προχωρώ Verb (0) |
συνεχίζομαι (0) |
Deutsch | Griechisch |
---|---|
Geh zu Deinem Vater... heute... er muß uns helfen... es kann so nicht weitergehen... | Πήγαινε στον πατέρα σου σήμερα...πρέπει να μας βοηθήσει...δεν γίνεται να συνεχίσουμε έτσι... Übersetzung nicht bestätigt |
Wissen Sie, ich könnte ewig so mit Ihnen weitergehen. | Πρέπει να στο πω. Μαζί σου, θα περπατούσα για πάντα. Übersetzung nicht bestätigt |
Und das soll so weitergehen? | Θέλετε αυτό να συνεχιστεί; Übersetzung nicht bestätigt |
Ich möchte lieber weitergehen. | Προτιμάω να συνεχίσω. -Είσαι σίγουρη; -Ναι. Übersetzung nicht bestätigt |
Also müssen wir hier weitergehen. | Πρεπει λοιπον να συνεχισουμε απ' εδω. Übersetzung nicht bestätigt |
Deutsche Synonyme |
---|
dauern |
andauern |
fortdauern |
fortbestehen |
weitergehen |
währen |
ungebrochen sein |
nicht aufhören |
nicht nachlassen |
von Dauer sein |
fortwähren |
fortgesetzt werden |
aufrechterhalten werden |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter. |
Noch keine Informationen zur Grammatik vorhanden.
Aktiv | |||
---|---|---|---|
Singular | Plural | ||
I N D I K A T I V | Präs enz | προχωράω, προχωρώ | προχωράμε, προχωρούμε |
προχωράς | προχωράτε | ||
προχωράει, προχωρά | προχωράν(ε), προχωρούν(ε) | ||
Imper fekt | προχωρούσα, προχώραγα | προχωρούσαμε, προχωράγαμε | |
προχωρούσες, προχώραγες | προχωρούσατε, προχωράγατε | ||
προχωρούσε, προχώραγε | προχωρούσαν(ε), προχώραγαν, προχωράγανε | ||
Aorist | προχώρησα | προχωρήσαμε | |
προχώρησες | προχωρήσατε | ||
προχώρησε | προχώρησαν, προχωρήσαν(ε) | ||
Perf ekt | έχω προχωρήσει | έχουμε προχωρήσει | |
έχεις προχωρήσει | έχετε προχωρήσει | ||
έχει προχωρήσει | έχουν προχωρήσει | ||
Plu perf ekt | είχα προχωρήσει | είχαμε προχωρήσει | |
είχες προχωρήσει | είχατε προχωρήσει | ||
είχε προχωρήσει | είχαν προχωρήσει | ||
Fut ur Verlaufs- form | θα προχωράω, θα προχωρώ | θα προχωράμε, θα προχωρούμε | |
θα προχωράς | θα προχωράτε | ||
θα προχωράει, θα προχωρά | θα προχωράν(ε), θα προχωρούν(ε) | ||
Fut ur | θα προχωρήσω | θα προχωρήσουμε, θα προχωρήσομε | |
θα προχωρήσεις | θα προχωρήσετε | ||
θα προχωρήσει | θα προχωρήσουν(ε) | ||
Fut ur II | θα έχω προχωρήσει | θα έχουμε προχωρήσει | |
θα έχεις προχωρήσει | θα έχετε προχωρήσει | ||
θα έχει προχωρήσει | θα έχουν προχωρήσει | ||
K O N J U N K T I V | Präs enz | να προχωράω, να προχωρώ | να προχωράμε, να προχωρούμε |
να προχωράς | να προχωράτε | ||
να προχωράει, να προχωρά | να προχωράν(ε), να προχωρούν(ε) | ||
Aorist | να προχωρήσω | να προχωρήσουμε, να προχωρήσομε | |
να προχωρήσεις | να προχωρήσετε | ||
να προχωρήσει | να προχωρήσουν(ε) | ||
Perf | να έχω προχωρήσει | να έχουμε προχωρήσει | |
να έχεις προχωρήσει | να έχετε προχωρήσει | ||
να έχει προχωρήσει | να έχουν προχωρήσει | ||
Imper ativ | Pres | προχώρα, προχώραγε | προχωράτε |
Aorist | προχώρησε, προχώρα | προχωρήστε | |
Part izip | Pres | προχωρώντας | |
Perf | έχοντας προχωρήσει | ||
Infin | Aorist | προχωρήσει |
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.