{η}  αποκάλυψη Subst.  [apokalipsi, apokalypsh]

{die}    Subst.
(199)
{die}    Subst.
(192)
(75)
{die}    Subst.
(73)
(3)

GriechischDeutsch
Πρέπει να δεσμευθούμε σήμερα ότι θα κηρύξουμε με αποφασιστικότητα τον πόλεμο κατά της τρομοκρατίας, ούτως ώστε η αποκάλυψη της Νέας Υόρκης και της Ουάσινγκτον να μην μετατραπεί αύριο σε αποκάλυψη όλης της υφηλίου. Αλλωστε ως Κοινοβούλιο μπορούμε να είμαστε υπερήφανοι, καθώς την προηγούμενη εβδομάδα εγκρίναμε με μεγάλη, συντριπτική πλειοψηφία την έκθεση του συναδέλφου Watson για την καταπολέμηση της τρομοκρατίας.Wir müssen uns heute verpflichten, dem Terrorismus entschieden den Kampf anzusagen, damit die Apokalypse von New York und Washington morgen nicht die Apokalypse der ganzen Welt ist, und wir können als Parlament stolz darauf sein, dass wir in der vergangenen Woche mit so großer, gewaltiger Mehrheit den Bericht des Kollegen Watson gegen den Terrorismus angenommen haben.

Übersetzung bestätigt

Το εάν η σύγκρουση των γενεών θα οδηγήσει σε μια βιβλικού χαρακτήρα κοινωνικοπολιτική αποκάλυψη και θα ενισχύσει τη δυνατότητα σύγκρουσης μεταξύ πλούσιων και φτωχών εξαρτάται από το εδώ και τώρα και από το εάν οι πολιτικοί είναι έτοιμοι να σκεφθούν με πολιτικούς όρους και να εργαστούν με κοινωνικοπολιτικούς όρους.Ob der Generationenkonflikt zur gesellschaftspolitischen Apokalypse wird und sich die Konfliktpotenziale zwischen Arm und Reich potenzieren, hängt gerade jetzt davon ab, ob Politiker bereit sind, politisch zu denken und gesellschaftspolitisch zu arbeiten.

Übersetzung bestätigt

Κατά τα τέλη της δεκαετίας του 1980, εντούτοις, μας είχαν πει ότι θα επέλθει η αποκάλυψη.Ende der 80er Jahre hat man uns jedoch erklärt, es werde zu einer Apokalypse kommen.

Übersetzung bestätigt

Αν έχετε ακούσει για την αποκάλυψη των Μάγια το 2012, θα ακούσετε για τον Άποφις, επειδή έχετε αναζητήσει όλα τα δίκτυα σχετικά με την ημέρα της κρίσης.Wenn Sie von der Maya-Apokalypse 2012 gehört haben, werden Sie von Apophis hören, weil Sie sowieso in all den Endzeit-Netzwerken drinhängen.

Übersetzung nicht bestätigt





Griechische Definition zu αποκάλυψη

αποκάλυψη η [apokádivpsi] : 1.πράξη ή γεγονός που κάνει γνωστό, που φέρνει στο φως, που φανερώνει: α. κτ. που κρατιέται σκόπιμα μυστικό, κρυφό: Προκάλεσε σάλο η αποκάλυψη του σκανδάλου με τα πλαστά διαβατήρια. Ο μάρτυρας έκανε εντυπωσιακές αποκαλύψεις στην κατάθεσή του. Δημοσιογράφος που απειλεί με αποκαλύψεις. β. κτ. που πριν ήταν άγνωστο, καλυμμένο, μη ορατό: Mε τις πρόσφατες επιστημονικές έρευνες έγινε η αποκάλυψη άγνωστων στοιχείων για τη ζωή στην παλαιολιθική εποχή. Mεγάλη επιτυχία των ανασκαφών υπήρξε η αποκάλυψη ενός αρχαίου οικισμού. || Ο δήμαρχος έκανε την αποκάλυψη του μνημείου, τα αποκαλυπτήρια. γ. κπ. που πριν ήταν άγνωστος, άσημος: Ο νεαρός τερματοφύλακας ήταν η αποκάλυψη του αγώνα. δ. νέα στοιχεία καθοριστικής σημασίας για κάποιο χώρο: Tο καινούριο βιβλίο ήταν αποκάλυψη στο χώρο της ανθρωπολογικής επιστήμης. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback