εμπορικός -ή -ό Adj.  [eborikos -i -o, emporikos -h -o]

(27)
(17)
(6)
  Adj.
(4)
  Adj.
(3)
  Adj.
(0)
  Adj.
(0)

GriechischDeutsch
Ο εμπορικός ραδιοτηλεοπτικός φορέας SBS εξασφάλισε τα δικαιώματα μετάδοσης των δύο εθνικών ποδοσφαιρικών κυπέλλων.Die kommerzielle Rundfunkanstalt SBS erhielt die Rechte für die Übertragung von zwei nationalen Fußballmeisterschaften.

Übersetzung bestätigt

Ο εμπορικός ραδιοτηλεοπτικός φορέας Canal+ (συνδρομητική τηλεόραση) απέκτησε τα δικαιώματα για τους ζωντανούς αγώνες του ολλανδικού πρωταθλήματος.Die kommerzielle Rundfunkanstalt Canal+ (Pay-TV) erwarb die Rechte für Live-Übertragungen aus der niederländischen ersten Liga.

Übersetzung bestätigt

Εξάλλου, ο TV2 προέβη σε μείωση του κόστους προγραμματισμού του, όπως κάνει κάθε εμπορικός ραδιοτηλεοπτικός φορέας όταν σημειώνεται μείωση των εσόδων του.senkte auch die Programmkosten, so wie jedes kommerzielle Fernsehunternehmen es tun muss, wenn ein Rückgang der Einnahmen zu verzeichnen ist.

Übersetzung bestätigt

Ο εμπορικός τηλεοπτικός φορέας TvDanmark ήταν ο μοναδικός που κατέβαλε το εν λόγω τέλος για τον δεύτερο δίαυλό του.Die kommerzielle Fernsehgesellschaft TvDanmark war der einzige Betreiber, der diese Gebühr für sein zweites Programm bezahlte.

Übersetzung bestätigt

Επειδή η δεύτερη συχνότητα χρησιμοποιήθηκε από τον άλλο κρατικό φορέα, και η τρίτη δεν χρησιμοποιήθηκε ποτέ ουσιαστικά, δεν μπορεί να γίνει σύγκριση του τέλους που κατέβαλε ο TV2 με τα τέλη που θα κατέβαλε κάποιος εμπορικός τηλεοπτικός φορέας αν έκανε χρήση αυτού του ενεργητικού.Da die zweite Frequenz durch eine zweite öffentlich-rechtliche Fernsehanstalt genutzt wird und die dritte nicht genutzt wurde, ist ein Vergleich der Höhe der von TV2 gezahlten Gebühren mit den Gebühren, die eine kommerzielle Fernsehgesellschaft dafür hätte bezahlen müssen, nicht möglich.

Übersetzung bestätigt



Grammatik

  • εμπορικός (maskulin)
  • εμπορική (feminin)
  • εμπορικό (neutrum)


Griechische Definition zu εμπορικός -ή -ό

εμπορικός -ή -ό [emborikós] : που ανήκει ή αναφέρεται στο εμπόριο ή στον έμπορο. α. που έχει ως αντικείμενό του το εμπόριο: Εμπορικό κατάστημα. Εμπορική επιχείρηση / εταιρεία. εμπορικός -ή -ό οργανισμός / οίκος. Εμπορική ένωση, καρτέλ. || (ως ουσ.) το εμπορικό*. β. που αφορά το εμπόριο: Εμπορική αξία, ενός προϊόντος. Εμπορική ονομασία, η ονομασία με την οποία ένα προϊόν (π.χ. μια χημική ουσία) αναφέρεται στο εμπόριο, σε αντιδιαστολή με την επιστημονική του ονομασία. || Εμπορικά προϊόντα, που είναι αντικείμενο του εμπορίου. Εμπορικά (λογιστικά) βιβλία. Εμπορικό κέρδος / συμφέρον. Εμπορικό ισοζύγιο μιας χώρας. || που ρυθμίζει τα σχετικά με το εμπόριο: Εμπορικό δίκαιο. Εμπορική νομοθεσία. εμπορικός -ή -ό κώδικας. γ. που εξυπηρετεί ειδικά το εμπόριο και όχι μια άλλη δραστηριότητα, σε αντιδιαστολή προς τα επιβατικός, στρατιωτικός, πολεμικός: Εμπορική αμαξοστοιχία. Εμπορικό λιμάνι. εμπορικός -ή -ό σταθμός. Εμπορικό τρένο / πλοίο. || (ως ουσ.) το εμπορικό*. || που τον χαρακτηρίζει η ύπαρξη πολλών εμπορικών καταστημάτων: Εμπορική συνοικία. εμπορικός -ή -ό δρόμος. Tο εμπορικό κέντρο μιας πόλης, η αγορά. Tο εμπορικό κέντρο μιας περιοχής. γ. (για ενέργεια κτλ.): Εμπορική πράξη / συμφωνία / σύμβαση. Εμπορική ναυτιλία. Εμπορική διαφήμιση. Εμπορικές σχέσεις μεταξύ κρατών. Εμπορική ανάπτυξη. || Εμπορική έκθεση. || Εμπορική αλληλογραφία. Εμπορική επιστολή. δ. που σχετίζεται με τους εμπόρους: εμπορικός -ή -ό σύλλογος. Εμπορικό επιμελητήριο. ε. (ειδικότ.) για έργα πνευματικής ή καλλιτεχνικής δημιουργίας που έχουν σχετικά μεγάλη ζήτηση από το ευρύ κοινό, αλλά η καλλιτεχνική τους ποιότητα θεωρείται μάλλον αμφίβολη: Εμπορική (κινηματογραφική) ταινία. Στην παλιά εποχή του καλού εμπορικού κινηματογράφου. Εμπορικό (θεατρικό) έργο. εμπορικά ΕΠIΡΡ.

[λόγ. < αρχ. ἐμπορικός & σημδ. γαλλ. commercial, marchand]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback