vorführen
 Verb

παρουσιάζω Verb
(4)
επιδεικνύω Verb
(0)
προβάλλω Verb
(0)
επιδείχνω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Ich habe die Verteidigung darüber informiert, dass es sich hier um die Wochenschau-Aufnahme handelt, die von Kameramann Ted Fitzgerald zur Tatzeit gedreht wurde. Ich lasse Ihnen den Film vorführen als Beweisstück A der Anklage. Bitte abdunkeln.Κατόπιν συμφωνίας με την υπεράσπιση ότι η ταινία είναι αληθινή και τραβήχτηκε στο Στραντ από τον κάμεραμαν Τεντ Φιτζέραλντ παρουσιάζω αυτήν την ταινία ως Αποδεικτικό Α.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich bin Charlene Tilton... und werde Ihnen den Abdomenizer vorführen.Και σας παρουσιάζω τον .

Übersetzung nicht bestätigt

Ich freue mich, Ihnen Kunstwerke vorführen zu dürfen... die man noch vor Kurzem für verschollen hielt.Σας παρουσιάζω 5000 χρόνια της κινεζικής ιστορίας... μια συλλογή που θεωρείτο χαμένη μέχρι πρόσφατα...

Übersetzung nicht bestätigt

Heiligkeit, darf ich diesen heiligen Augenblick unterbrechen? Darf ich Euch ebenfalls vorführen... Die Lanze des Longinus.Αγιότατε, αν μπορώ να διακόψω αυτή την ιερή στιγμή... σας παρουσιάζω κι εγώ... τη Λόγχη του Λογγίνου.

