erfordern
 Verb

χρειάζομαι Verb
(0)
απαιτώ Verb
(0)
DeutschGriechisch
Mein Vertrag und die Richtlinien meiner diversen Zünfte erfordern, dass ich Ihnen als Autor und Regisseur zu Diensten bin.Το συμβόλαιό μου και οι κανονισμοί του σωματείου... επιβάλλουν να προσφέρω συγκεκριμένες υπηρεσίες.

Übersetzung nicht bestätigt

Wenn es die Umstände absolut erfordern.Αν είναι απόλυτη ανάγκη να το κάνω.

Übersetzung nicht bestätigt

Das wird wohl einen eleganten Marathon erfordern.Φαίνεται να πάει μακριά η βαλίτσα.

Übersetzung nicht bestätigt

So ein Luxus würde mehrere Leben erfordern.Αυτό θα κοστίσει αρκετές ζωές.

Übersetzung nicht bestätigt

Das würde sehr viel Diskretion erfordern.Αλλά προφανώς, θα χρειαστεί μεγάλη διακριτικότητα.

Übersetzung nicht bestätigt

Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
χρειάζομαιχρειαζόμαστε
χρειάζεσαιχρειάζεστε, χρειαζόσαστε
χρειάζεταιχρειάζονται
Imper
fekt
χρειαζόμουν(α)χρειαζόμαστε, χρειαζόμασταν
χρειαζόσουν(α)χρειαζόσαστε, χρειαζόσασταν
χρειαζόταν(ε)χρειάζονταν, χρειαζόντανε, χρειαζόντουσαν
Aoristχρειάστηκαχρειαστήκαμε
χρειάστηκεςχρειαστήκατε
χρειάστηκεχρειάστηκαν, χρειαστήκαν(ε)
Per
fekt
έχω χρειαστείέχουμε χρειαστεί
έχεις χρειαστείέχετε χρειαστεί
έχει χρειαστείέχουν χρειαστεί
Plu
per
fekt
είχα χρειαστείείχαμε χρειαστεί
είχες χρειαστείείχατε χρειαστεί
είχε χρειαστείείχαν χρειαστεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα χρειάζομαιθα χρειαζόμαστε
θα χρειάζεσαιθα χρειάζεστε, θα χρειαζόσαστε
θα χρειάζεταιθα χρειάζονται
Fut
ur
θα χρειαστώθα χρειαστούμε
θα χρειαστείςθα χρειαστείτε
θα χρειαστείθα χρειαστούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω χρειαστείθα έχουμε χρειαστεί
θα έχεις χρειαστείθα έχετε χρειαστεί
θα έχει χρειαστείθα έχουν χρειαστεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να χρειάζομαινα χρειαζόμαστε
να χρειάζεσαινα χρειάζεστε, να χρειαζόσαστε
να χρειάζεταινα χρειάζονται
Aoristνα χρειαστώνα χρειαστούμε
να χρειαστείςνα χρειαστείτε
να χρειαστείνα χρειαστούν(ε)
Perfνα έχω χρειαστείνα έχουμε χρειαστεί
να έχεις χρειαστείνα έχετε χρειαστεί
να έχει χρειαστείνα έχουν χρειαστεί
Imper
ativ
Presχρειάζεστε
Aoristχρειάσουχρειαστείτε
Part
izip
Presχρειαζούμενος
Perf
InfinAoristχρειαστεί



AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
απαιτώαπαιτούμεαπαιτούμαιαπαιτούμαστε
απαιτείςαπαιτείτεαπαιτείσαιαπαιτείστε
απαιτείαπαιτούν(ε)απαιτείταιαπαιτούνται
Imper
fekt
απαιτούσααπαιτούσαμεαπαιτούμουναπαιτούμαστε
απαιτούσεςαπαιτούσατε
απαιτούσεαπαιτούσαν(ε)απαιτούνταν, απαιτείτοαπαιτούνταν, απαιτούντο
Aoristαπαίτησααπαιτήσαμεαπαιτήθηκααπαιτηθήκαμε
απαίτησεςαπαιτήσατεαπαιτήθηκεςαπαιτηθήκατε
απαίτησεαπαίτησαν, απαιτήσαν(ε)απαιτήθηκεαπαιτήθηκαν, απαιτηθήκαν(ε)
Perf
ekt
έχω απαιτήσειέχουμε απαιτήσειέχω απαιτηθείέχουμε απαιτηθεί
έχεις απαιτήσειέχετε απαιτήσειέχεις απαιτηθείέχετε απαιτηθεί
έχει απαιτήσειέχουν απαιτήσειέχει απαιτηθείέχουν απαιτηθεί
Plu
perf
ekt
είχα απαιτήσειείχαμε απαιτήσειείχα απαιτηθείείχαμε απαιτηθεί
είχες απαιτήσειείχατε απαιτήσειείχες απαιτηθείείχατε απαιτηθεί
είχε απαιτήσειείχαν απαιτήσειείχε απαιτηθείείχαν απαιτηθεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα απαιτώθα απαιτούμεθα απαιτούμαιθα απαιτούμαστε
θα απαιτείςθα απαιτείτεθα απαιτείσαιθα απαιτείστε
θα απαιτείθα απαιτούν(ε)θα απαιτείταιθα απαιτούνται
Fut
ur
θα απαιτήσωθα απαιτήσουμεθα απαιτηθώθα απαιτηθούμε
θα απαιτήσειςθα απαιτήσετεθα απαιτηθείςθα απαιτηθείτε
θα απαιτήσειθα απαιτήσουν(ε)θα απαιτηθείθα απαιτηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω απαιτήσειθα έχουμε απαιτήσει θα έχω απαιτηθείθα έχουμε απαιτηθεί
θα έχεις απαιτήσειθα έχετε απαιτήσειθα έχεις απαιτηθείθα έχετε απαιτηθεί
θα έχει απαιτήσειθα έχουν απαιτήσειθα έχει απαιτηθείθα έχουν απαιτηθεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να απαιτώνα απαιτούμενα απαιτούμαινα απαιτούμαστε
να απαιτείςνα απαιτείτενα απαιτείσαινα απαιτείστε
να απαιτείνα απαιτούν(ε)να απαιτείταινα απαιτούνται
Aoristνα απαιτήσωνα απαιτήσουμε, να απαιτήσομενα απαιτηθώνα απαιτηθούμε
να απαιτήσειςνα απαιτήσετενα απαιτηθείςνα απαιτηθείτε
να απαιτήσεινα απαιτήσουν(ε)να απαιτηθείνα απαιτηθούν(ε)
Perfνα έχω απαιτήσεινα έχουμε απαιτήσεινα έχω απαιτηθείνα έχουμε απαιτηθεί
να έχεις απαιτήσεινα έχετε απαιτήσεινα έχεις απαιτηθείνα έχετε απαιτηθεί
να έχει απαιτήσεινα έχουν απαιτήσεινα έχει απαιτηθείνα έχουν απαιτηθεί
Imper
ativ
Presαπαιτείτεαπαιτείστε
Aoristαπαίτησεαπαιτήστε, απαιτήσετεαπαιτήσουαπαιτηθείτε
Part
izip
Presαπαιτώνταςαπαιτούμενος
Perfέχοντας απαιτήσει
InfinAoristαπαιτήσειαπαιτηθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback