οικογένεια altgriechisch οἰκογένεια οἰκογενής (δούλος)
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Ως προς το τελευταίο σημείο, η Επιτροπή επισημαίνει, ωστόσο, ότι, για τον αριθμό των θέσεων η έννοια της αποκλειστικής καμπίνας για μία μόνο οικογένεια δυσχεραίνει την ακριβή εκτίμηση της υπέρβασης. | Hierzu stellt die Kommission allerdings fest, dass eine genaue Einschätzung, inwieweit das Platzangebot überschritten wurde, aufgrund der Verwendung der Kabinen für eine einzige Familie schwierig ist. Übersetzung bestätigt |
Εάν ένα μοντέλο προϊόντος διατίθεται στην αγορά σε πολλές διαρθρώσεις ή τύπους ως «οικογένεια» ή σειρά προϊόντων, ο εταίρος μπορεί να κοινοποιεί και να πιστοποιεί το προϊόν με ενιαίο αριθμό μοντέλου, εφόσον όλα τα μοντέλα της οικογένειας ή της σειράς αυτής πληρούν μία από τις ακόλουθες απαιτήσεις: | Wird ein Produktmodell in unterschiedlichen Konfigurationen oder Ausführungen als „Produktfamilie“ oder Produktserie in Verkehr gebracht, so kann der Programmpartner das Produkt unter einer einzigen Modellnummer anmelden und prüfen, sofern alle Modelle dieser Familie oder Serie einer der folgenden Anforderungen genügen: Übersetzung bestätigt |
άγριων μη κατοικίδιων ζώων που ανήκουν στις οικογένειες Suidae, TayassuidaeTapiridae (υπόδειγμα “SUW”)· | wild lebenden, nicht domestizierten Tieren der Familien Suidae, Tayassuidae und Tapiridae (Muster SUW); Übersetzung bestätigt |
εκτρεφόμενων μη κατοικίδιων ζώων που ανήκουν στις οικογένειες Suidae, Tayassuidae ή Tapiridae (υπόδειγμα “SUF”)· | gezüchteten, jedoch nicht domestizierten Tieren der Familien Suidae, Tayassuidae und Tapiridae (Muster SUF); Übersetzung bestätigt |
Αυτή η εταιρεία συμμετοχών ανήκει κατά 88 % στην οικογένεια Hesselbach και κατά 12 % στην κρατική γερμανική τράπεζα Nord/LB. | Diese Holding gehört zu 88 % der Familie Hesselbach und zu 12 % der staatlichen deutschen Bank Nord/LB. Übersetzung bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
σόι |
φαμίλια |
οικογένεια η [ikojénia] λόγ. γεν. και οικογενείας : 1α. σύνολο προσώπων, τα οποία συνδέονται μεταξύ τους με πολύ στενό συγγενικό δεσμό (ο πατέρας, η μητέρα και τα παιδιά τους) και συνήθ. ζουν στην ίδια κατοικία: Πολυμελής / ολιγομελής οικογένεια. Aστική / αγροτική οικογένεια. Δουλεύει για να συντηρήσει την οικογένειά του. H οικογένεια είναι το κύτταρο της κοινωνίας. Aρχηγός* (της) οικογένειας. Kάνω / φτιάχνω οικογένεια, παντρεύομαι και κάνω παιδιά. Παιδί χωρίς οικογένεια, χωρίς γονείς και αδέλφια. Παιδιά από διαλυμένες οικογένειες, με χωρισμένους γονείς. Είμαστε σαν μία οικογένεια, πολύ αγαπη μένοι, αν και δεν είμαστε συγγενείς. Είναι κάποιος της οικογένειας / της οικογενείας, για στενό οικογενειακό φίλο. H οικογένεια Xωραφά, για πολυμελή οικογένεια. Aγία Οικογένεια, ο μικρός Xριστός με την Παναγία και τον Iωσήφ. (έκφρ.) πατρίδα / πατρίς, θρησκεία, οικογένεια, ως τρίπτυχο αξιών που συγκροτούν και στηρίζουν μια κοινωνία. || (γενικότ.) σύνολο ατόμων που συνδέονται μεταξύ τους με ποικίλους δεσμούς αίματος ή και αγχιστείας: Στο γλέντι για τα βαφτίσια του μωρού μαζεύτηκε όλη η οικογένεια. || (κοινων.) Στενή οικογένεια ή πυρηνική* οικογένεια. Mονογονεϊκή* οικογένεια. β. σύνολο οικογενειών που κατάγονται διαδοχικά η μία από την άλλη, το σύνολο των παλαιότερων συγγενών μιας οικογένειας· (πρβ. σόι, γενιά): Παλαιά αριστοκρατική / βασιλική / αρχοντική οικογένεια. Tα μέλη της βασιλικής οικογένειας της Mεγάλης Bρετανίας. Kατάγεται από οικογένεια πολιτικών / στρατιωτικών / συγγραφέων. H οικογένεια των Mαυρομιχαλαίων. Kαλή οικογένεια, που θεωρείται έντιμη και αξιοπρεπής: Παιδί από καλή οικογένεια. (έκφρ.) από οικογένεια, για καταγωγή από οικογένεια που θεωρείται έντιμη και αξιοπρεπής, από καλή οικογένεια. || (κοινων.) Ευρεία οικογένεια. Πατριαρχική οικογένεια. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.