{η}  μανία Subst.  [mania]

{die}    Subst.
(106)
{die}    Subst.
(14)
{der}    Subst.
(6)
{die}  
Sucht (ugs.)
  Subst.
(3)
{das}    Subst.
(3)
{die}    Subst.
(1)
{die}    Subst.
(0)
{der}  
Koller (ugs.)
  Subst.
(0)

Etymologie zu μανία

μανία altgriechisch μανία μαίνομαι indoeuropäisch (Wurzel) *mn̥yo- *men- (σκέφτομαι)


GriechischDeutsch
Συμπληρωματική αριπιπραζόλη απέδειξε υπεροχή έναντι εικονικού φαρμάκου στη δευτερεύουσα μέτρηση έκβασης, βαθμός Σοβαρότητας Ασθένειας CGI-BP (μανία).Adjunktives Aripiprazol zeigte sich gegenüber Placebo überlegen im sekundären Studienziel, dem CGI-BP-Wert zur Bestimmung des Schweregrads der Erkrankung (Manie).

Übersetzung bestätigt

συγκινησιακή αστάθεια, επιθετικότητα, κατάσταση σύγχυσης, διάθεση ευφορίας, ψευδαίσθηση, μανία, παράνοια, ψύχωση‡,, απόπειρα αυτοκτονίας, αυτοκτονικός ιδεασμόςAffektlabilität, Aggression, Verwirrtheit, Euphorie, Halluzination, Manie, Paranoia, Psychose†, Suizidversuch, Suizidgedanken*

Übersetzung bestätigt

συγκινησιακή αστάθεια, επιθετικότητα, κατάσταση σύγχυσης, διάθεση ευφορίας, ψευδαίσθηση, μανία, παράνοια, ψύχωση‡,απόπειρα αυτοκτονίας, αυτοκτονικός ιδεασμόςAffektlabilität, Aggression, Verwirrtheit, Euphorie, Halluzination, Manie, Paranoia, Psychose‡ , Suizidversuch, Suizidgedanken*

Übersetzung bestätigt

συγκινησιακή αστάθεια, επιθετικότητα, κατάσταση σύγχυσης, διάθεση ευφορίας, ψευδαίσθηση, μανία, παράνοια, ψύχωση‡, απόπειρα αυτοκτονίας, αυτοκτονικός ιδεασμόςAffektlabilität, Aggression, Verwirrtheit, Euphorie, Halluzination, Manie, Paranoia, Psychose‡, Suizidversuch, Suizidgedanken

Übersetzung bestätigt

συγκινησιακή αστάθεια, επιθετικότητα, κατάσταση σύγχυσης, διάθεση ευφορίας, ψευδαίσθηση, μανία, παράνοια, ψύχωση‡,, απόπειρα αυτοκτονίας, αυτοκτονικός ιδεασμόςAffektlabilität, Aggression, Verwirrtheit, Euphorie, Halluzination, Manie, Paranoia, Psychose‡, Suizidversuch, Suizidgedanken

Übersetzung bestätigt





Griechische Definition zu μανία

μανία η [manía] Ο25α : 1. έντονη αγάπη κάποιου για κτ. με αποτέλεσμα να το επιδιώκει ή να ασχολείται υπερβολικά με αυτό· πάθος: Έχει μανία με το κυνήγι / τα σπορ / για τη μουσική / την καθαριότητα. Tώρα του κόλλησε η μανία να μαζεύει γραμματόσημα. Bρε μανία που την έχει!, για κπ. που επιμένει πολύ σε κτ. || Aγοραστική / καταναλωτική μανία. (λόγ. έκφρ.) μετά μανίας, με πάθος: Επιδιώκει μετά μανίας να διακριθεί. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback