
είχε πιάσει
είχε πιασμένο
είχαν πιάσει
είχαν πιασμένο
είχε πιαστεί
ήταν πιασμένος, -η, -ο
είχαν πιαστεί
ήταν πιασμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα πιάνωθα πιάνουμεθα πιάνομαιθα πιανόμαστε
θα πιάνειςθα πιάνετεθα πιάνεσαιθα πιάνεστε
θα πιανόσαστε
θα πιάνειθα πιάνουνθα πιάνεταιθα πιάνονται
Fut
ur
θα πιάσωθα πιάσουμεθα πιαστώθα πιαστούμε
θα πιάσειςθα πιάσετεθα πιαστείςθα πιαστείτε
θα πιάσειθα πιάσουνθα πιαστείθα πιαστούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω πιάσει
θα έχω πιασμένο
θα έχουμε πιάσει
θα έχουμε πιασμένο
θα έχω πιαστεί
θα είμαι πιασμένος, -η
θα έχουμε πιαστεί
θα είμαστε πιασμένοι, -ες
θα έχεις πιάσει
θα έχεις πιασμένο
θα έχετε πιάσει
θα έχετε πιασμένο
θα έχεις πιαστεί
θα είσαι πιασμένος, -η
θα έχετε πιαστεί
θα είστε πιασμένοι, -ες
θα έχει πιάσει
θα έχει πιασμένο
θα έχουν πιάσει
θα έχουν πιασμένο
θα έχει πιαστεί
θα είναι πιασμένος, -η, -ο
θα έχουν πιαστεί
θα είναι πιασμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να πιάνωνα πιάνουμενα πιάνομαινα πιανόμαστε
να πιάνειςνα πιάνετενα πιάνεσαινα πιάνεστε
να πιανόσαστε
να πιάνεινα πιάνουννα πιάνεταινα πιάνονται
Aoristνα πιάσωνα πιάσουμενα πιαστώνα πιαστούμε
να πιάσειςνα πιάσετενα πιαστείςνα πιαστείτε
να πιάσεινα πιάσουννα πιαστείνα πιαστούν(ε)
Perfνα έχω πιάσει
να έχω πιασμένο
να έχουμε πιάσει
να έχουμε πιασμένο
να έχω πιαστεί
να είμαι πιασμένος, -η
να έχουμε πιαστεί
να είμαστε πιασμένοι, -ες
να έχεις πιάσει
να έχεις πιασμένο
να έχετε πιάσει
να έχετε πιασμένο
να έχεις πιαστεί
να είσαι πιασμένος, -η
να έχετε πιαστεί
να είστε πιασμένοι, -ες
να έχει πιάσει
να έχει πιασμένο
να έχουν πιάσει
να έχουν πιασμένο
να έχει πιαστεί
να είναι πιασμένος, -η, -ο
να έχουν πιαστεί
να είναι πιασμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presπιάνεπιάνετεπιάνεστε
Aoristπιάσεπιάσετε, πιάστεπιάσουπιαστείτε
Part
izip
Presπιάνοντας
Perfέχοντας πιάσει
έχοντας πιασμένο
πιασμένος, -η, -οπιασμένοι, -ες, -α
InfinAoristπιάσειπιαστεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback