προβάλλω Verb (0) |
παρουσιάζω Verb (0) |
Deutsch | Griechisch |
---|---|
Ich werde das beim Familienrat vorbringen. | Θα το θέσω αυτό ως θέμα στο οικογενειακό του συμβούλιο, μάλιστα. Übersetzung nicht bestätigt |
Ich werde eine Verurteilung wegen Meineids beantragen. Und zwar mit denselben Beweisen, mit denen ich nun beweisen werde, dass diese 22 Angeklagten das Gefängnis gestürmt, abgebrannt und Josef Wilson gelyncht haben. Ich werde diese Beweise jetzt vorbringen. | Θα ζητήσω να παραπεμφθούν για ψευδορκία με τα ίδια στοιχεία που σε ένα λεπτό θ' αποδείξουν την ταυτοπροσωπία των κατηγορουμένων με τα 22 ενεργά μέλη του όχλου που έκαψε τη φυλακή και λιντσάρισε τον Τζόζεφ Γουίλσον! Übersetzung nicht bestätigt |
Ich möchte fragen, ob mein Kollege neue Beweise anführen kann zur Verteidigung, die er während des Verhörs nicht vorbringen konnte. | Ρωτώ τοv συvάδελφό μου, αν έχει έστω και ένα πρόσθετο στοιχείο για την υπεράσπισή του, γιατί δεν το κατέθεσε στηv επιτροπή; Übersetzung nicht bestätigt |
Sie können eine Anklage gegen ihn vorbringen, die ihn für Jahre ins Gefängnis bringt. Ein Triumph für Sie. | Εάν αντί για αυτή την φτωχή κατηγορία που έχεις εναντίον του μπορούσες να έχεις κάτι σημαντικό κάτι που να τον κλείσει σε κάποιο στρατόπεδο συγκέντρωσης για χρόνια θα έβαζε ακόμα ένα φτερό στο καπέλο σου, έτσι δεν είναι; Übersetzung nicht bestätigt |
Sie können eine Anklage gegen ihn vorbringen, die ihn für Jahre ins Gefängnis bringt. | Αντί για αυτή την άθλια κατηγορία εναντίων του θα μπορούσες να βγάλεις κάτι μεγάλο κάτι που θα τον έριχνε σε ένα στρατόπεδο συγκεντρώσεως για χρόνια... Übersetzung nicht bestätigt |
Deutsche Synonyme |
---|
unterbreiten |
vorschlagen |
vorbringen |
vorlegen |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter. |
Person | Wortform | |||
---|---|---|---|---|
Präsens | ich | bringe vor | ||
du | bringst vor | |||
er, sie, es | bringt vor | |||
Präteritum | ich | brachte vor | ||
Konjunktiv II | ich | brächte vor | ||
Imperativ | Singular | bring vor! bringe vor! | ||
Plural | bringt vor! | |||
Perfekt | Partizip II | Hilfsverb | ||
vorgebracht | haben | |||
Alle weiteren Formen: Flexion:vorbringen |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | προβάλλω | προβάλλουμε, προβάλλομε | προβάλλομαι | προβαλλόμαστε |
προβάλλεις | προβάλλετε | προβάλλεσαι | προβάλλεστε, προβαλλόσαστε | ||
προβάλλει | προβάλλουν(ε) | προβάλλεται | προβάλλονται | ||
Imper fekt | πρόβαλλα | προβάλλαμε | προβαλλόμουν(α) | προβαλλόμαστε | |
πρόβαλλες | προβάλλατε | προβαλλόσουν(α) | προβαλλόσαστε | ||
πρόβαλλε | πρόβαλλαν, προβάλλαν(ε) | προβαλλόταν(ε) | προβάλλονταν | ||
Aorist | πρόβαλα, προέβαλα | προβάλαμε | προβλήθηκα | προβληθήκαμε | |
πρόβαλες, προέβαλες | προβάλατε | προβλήθηκες | προβληθήκατε | ||
πρόβαλε, προέβαλε | πρόβαλαν, προβάλαν(ε), προέβαλαν | προβλήθηκε | προβλήθηκαν, προβληθήκαν(ε) | ||
Per fekt | έχω προβάλει | έχουμε προβάλει | έχω προβληθεί είμαι προβεβλημένος, -η | έχουμε προβληθεί είμαστε προβεβλημένοι, -ες | |
έχεις προβάλει | έχετε προβάλει | έχεις προβληθεί είσαι προβεβλημένος, -η | έχετε προβληθεί είστε προβεβλημένοι, -ες | ||
έχει προβάλει | έχουν προβάλει | έχει προβληθεί είναι προβεβλημένος, -η, -ο | έχουν προβληθεί είναι προβεβλημένοι, -ες, -α | ||
Plu per fekt | είχα προβάλει | είχαμε προβάλει | είχα προβληθεί ήμουν προβεβλημένος, -η | είχαμε προβληθεί ήμαστε προβεβλημένοι, -ες | |
είχες προβάλει | είχατε προβάλει | είχες προβληθεί ήσουν προβεβλημένος, -η | είχατε προβληθεί ήσαστε προβεβλημένοι, -ες | ||
είχε προβάλει | είχαν προβάλει | είχε προβληθεί ήταν προβεβλημένος, -η, -ο | είχαν προβληθεί ήταν προβεβλημένοι, -ες, -α | ||
Fut ur Verlaufs- form | θα προβάλλω | θα προβάλλουμε, θα προβάλλομε | θα προβάλλομαι | θα προβαλλόμαστε | |
θα προβάλλεις | θα προβάλλετε | θα προβάλλεσαι | θα προβάλλεστε, θα προβαλλόσαστε | ||
θα προβάλλει | θα προβάλλουν(ε) | θα προβάλλεται | θα προβάλλονται | ||
Fut ur | θα προβάλω | θα προβάλουμε, θα προβάλομε | θα προβληθώ | θα προβληθούμε | |
θα προβάλεις | θα προβάλετε | θα προβληθείς | θα προβληθείτε | ||
θα προβάλει | θα προβάλουν(ε) | θα προβληθεί | θα προβληθούν(ε) | ||
Fut ur II | θα έχω προβάλει | θα έχουμε προβάλει | θα έχω προβληθεί θα είμαι προβεβλημένος, -η | θα έχουμε προβληθεί θα είμαστε προβεβλημένοι, -ες | |
θα έχεις προβάλει | θα έχετε προβάλει | θα έχεις προβληθεί θα είσαι προβεβλημένος, -η | θα έχετε προβάλει θα είστε προβεβλημένοι, -ες | ||
θα έχει προβάλει | θα έχουν προβάλει | θα έχει προβληθεί θα είναι προβεβλημένος, -η, -ο | θα έχουν προβληθεί θα είναι προβεβλημένοι, -ες, -α | ||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να προβάλλω | να προβάλλουμε, να προβάλλομε | να προβάλλομαι | να προβαλλόμαστε |
να προβάλλεις | να προβάλλετε | να προβάλλεσαι | να προβάλλεστε, να προβαλλόσαστε | ||
να προβάλλει | να προβάλλουνε | να προβάλλεται | να προβάλλονται | ||
Aorist | να προβάλω | να προβάλουμε | να προβληθώ | να προβληθούμε | |
να προβάλεις | να προβάλετε | να προβληθείς | να προβληθείτε | ||
να προβάλει | να προβάλουν(ε) | να προβληθεί | να προβληθούν(ε) | ||
Perf | να έχω προβάλει | να έχουμε προβάλει | να έχω προβληθεί να είμαι προβεβλημένος, -η | να έχουμε προβληθεί να είμαστε προβεβλημένοι, -ες | |
να έχεις προβάλει | να έχετε προβάλει | να έχεις προβληθεί να είσαι προβεβλημένος, -η | να έχετε προβληθεί να είστε προβεβλημένοι, -ες | ||
να έχει προβάλει | να έχουν προβάλει | να έχει προβληθεί να είναι προβεβλημένος, -η, -ο | να έχουν προβληθεί να είναι προβεβλημένοι, -ες, -α | ||
Imper ativ | Pres | πρόβαλλε | προβάλλετε | προβάλλεστε | |
Aorist | πρόβαλε | προβάλετε | προβληθείτε | ||
Part izip | Pres | προβάλλοντας | προβαλλόμενος | ||
Perf | έχοντας προβάλει | προβεβλημένος, -η, -ο | προβεβλημένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | προβάλει | προβληθεί |
Aktiv | Passiv | ||||
---|---|---|---|---|---|
Singular | Plural | Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | παρουσιάζω | παρουσιάζουμε, παρουσιάζομε | παρουσιάζομαι | παρουσιαζόμαστε |
παρουσιάζεις | παρουσιάζετε | παρουσιάζεσαι | παρουσιάζεστε, παρουσιαζόσαστε | ||
παρουσιάζει | παρουσιάζουν(ε) | παρουσιάζεται | παρουσιάζονται | ||
Imper fekt | παρουσίαζα | παρουσιάζαμε | παρουσιαζόμουν(α) | παρουσιαζόμαστε, παρουσιαζόμασταν | |
παρουσίαζες | παρουσιάζατε | παρουσιαζόσουν(α) | παρουσιαζόσαστε, παρουσιαζόσασταν | ||
παρουσίαζε | παρουσίαζαν, παρουσιάζαν(ε) | παρουσιαζόταν(ε) | παρουσιάζονταν, παρουσιαζόντανε, παρουσιαζόντουσαν | ||
Aorist | παρουσίασα | παρουσιάσαμε | παρουσιάστηκα | παρουσιαστήκαμε | |
παρουσίασες | παρουσιάσατε | παρουσιάστηκες | παρουσιαστήκατε | ||
παρουσίασε | παρουσίασαν, παρουσιάσαν(ε) | παρουσιάστηκε | παρουσιάστηκαν, παρουσιαστήκαν(ε) | ||
Per fekt | έχω παρουσιάσει | έχουμε παρουσιάσει | έχω παρουσιαστεί | έχουμε παρουσιαστεί | |
έχεις παρουσιάσει | έχετε παρουσιάσει | έχεις παρουσιαστεί | έχετε παρουσιαστεί | ||
έχει παρουσιάσει | έχουν παρουσιάσει | έχει παρουσιαστεί | έχουν παρουσιαστεί | ||
Plu per fekt | είχα παρουσιάσει είχα παρουσιασμένο | είχαμε παρουσιάσει είχαμε παρουσισμένο | είχα παρουσιαστεί ήμουν παρουσιασμένος, -η | είχαμε παρουσιαστεί ήμαστε παρουσιασμένοι, -ες | |
είχες παρουσιάσει είχες παρουσιασμένο | είχατε παρουσιάσει είχατε παρουσιασμένο | είχες παρουσιαστεί ήσουν παρουσιασμένος, -η | είχατε παρουσιαστεί ήσαστε παρουσιασμένοι, -ες | ||
είχε παρουσιάσει είχε παρουσιασμένο | είχαν παρουσιάσει είχαν παρουσιασμένο | είχε παρουσιαστεί ήταν παρουσιασμένος, -η, -ο | είχαν παρουσιαστεί ήταν παρουσιασμένοι, -ες, -α | ||
Fut ur Verlaufs- form | θα παρουσιάζω | θα παρουσιάζουμε, | θα παρουσιάζομαι | θα παρουσιαζόμαστε | |
θα παρουσιάζεις | θα παρουσιάζετε | θα παρουσιάζεσαι | θα παρουσιάζεστε, | ||
θα παρουσιάζει | θα παρουσιάζουν(ε) | θα παρουσιάζεται | θα παρουσιάζονται | ||
Fut ur | θα παρουσιάσω | θα παρουσιάσουμε, | θα παρουσιαστώ | θα παρουσιαστούμε | |
θα παρουσιάσεις | θα παρουσιάσετε | θα παρουσιαστείς | θα παρουσιαστείτε | ||
θα παρουσιάσει | θα παρουσιάσουν(ε) | θα παρουσιαστεί | θα παρουσιαστούν(ε) | ||
Fut ur II | θα έχω παρουσιάσει θα έχω παρουσιασμένο | θα έχουμε παρουσιάσει θα έχουμε παρουσιασμένο | θα έχω παρουσιαστεί θα είμαι παρουσιασμένος, -η | θα έχουμε παρουσιαστεί | |
θα έχεις παρουσιάσει θα έχεις παρουσιασμένο | θα έχετε παρουσιάσει θα έχετε παρουσιασμένο | θα έχεις παρουσιαστεί θα είσαι παρουσιασμένος, -η | θα έχετε παρουσιαστεί θα είστε παρουσιασμένοι, -ες | ||
θα έχει παρουσιάσει θα έχει παρουσιασμένο | θα έχουν παρουσιάσει θα έχουν παρουσιασμένο | θα έχει παρουσιαστεί θα είναι παρουσιασμένος, -η, -ο | θα έχουν παρουσιαστεί θα είναι παρουσιασμένοι, -ες, -α | ||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να παρουσιάζω | να παρουσιάζουμε, | να παρουσιάζομαι | να παρουσιαζόμαστε |
να παρουσιάζεις | να παρουσιάζετε | να παρουσιάζεσαι | να παρουσιάζεστε, | ||
να παρουσιάζει | να παρουσιάζουν(ε) | να παρουσιάζεται | να παρουσιάζονται | ||
Aorist | να παρουσιάσω | να παρουσιάσουμε, | να παρουσιαστώ | να παρουσιαστούμε | |
να παρουσιάσεις | να παρουσιάσετε | να παρουσιαστείς | να παρουσιαστείτε | ||
να παρουσιάσει | να παρουσιάσουν(ε) | να παρουσιαστεί | να παρουσιαστούν(ε) | ||
Perf | να έχω παρουσιάσει να έχω παρουσιασμένο | να έχουμε παρουσιάσει | να έχω παρουσιαστεί | να έχουμε παρουσιαστεί | |
να έχεις παρουσιάσει | να έχετε παρουσιάσει να έχετε παρουσιασμένο | να έχεις παρουσιαστεί να είσαι παρουσιασμένος, -η | να έχετε παρουσιαστεί να είστε παρουσιασμένοι, -ες | ||
να έχει παρουσιάσει να έχει παρουσιασμένο | να έχουν παρουσιάσει να έχουν παρουσιασμένο | να έχει παρουσιαστεί | να έχουν παρουσιαστεί | ||
Imper ativ | Pres | παρουσίαζε | παρουσιάζετε | παρουσιάζεστε | |
Aorist | παρουσίασε | παρουσιάστε | παρουσιάσου | παρουσιαστείτε | |
Part izip | Pres | παρουσιάζοντας | παρουσιαζόμενος | ||
Perf | έχοντας παρουσιάσει, | παρουσιασμένος, -η, -ο | παρουσιασμένοι, -ες, -α | ||
Infin | Aorist | παρουσιάσει | παρουσιαστεί |
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.