{der} Subst. (33274) |
{der} Subst. (2427) |
{der} Subst. (158) |
{der} Absatzmarkt (fachspr.) Subst.(94) |
(5) |
αγορά altgriechisch ἀγορά ἀγείρω
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Οι εταιρείες ειδικού σκοπού αναχρηματοδοτούν επενδύσεις με τη μορφή χρεογράφων εξασφαλισμένων με στοιχεία ενεργητικού («asset-backed securities», στο εξής: ABS), προκειμένου να συγκεντρώσουν κεφάλαια στην αγορά για βραχυπρόθεσμους εξασφαλισμένους χρεωστικούς τίτλους ( «Commercial Papers»). Τα CP είναι βραχυπρόθεσμοι χρεωστικοί τίτλοι οι οποίοι εκδίδονται από μεγάλες τράπεζες και μεγάλες επιχειρήσεις στη χρηματαγορά. | Die Zweckgesellschaft refinanziert Investitionen in forderungsbesicherte Wertpapiere („asset-backed securities“, nachstehend: ABS), in dem sie Geld am Markt für kurzfristige forderungsbesicherte Schuldtitel ( „Commercial Papers“) aufnimmt; CP sind kurzfristige unbesicherte Schuldtitel, die von Großbanken und Großunternehmen am Geldmarkt begeben werden. Übersetzung bestätigt |
Η Επιτροπή καταλήγει ωστόσο στο συμπέρασμα ότι στην περίπτωση των εν λόγω μέτρων πρόκειται για ενισχύσεις αναδιάρθρωσης, οι οποίες μπορούν να θεωρηθούν ως συμβατές με την κοινή αγορά σύμφωνα με το άρθρο 87 παράγραφος 3 της συνθήκης ΕΚ, εφόσον πληρούνται οι σχετικές προϋποθέσεις, ΕΞΕΔΩΣΕ ΤΗΝ ΑΚΟΛΟΥΘΗ ΑΠΟΦΑΣΗ: Άρθρο 1 Οι ενισχύσεις που παρείχε η Γερμανία υπέρ της IKB Deutsche Industriebank AG (στο εξής «IKB») βάσει των συμφωνιών και εγγράφων που η ίδια υπέβαλε κρίνονται, βάσει των προϋποθέσεων και των υποχρεώσεων του άρθρου 2, συμβατές με την κοινή αγορά. | Die Beihilfen, die Deutschland auf der Grundlage der von ihm vorgelegten Vereinbarungen und Dokumente zugunsten der IKB Deutsche Industriebank AG (nachstehend: IKB) gewährt hat, sind vorbehaltlich der in Artikel 2 genannten Bedingungen und Auflagen mit dem Gemeinsamen Markt vereinbar. Übersetzung bestätigt |
Τα αποτελέσματα της έρευνας οδήγησαν στο συμπέρασμα ότι τα μέτρα μπορούν να θεωρηθούν ως ενίσχυση αναδιάρθρωσης συμβατή με την κοινή αγορά, καθώς πληρούν όλες τις προϋποθέσεις των κατευθυντήριων γραμμών. | Die Untersuchungsergebnisse ließen den Schluss zu, dass die Maßnahmen als mit dem Gemeinsamen Markt vereinbare Umstrukturierungsbeihilfe betrachtet werden können, da sie alle Voraussetzungen der Leitlinien erfüllt. Übersetzung bestätigt |
Τα υπό εξέταση μέτρα, ως εκ τούτου, δεν μπορούν να θωρηθούν συμβατά με την κοινή αγορά βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚ. 5.3. Συμβατότητα με την κοινή αγορά βάσει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο γ — Ενίσχυση αναδιάρθρωσης | Die in Rede stehenden Maßnahmen können daher nicht gemäß Artikel 87 Absatz 3 Buchstabe b EG-Vertrag für mit dem Gemeinsamen Markt vereinbar erklärt werden. 5.3 Vereinbarkeit mit dem Gemeinsamen Markt nach Artikel 87 Absatz 3 Buchstabe c — Umstrukturierungsbeihilfe Übersetzung bestätigt |
Συμβατότητα των μέτρων με την κοινή αγορά δυνάμει του άρθρου 87 παράγραφος 3 στοιχείο β) της συνθήκης ΕΚ: ενισχύσεις για την άρση σοβαρής διαταραχής της οικονομίας κράτους μέλους | Vereinbarkeit der Maßnahmen mit dem Gemeinsamen Markt nach Artikel 87 Absatz 3 Buchstabe b EG-Vertrag: Beihilfen zur Behebung einer beträchtlichen Störung im Wirtschaftsleben eines Mitgliedstaats Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Wörter |
---|
αγορα- |
αγοράζω |
αγοράκι |
αγοραστής |
αγοραστός -ή -ό |
Noch keine Grammatik zu αγορά.
Singular | Plural | |
---|---|---|
Nominativ | der Marktplatz | die Marktplätze |
Genitiv | des Marktplatzes | der Marktplätze |
Dativ | dem Marktplatz dem Marktplatze | den Marktplätzen |
Akkusativ | den Marktplatz | die Marktplätze |
Singular | Plural | |
---|---|---|
Nominativ | der Absatzmarkt | die Absatzmärkte |
Genitiv | des Absatzmarktes des Absatzmarkts | der Absatzmärkte |
Dativ | dem Absatzmarkt dem Absatzmarkte | den Absatzmärkten |
Akkusativ | den Absatzmarkt | die Absatzmärkte |
αγορά η [aγorá] : 1.η απόκτηση αγαθών έναντι χρημάτων. ANT πώληση: αγορά προϊόντων / υπηρεσιών. αγορά με πίστωση / με δόσεις / τοις μετρητοίς*. Tιμή / αξία αγοράς. Kλείνω / κάνω / πραγματοποιώ / ακυρώνω μια αγορά. Διαπραγματεύομαι την αγορά ενός ακινήτου / οικοπέδου / αυτοκινήτου. Δάνεια για την αγορά πρώτης κατοικίας. Aπελευθερώθηκε η αγορά συναλλάγματος. α. το αγαθό που αποκτιέται έναντι χρημάτων: Σήμερα έκανα μια καλή αγορά. Δεν έμεινα ευχαριστημένος από τις αγορές που έκανα. β. το χρηματικό αντίτιμο που καταβάλλει κάποιος για να αποκτήσει κτ., η αγοραστική αξία: Tο δολάριο έχει σήμερα 290 δραχμές αγορά. Aυτά τα παπούτσια έχουν επτά χιλιάδες αγορά. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.