Übersetzung nicht bestätigt

Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
παρουσιάζωπαρουσιάζουμε, παρουσιάζομεπαρουσιάζομαιπαρουσιαζόμαστε
παρουσιάζειςπαρουσιάζετεπαρουσιάζεσαιπαρουσιάζεστε, παρουσιαζόσαστε
παρουσιάζειπαρουσιάζουν(ε)παρουσιάζεταιπαρουσιάζονται
Imper
fekt
παρουσίαζαπαρουσιάζαμεπαρουσιαζόμουν(α)παρουσιαζόμαστε, παρουσιαζόμασταν
παρουσίαζεςπαρουσιάζατεπαρουσιαζόσουν(α)παρουσιαζόσαστε, παρουσιαζόσασταν
παρουσίαζεπαρουσίαζαν, παρουσιάζαν(ε)παρουσιαζόταν(ε)παρουσιάζονταν, παρουσιαζόντανε, παρουσιαζόντουσαν
Aoristπαρουσίασαπαρουσιάσαμεπαρουσιάστηκαπαρουσιαστήκαμε
παρουσίασεςπαρουσιάσατεπαρουσιάστηκεςπαρουσιαστήκατε
παρουσίασεπαρουσίασαν, παρουσιάσαν(ε)παρουσιάστηκεπαρουσιάστηκαν, παρουσιαστήκαν(ε)
Per
fekt
έχω παρουσιάσει
έχω παρουσιασμένο
έχουμε παρουσιάσει
έχουμε παρουσιασμένο
έχω παρουσιαστεί
είμαι παρουσιασμένος, -η
έχουμε παρουσιαστεί
είμαστε παρουσιασμένοι, -ες
έχεις παρουσιάσει
έχεις παρουσιασμένο
έχετε παρουσιάσει
έχετε παρουσιασμένο
έχεις παρουσιαστεί
είσαι παρουσιασμένος, -η
έχετε παρουσιαστεί
είστε παρουσιασμένοι, -ες
έχει παρουσιάσει
έχει παρουσιασμένο
έχουν παρουσιάσει
έχουν παρουσιασμένο
έχει παρουσιαστεί
είναι παρουσιασμένος, -η, -ο
έχουν παρουσιαστεί
είναι παρουσιασμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα παρουσιάσει
είχα παρουσιασμένο
είχαμε παρουσιάσει
είχαμε παρουσισμένο
είχα παρουσιαστεί
ήμουν παρουσιασμένος, -η
είχαμε παρουσιαστεί
ήμαστε παρουσιασμένοι, -ες
είχες παρουσιάσει
είχες παρουσιασμένο
είχατε παρουσιάσει
είχατε παρουσιασμένο
είχες παρουσιαστεί
ήσουν παρουσιασμένος, -η
είχατε παρουσιαστεί
ήσαστε παρουσιασμένοι, -ες
είχε παρουσιάσει
είχε παρουσιασμένο
είχαν παρουσιάσει
είχαν παρουσιασμένο
είχε παρουσιαστεί
ήταν παρουσιασμένος, -η, -ο
είχαν παρουσιαστεί
ήταν παρουσιασμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα παρουσιάζωθα παρουσιάζουμε, θα παρουσιάζομεθα παρουσιάζομαιθα παρουσιαζόμαστε
θα παρουσιάζειςθα παρουσιάζετεθα παρουσιάζεσαιθα παρουσιάζεστε, θα παρουσιαζόσαστε
θα παρουσιάζειθα παρουσιάζουν(ε)θα παρουσιάζεταιθα παρουσιάζονται
Fut
ur
θα παρουσιάσωθα παρουσιάσουμε, θα παρουσιάζομεθα παρουσιαστώθα παρουσιαστούμε
θα παρουσιάσειςθα παρουσιάσετεθα παρουσιαστείςθα παρουσιαστείτε
θα παρουσιάσειθα παρουσιάσουν(ε)θα παρουσιαστείθα παρουσιαστούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω παρουσιάσει
θα έχω παρουσιασμένο
θα έχουμε παρουσιάσει
θα έχουμε παρουσιασμένο
θα έχω παρουσιαστεί
θα είμαι παρουσιασμένος, -η
θα έχουμε παρουσιαστεί
θα είμαστε παρουσιασμένοι, -ες
θα έχεις παρουσιάσει
θα έχεις παρουσιασμένο
θα έχετε παρουσιάσει
θα έχετε παρουσιασμένο
θα έχεις παρουσιαστεί
θα είσαι παρουσιασμένος, -η
θα έχετε παρουσιαστεί
θα είστε παρουσιασμένοι, -ες
θα έχει παρουσιάσει
θα έχει παρουσιασμένο
θα έχουν παρουσιάσει
θα έχουν παρουσιασμένο
θα έχει παρουσιαστεί
θα είναι παρουσιασμένος, -η, -ο
θα έχουν παρουσιαστεί
θα είναι παρουσιασμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να παρουσιάζωνα παρουσιάζουμε, να παρουσιάζομενα παρουσιάζομαινα παρουσιαζόμαστε
να παρουσιάζειςνα παρουσιάζετενα παρουσιάζεσαινα παρουσιάζεστε, να παρουσιαζόσαστε
να παρουσιάζεινα παρουσιάζουν(ε)να παρουσιάζεταινα παρουσιάζονται
Aoristνα παρουσιάσωνα παρουσιάσουμε, να παρουσιάσομενα παρουσιαστώνα παρουσιαστούμε
να παρουσιάσειςνα παρουσιάσετενα παρουσιαστείςνα παρουσιαστείτε
να παρουσιάσεινα παρουσιάσουν(ε)να παρουσιαστείνα παρουσιαστούν(ε)
Perfνα έχω παρουσιάσει
να έχω παρουσιασμένο
να έχουμε παρουσιάσει
να έχουμε παρουσιασμένο
να έχω παρουσιαστεί
να είμαι παρουσιασμένος, -η
να έχουμε παρουσιαστεί
να είμαστε παρουσιασμένοι, -ες
να έχεις παρουσιάσει
να έχεις παρουσιασμένο
να έχετε παρουσιάσει
να έχετε παρουσιασμένο
να έχεις παρουσιαστεί
να είσαι παρουσιασμένος, -η
να έχετε παρουσιαστεί
να είστε παρουσιασμένοι, -ες
να έχει παρουσιάσει
να έχει παρουσιασμένο
να έχουν παρουσιάσει
να έχουν παρουσιασμένο
να έχει παρουσιαστεί
να είναι παρουσιασμένος, -η, -ο
να έχουν παρουσιαστεί
να είναι παρουσιασμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presπαρουσίαζεπαρουσιάζετεπαρουσιάζεστε
Aoristπαρουσίασεπαρουσιάστεπαρουσιάσουπαρουσιαστείτε
Part
izip
Presπαρουσιάζονταςπαρουσιαζόμενος
Perfέχοντας παρουσιάσει, έχοντας παρουσιασμένοπαρουσιασμένος, -η, -οπαρουσιασμένοι, -ες, -α
InfinAoristπαρουσιάσειπαρουσιαστεί



AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
προβάλλωπροβάλλουμε, προβάλλομεπροβάλλομαιπροβαλλόμαστε
προβάλλειςπροβάλλετεπροβάλλεσαιπροβάλλεστε, προβαλλόσαστε
προβάλλειπροβάλλουν(ε)προβάλλεταιπροβάλλονται
Imper
fekt
πρόβαλλαπροβάλλαμεπροβαλλόμουν(α)προβαλλόμαστε
πρόβαλλεςπροβάλλατεπροβαλλόσουν(α)προβαλλόσαστε
πρόβαλλεπρόβαλλαν, προβάλλαν(ε)προβαλλόταν(ε)προβάλλονταν
Aoristπρόβαλα, προέβαλαπροβάλαμεπροβλήθηκαπροβληθήκαμε
πρόβαλες, προέβαλεςπροβάλατεπροβλήθηκεςπροβληθήκατε
πρόβαλε, προέβαλεπρόβαλαν, προβάλαν(ε), προέβαλανπροβλήθηκεπροβλήθηκαν, προβληθήκαν(ε)
Per
fekt
έχω προβάλειέχουμε προβάλειέχω προβληθεί
είμαι προβεβλημένος, -η
έχουμε προβληθεί
είμαστε προβεβλημένοι, -ες
έχεις προβάλειέχετε προβάλειέχεις προβληθεί
είσαι προβεβλημένος, -η
έχετε προβληθεί
είστε προβεβλημένοι, -ες
έχει προβάλειέχουν προβάλειέχει προβληθεί
είναι προβεβλημένος, -η, -ο
έχουν προβληθεί
είναι προβεβλημένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα προβάλειείχαμε προβάλειείχα προβληθεί
ήμουν προβεβλημένος, -η
είχαμε προβληθεί
ήμαστε προβεβλημένοι, -ες
είχες προβάλειείχατε προβάλειείχες προβληθεί
ήσουν προβεβλημένος, -η
είχατε προβληθεί
ήσαστε προβεβλημένοι, -ες
είχε προβάλειείχαν προβάλειείχε προβληθεί
ήταν προβεβλημένος, -η, -ο
είχαν προβληθεί
ήταν προβεβλημένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα προβάλλωθα προβάλλουμε, θα προβάλλομεθα προβάλλομαιθα προβαλλόμαστε
θα προβάλλειςθα προβάλλετεθα προβάλλεσαιθα προβάλλεστε, θα προβαλλόσαστε
θα προβάλλειθα προβάλλουν(ε)θα προβάλλεταιθα προβάλλονται
Fut
ur
θα προβάλωθα προβάλουμε, θα προβάλομεθα προβληθώθα προβληθούμε
θα προβάλειςθα προβάλετεθα προβληθείςθα προβληθείτε
θα προβάλειθα προβάλουν(ε)θα προβληθείθα προβληθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω προβάλειθα έχουμε προβάλειθα έχω προβληθεί
θα είμαι προβεβλημένος, -η
θα έχουμε προβληθεί
θα είμαστε προβεβλημένοι, -ες
θα έχεις προβάλειθα έχετε προβάλειθα έχεις προβληθεί
θα είσαι προβεβλημένος, -η
θα έχετε προβάλει
θα είστε προβεβλημένοι, -ες
θα έχει προβάλειθα έχουν προβάλειθα έχει προβληθεί
θα είναι προβεβλημένος, -η, -ο
θα έχουν προβληθεί
θα είναι προβεβλημένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να προβάλλωνα προβάλλουμε, να προβάλλομενα προβάλλομαινα προβαλλόμαστε
να προβάλλειςνα προβάλλετενα προβάλλεσαινα προβάλλεστε, να προβαλλόσαστε
να προβάλλεινα προβάλλουνενα προβάλλεταινα προβάλλονται
Aoristνα προβάλωνα προβάλουμενα προβληθώνα προβληθούμε
να προβάλειςνα προβάλετενα προβληθείςνα προβληθείτε
να προβάλεινα προβάλουν(ε)να προβληθείνα προβληθούν(ε)
Perfνα έχω προβάλεινα έχουμε προβάλεινα έχω προβληθεί
να είμαι προβεβλημένος, -η
να έχουμε προβληθεί
να είμαστε προβεβλημένοι, -ες
να έχεις προβάλεινα έχετε προβάλεινα έχεις προβληθεί
να είσαι προβεβλημένος, -η
να έχετε προβληθεί
να είστε προβεβλημένοι, -ες
να έχει προβάλεινα έχουν προβάλεινα έχει προβληθεί
να είναι προβεβλημένος, -η, -ο
να έχουν προβληθεί
να είναι προβεβλημένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presπρόβαλλεπροβάλλετεπροβάλλεστε
Aoristπρόβαλεπροβάλετεπροβληθείτε
Part
izip
Presπροβάλλονταςπροβαλλόμενος
Perfέχοντας προβάλειπροβεβλημένος, -η, -οπροβεβλημένοι, -ες, -α
InfinAoristπροβάλειπροβληθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback