denken
 Verb

σκέφτομαι Verb
(1270)
νομίζω Verb
(238)
θεωρώ Verb
(39)
συλλογίζομαι Verb
(1)
διαλογούμαι Verb
(0)
συλλογιέμαι Verb
(0)
DeutschGriechisch
die immer wiederkehrende Feststellung der Kommission, wie wichtig es ist, "zuerst im kleinen Maßstab" zu denken.το γεγονός ότι η Επιτροπή τονίζει συνεχώς τη σημασία της αρχής "σκέφτομαι πρώτα σε μικρή κλίμακα".

Übersetzung bestätigt

Und die Lage ist die, dass ich nach wie vor denke – und das werde ich denken bis zum Ende der Tage – mein Petitum ist – mein Wille ist, einen Grexit zu verhindern.Και η κατάσταση είναι ότι εξακολουθώ να πιστεύω και θα το σκέφτομαι έως το τέλος της ημέρας – το αίτημά μου είναι η επιθυμία μου είναι– να αποφευχθεί ένα Grexit.

Übersetzung bestätigt

Schweigend und zutiefst erstaunt sehe ich zu, und ich muss dabei daran denken, dass der wirkliche Saladin den Arabern feierlich versprochen hatte, niemals mit den Ungläubigen einen Pakt zu schließen.Κοιτάζω σιωπηλός και κατάπληκτος και σκέφτομαι ότι ο αληθινός Σαλαντίν υποσχέθηκε στους Αραβες να μη συνάψει ποτέ ειρήνη με τους απίστους.

Übersetzung bestätigt

Ich will nicht daran denken, in welcher Lage sich dieser einzige Abgeordnete, der nicht zur Regierungspartei gehört, in einem Parlament mit 79 Sitzen befinden muss, aber ich kann mir vorstellen, dass er, wenn bei den Wahlen ein Vertreter der Opposition gewählt werden würde was nicht geschehen wird -, wahrscheinlich nach kurzer Zeit aus dem Parlament ins Gefängnis wandern würde.Δεν θέλω να σκέφτομαι ποια πρέπει να είναι η κατάσταση εκείνου του μοναδικού βουλευτή που δεν ανήκει στο κόμμα της κυβέρνησης, σε ένα Κοινοβούλιο με 79 έδρες, αλλά μπορώ να φανταστώ πως αν στις εκλογές εκλεγόταν κάποιος από την αντιπολίτευση πράγμα που δεν θα συμβεί σε λίγο καιρό θα περνούσε πιθανότατα από το Κοινοβούλιο στη φυλακή.

Übersetzung bestätigt

Ich denke, sie könnten eher ausgeweitet werden, wenn wir an die Kadettrinne denken, wo sich immer wieder Unfälle ereignen.Θεωρώ ότι μάλλον θα μπορούσαν να επεκταθούν, ειδικά όσο σκέφτομαι τα θαλάσσια κανάλια όπου σημειώνονται διαρκώς ατυχήματα.

Übersetzung bestätigt

Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
σκέφτομαι, skeptomai">σκέπτομαισκεφτόμαστε
σκέφτεσαισκέφτεστε, σκεφτόσαστε
σκέφτεταισκέφτονται
Imper
fekt
σκεφτόμουν(α)σκεφτόμαστε, σκεφτόμασταν
σκεφτόσουν(α)σκεφτόσαστε, σκεφτόσασταν
σκεφτόταν(ε)σκέφτονταν, σκεφτόντανε, σκεφτόντουσαν
Aoristσκέφτηκασκεφτήκαμε
σκέφτηκεςσκεφτήκατε
σκέφτηκεσκέφτηκαν, σκεφτήκαν(ε)
Per
fekt
έχω σκεφτείέχουμε σκεφτεί
έχεις σκεφτείέχετε σκεφτεί
έχει σκεφτείέχουν σκεφτεί
Plu
per
fekt
είχα σκεφτείείχαμε σκεφτεί
είχες σκεφτείείχατε σκεφτεί
είχε σκεφτείείχαν σκεφτεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα σκέφτομαιθα σκεφτόμαστε
θα σκέφτεσαιθα σκέφτεστε, θα σκεφτόσαστε
θα σκέφτεταιθα σκέφτονται
Fut
ur
θα σκεφτώθα σκεφτούμε
θα σκεφτείςθα σκεφτείτε
θα σκεφτείθα σκεφτούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω σκεφτείθα έχουμε σκεφτεί
θα έχεις σκεφτείθα έχετε σκεφτεί
θα έχει σκεφτείθα έχουν σκεφτεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να σκέφτομαινα σκεφτόμαστε
να σκέφτεσαινα σκέφτεστε, να σκεφτόσαστε
να σκέφτεταινα σκέφτονται
Aoristνα σκεφτώνα σκεφτούμε
να σκεφτείςνα σκεφτείτε
να σκεφτείνα σκεφτούν(ε)
Perfνα έχω σκεφτείνα έχουμε σκεφτεί
να έχεις σκεφτείνα έχετε σκεφτεί
να έχει σκεφτείνα έχουν σκεφτεί
Imper
ativ
Presσκέφτεστε
Aoristσκέψουσκεφτείτε
Part
izip
Pres
Perf
InfinAoristσκεφτεί



Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
νομίζωνομίζουμε, νομίζομε
νομίζειςνομίζετε
νομίζεινομίζουν(ε)
Imper
fekt
νόμιζανομίζαμε
νόμιζεςνομίζατε
νόμιζενόμιζαν, νομίζαν(ε)
Aoristνόμισανομίσαμε
νόμισεςνομίσατε
νόμισενόμισαν, νομίσαν(ε)
Per
fekt
έχω νομίσειέχουμε νομίσει
έχεις νομίσειέχετε νομίσει
έχει νομίσειέχουν νομίσει
Plu
per
fekt
είχα νομίσειείχαμε νομίσει
είχες νομίσειείχατε νομίσει
είχε νομίσειείχαν νομίσει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα νομίζωθα νομίζουμε, θα νομίζομε
θα νομίζειςθα νομίζετε
θα νομίζειθα νομίζουν(ε)
Fut
ur
θα νομίσωθα νομίσουμε, θα νομίζομε
θα νομίσειςθα νομίσετε
θα νομίσειθα νομίσουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω νομίσειθα έχουμε νομίσει
θα έχεις νομίσειθα έχετε νομίσει
θα έχει νομίσειθα έχουν νομίσει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να νομίζωνα νομίζουμε, να νομίζομε
να νομίζειςνα νομίζετε
να νομίζεινα νομίζουν(ε)
Aoristνα νομίσωνα νομίσουμε, να νομίσομε
να νομίσειςνα νομίσετε
να νομίσεινα νομίσουν(ε)
Perfνα έχω νομίσεινα έχουμε νομίσει
να έχεις νομίσεινα έχετε νομίσει
να έχει νομίσεινα έχουν νομίσει
Imper
ativ
Presνόμιζενομίζετε
Aoristνόμισενομίσετε
Part
izip
Presνομίζοντας
Perfέχοντας νομίσει
InfinAoristνομίσει



AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
θεωρώθεωρούμεθεωρούμαιθεωρούμαστε
θεωρείςθεωρείτεθεωρείσαιθεωρείστε
θεωρείθεωρούν(ε)θεωρείταιθεωρούνται
Imper
fekt
θεωρούσαθεωρούσαμεθεωρούμουνθεωρούμαστε
θεωρούσεςθεωρούσατε
θεωρούσεθεωρούσαν(ε)θεωρούνταν, εθεωρείτοθεωρούνταν, εθεωρούντο
Aoristθεώρησαθεωρήσαμεθεωρήθηκαθεωρηθήκαμε
θεώρησεςθεωρήσατεθεωρήθηκεςθεωρηθήκατε
θεώρησεθεώρησαν, θεωρήσαν(ε)θεωρήθηκεθεωρήθηκαν, θεωρηθήκαν(ε)
Perf
ekt
έχω θεωρήσει
έχω θεωρημένο
έχουμε θεωρήσει
έχουμε θεωρημένο
έχω θεωρηθεί
είμαι θεωρημένος, -η
έχουμε θεωρηθεί
είμαστε θεωρημένοι, -ες
έχεις θεωρήσει
έχεις θεωρημένο
έχετε θεωρήσει
έχετε θεωρημένο
έχεις θεωρηθεί
είσαι θεωρημένος, -η
έχετε θεωρηθεί
είστε θεωρημένοι, -ες
έχει θεωρήσει
έχει θεωρημένο
έχουν θεωρήσει
έχουν θεωρημένο
έχει θεωρηθεί
είναι θεωρημένος, -η, -ο
έχουν θεωρηθεί
είναι θεωρημένοι, -ές, -α
Plu
perf
ekt
είχα θεωρήσει
είχα θεωρημένο
είχαμε θεωρήσει
είχαμε θεωρημένο
είχα θεωρηθεί
ήμουν θεωρημένος, -η
είχαμε θεωρηθεί
ήμαστε θεωρημένοι, -ες
είχες θεωρήσει
είχες θεωρημένο
είχατε θεωρήσει
είχατε θεωρημένο
είχες θεωρηθεί
ήσουν θεωρημένος, -η
είχατε θεωρηθεί
ήσαστε θεωρημένοι, -ες
είχε θεωρήσει
είχε θεωρημένο
είχαν θεωρήσει
είχαν θεωρημένο
είχε θεωρηθεί
ήταν θεωρημένος, -η, -ο
είχαν θεωρηθεί
ήταν θεωρημένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα θεωρώθα θεωρούμεθα θεωρούμαιθα θεωρούμαστε
θα θεωρείςθα θεωρείτεθα θεωρείσαιθα θεωρείστε
θα θεωρείθα θεωρούν(ε)θα θεωρείταιθα θεωρούνται
Fut
ur
θα θεωρήσωθα θεωρήσουμεθα θεωρηθώθα θεωρηθούμε
θα θεωρήσειςθα θεωρήσετεθα θεωρηθείςθα θεωρηθείτε
θα θεωρήσειθα θεωρήσουν(ε)θα θεωρηθείθα θεωρηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω θεωρήσει
θα έχω θεωρημένο
θα έχουμε θεωρήσει
θα έχουμε θεωρημένο
θα έχω θεωρηθεί
θα είμαι θεωρημένος, -η
θα έχουμε θεωρηθεί
θα είμαστε θεωρημένοι, -ες
θα έχεις θεωρήσει
θα έχεις θεωρημένο
θα έχετε θεωρήσει
θα έχετε θεωρημένο
θα έχεις θεωρηθεί
θα είσαι θεωρημένος, -η
θα έχετε θεωρηθεί
θα είστε θεωρημένοι, -η
θα έχει θεωρήσει
θα έχει θεωρημένο
θα έχουν θεωρήσει
θα έχουν θεωρημένο
θα έχει θεωρηθεί
θα είναι θεωρημένος, -η, -ο
θα έχουν θεωρηθεί
θα είναι θεωρημένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να θεωρώνα θεωρούμενα θεωρούμαινα θεωρούμαστε
να θεωρείςνα θεωρείτενα θεωρείσαινα θεωρείστε
να θεωρείνα θεωρούν(ε)να θεωρείταινα θεωρούνται
Aoristνα θεωρήσωνα θεωρήσουμε, να θεωρήσομενα θεωρηθώνα θεωρηθούμε
να θεωρήσειςνα θεωρήσετενα θεωρηθείςνα θεωρηθείτε
να θεωρήσεινα θεωρήσουν(ε)να θεωρηθείνα θεωρηθούν(ε)
Perfνα έχω θεωρήσει
να έχω θεωρημένο
να έχουμε θεωρήσει
να έχουμε θεωρημένο
να έχω θεωρηθεί
να είμαι θεωρημένος, -η
να έχουμε θεωρηθεί
να είμαστε θεωρημένοι, -ες
να έχεις θεωρήσει
να έχεις θεωρημένο
να έχετε θεωρήσει
να έχετε θεωρημένο
να έχεις θεωρηθεί
να είσαι θεωρημένος, -η
να έχετε θεωρηθεί
να είστε θεωρημένοι, -ες
να έχει θεωρήσει
να έχει θεωρημένο
να έχουν θεωρήσει
να έχουν θεωρημένο
να έχει θεωρηθεί
να είναι θεωρημένος, -η, -ο
να έχουν θεωρηθεί
να είναι θεωρημένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presθεωρείτεθεωρείστε
Aoristθεώρησεθεωρήστε, θεωρήσετεθεωρήσουθεωρηθείτε
Part
izip
Presθεωρώνταςθεωρούμενος
Perfέχοντας θεωρήσει, έχοντας θεωρημένοθεωρημένος, -η, -οθεωρημένοι, -ες, -α
InfinAoristθεωρήσειθεωρηθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback