abtrennen
 Verb

χωρίζω Verb
(0)
ξηλώνω Verb
(0)
αποσχίζω Verb
(0)
DeutschGriechisch
Die mächtigen Kiefer können einem Mensch den Finger abtrennen. Da.Αυτά τα δυνατά σαγόνια, είναι αρκετά ισχυρά, για να τρυπήσουν το δάχτυλο ενός ανθρώπου.

Übersetzung nicht bestätigt

Lieferturm abtrennen!Αφαιρέσατε ομφάλιο.

Übersetzung nicht bestätigt

Er hätte mir den Kopf abtrennen können.Παραλίγο να μου κόψει το κεφάλι.

Übersetzung nicht bestätigt

Er ließ seine Beine abtrennen... und trug diese Prothesen, um größer zu sein.Φορούσε αυτά για ύψος.

Übersetzung nicht bestätigt

Indem wir ihm den Kopf abtrennen?Πως; Να του κόβαμε το κεφάλι;

Übersetzung nicht bestätigt

Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik





AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
χωρίζωχωρίζουμε, χωρίζομεχωρίζομαιχωριζόμαστε
χωρίζειςχωρίζετεχωρίζεσαιχωρίζεστε, χωριζόσαστε
χωρίζειχωρίζουν(ε)χωρίζεταιχωρίζονται
Imper
fekt
χώριζαχωρίζαμεχωριζόμουν(α)χωριζόμαστε, χωριζόμασταν
χώριζεςχωρίζατεχωριζόσουν(α)χωριζόσαστε, χωριζόσασταν
χώριζεχώριζαν, χωρίζαν(ε)χωριζόταν(ε)χωρίζονταν, χωριζόντανε, χωριζόντουσαν
Aoristχώρισαχωρίσαμεχωρίστηκαχωριστήκαμε
χώρισεςχωρίσατεχωρίστηκεςχωριστήκατε
χώρισεχώρισαν, χωρίσαν(ε)χωρίστηκεχωρίστηκαν, χωριστήκαν(ε)
Per
fekt
έχω χωρίσει
έχω χωρισμένο
έχουμε χωρίσει
έχουμε χωρισμένο
έχω χωριστεί
είμαι χωρισμένος, -η
έχουμε χωριστεί
είμαστε χωρισμένοι, -ες
έχεις χωρίσει
έχεις χωρισμένο
έχετε χωρίσει
έχετε χωρισμένο
έχεις χωριστεί
είσαι χωρισμένος, -η
έχετε χωριστεί
είστε χωρισμένοι, -ες
έχει χωρίσει
έχει χωρισμένο
έχουν χωρίσει
έχουν χωρισμένο
έχει χωριστεί
είναι χωρισμένος, -η, -ο
έχουν χωριστεί
είναι χωρισμένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα χωρίσει
είχα χωρισμένο
είχαμε χωρίσει
είχαμε χωρισμένο
είχα χωριστεί
ήμουν χωρισμένος, -η
είχαμε χωριστεί
ήμαστε χωρισμένοι, -ες
είχες χωρίσει
είχες χωρισμένο
είχατε χωρίσει
είχατε χωρισμένο
είχες χωριστεί
ήσουν χωρισμένος, -η
είχατε χωριστεί
ήσαστε χωρισμένοι, -ες
είχε χωρίσει
είχε χωρισμένο
είχαν χωρίσει
είχαν χωρισμένο
είχε χωριστεί
ήταν χωρισμένος, -η, -ο
είχαν χωριστεί
ήταν χωρισμένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα χωρίζωθα χωρίζουμε, θα χωρίζομεθα χωρίζομαιθα χωριζόμαστε
θα χωρίζειςθα χωρίζετεθα χωρίζεσαιθα χωρίζεστε, θα χωριζόσαστε
θα χωρίζειθα χωρίζουν(ε)θα χωρίζεταιθα χωρίζονται
Fut
ur
θα χωρίσωθα χωρίσουμε, θα χωρίζομεθα χωριστώθα χωριστούμε
θα χωρίσειςθα χωρίσετεθα χωριστείςθα χωριστείτε
θα χωρίσειθα χωρίσουν(ε)θα χωριστείθα χωριστούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω χωρίσει
θα έχω χωρισμένο
θα έχουμε χωρίσει
θα έχουμε χωρισμένο
θα έχω χωριστεί
θα είμαι χωρισμένος, -η
θα έχουμε χωριστεί
θα είμαστε χωρισμένοι, -ες
θα έχεις χωρίσει
θα έχεις χωρισμένο
θα έχετε χωρίσει
θα έχετε χωρισμένο
θα έχεις χωριστεί
θα είσαι χωρισμένος, -η
θα έχετε χωριστεί
θα είστε χωρισμένοι, -ες
θα έχει χωρίσει
θα έχει χωρισμένο
θα έχουν χωρίσει
θα έχουν χωρισμένο
θα έχει χωριστεί
θα είναι χωρισμένος, -η, -ο
θα έχουν χωριστεί
θα είναι χωρισμένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να χωρίζωνα χωρίζουμε, να χωρίζομενα χωρίζομαινα χωριζόμαστε
να χωρίζειςνα χωρίζετενα χωρίζεσαινα χωρίζεστε, να χωριζόσαστε
να χωρίζεινα χωρίζουν(ε)να χωρίζεταινα χωρίζονται
Aoristνα χωρίσωνα χωρίσουμε, να χωρίσομενα χωριστώνα χωριστούμε
να χωρίσειςνα χωρίσετενα χωριστείςνα χωριστείτε
να χωρίσεινα χωρίσουν(ε)να χωριστείνα χωριστούν(ε)
Perfνα έχω χωρίσει
να έχω χωρισμένο
να έχουμε χωρίσει
να έχουμε χωρισμένο
να έχω χωριστεί
να είμαι χωρισμένος, -η
να έχουμε χωριστεί
να είμαστε χωρισμένοι, -ες
να έχεις χωρίσει
να έχεις χωρισμένο
να έχετε χωρίσει
να έχετε χωρισμένο
να έχεις χωριστεί
να είσαι χωρισμένος, -η
να έχετε χωριστεί
να είστε χωρισμένοι, -ες
να έχει χωρίσει
να έχει χωρισμένο
να έχουν χωρίσει
να έχουν χωρισμένο
να έχει χωριστεί
να είναι χωρισμένος, -η, -ο
να έχουν χωριστεί
να είναι χωρισμένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presχώριζεχωρίζετεχωρίζεστε
Aoristχώρισεχωρίστεχωρίσουχωριστείτε
Part
izip
Presχωρίζονταςχωριζόμενος
Perfέχοντας χωρίσει, έχοντας χωρισμένοχωρισμένος, -η, -οχωρισμένοι, -ες, -α
InfinAoristχωρίσειχωριστεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback