beanspruchen
 Verb

διεκδικώ Verb
(0)
απαιτώ Verb
(0)
διαφιλονικώ Verb
(0)
προαπαιτώ Verb
(0)
DeutschGriechisch
Vorher musste ich die Juwelen nur beanspruchen.Πριν, απλώς απαιτούσα τα κοσμήματα.

Übersetzung nicht bestätigt

Clark und Bennett beanspruchen ihn, aber sie sind erst seit November hier.Οι Κλαρκ και Μπένετ ορκίζονται ότι το δήλωσαν την άνοιξη ξέρω όμως ότι δεν ήταν εδώ πριν τον Νοέμβρη.

Übersetzung nicht bestätigt

Vielen Dank, ich darf Ihre Zeit nicht länger beanspruchen.Ευχαριστώ πολύ. Δεν θα κλέψω άλλο από τον πολύτιμο χρόνο σας.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich kann nicht den ganzen Verdienst beanspruchen.Όχι, δε θέλω να πάρω όλα τα εύσημα.

Übersetzung nicht bestätigt

Ich kann nicht immer Bettinas Zeit beanspruchen, oder?Και τέλος πάντων, δεν μπορώ να τρώω όλο το χρόνο της Μπετίνα.

Übersetzung nicht bestätigt

Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter.

Grammatik




AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
απαιτώαπαιτούμεαπαιτούμαιαπαιτούμαστε
απαιτείςαπαιτείτεαπαιτείσαιαπαιτείστε
απαιτείαπαιτούν(ε)απαιτείταιαπαιτούνται
Imper
fekt
απαιτούσααπαιτούσαμεαπαιτούμουναπαιτούμαστε
απαιτούσεςαπαιτούσατε
απαιτούσεαπαιτούσαν(ε)απαιτούνταν, απαιτείτοαπαιτούνταν, απαιτούντο
Aoristαπαίτησααπαιτήσαμεαπαιτήθηκααπαιτηθήκαμε
απαίτησεςαπαιτήσατεαπαιτήθηκεςαπαιτηθήκατε
απαίτησεαπαίτησαν, απαιτήσαν(ε)απαιτήθηκεαπαιτήθηκαν, απαιτηθήκαν(ε)
Perf
ekt
έχω απαιτήσειέχουμε απαιτήσειέχω απαιτηθείέχουμε απαιτηθεί
έχεις απαιτήσειέχετε απαιτήσειέχεις απαιτηθείέχετε απαιτηθεί
έχει απαιτήσειέχουν απαιτήσειέχει απαιτηθείέχουν απαιτηθεί
Plu
perf
ekt
είχα απαιτήσειείχαμε απαιτήσειείχα απαιτηθείείχαμε απαιτηθεί
είχες απαιτήσειείχατε απαιτήσειείχες απαιτηθείείχατε απαιτηθεί
είχε απαιτήσειείχαν απαιτήσειείχε απαιτηθείείχαν απαιτηθεί
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα απαιτώθα απαιτούμεθα απαιτούμαιθα απαιτούμαστε
θα απαιτείςθα απαιτείτεθα απαιτείσαιθα απαιτείστε
θα απαιτείθα απαιτούν(ε)θα απαιτείταιθα απαιτούνται
Fut
ur
θα απαιτήσωθα απαιτήσουμεθα απαιτηθώθα απαιτηθούμε
θα απαιτήσειςθα απαιτήσετεθα απαιτηθείςθα απαιτηθείτε
θα απαιτήσειθα απαιτήσουν(ε)θα απαιτηθείθα απαιτηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω απαιτήσειθα έχουμε απαιτήσει θα έχω απαιτηθείθα έχουμε απαιτηθεί
θα έχεις απαιτήσειθα έχετε απαιτήσειθα έχεις απαιτηθείθα έχετε απαιτηθεί
θα έχει απαιτήσειθα έχουν απαιτήσειθα έχει απαιτηθείθα έχουν απαιτηθεί
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να απαιτώνα απαιτούμενα απαιτούμαινα απαιτούμαστε
να απαιτείςνα απαιτείτενα απαιτείσαινα απαιτείστε
να απαιτείνα απαιτούν(ε)να απαιτείταινα απαιτούνται
Aoristνα απαιτήσωνα απαιτήσουμε, να απαιτήσομενα απαιτηθώνα απαιτηθούμε
να απαιτήσειςνα απαιτήσετενα απαιτηθείςνα απαιτηθείτε
να απαιτήσεινα απαιτήσουν(ε)να απαιτηθείνα απαιτηθούν(ε)
Perfνα έχω απαιτήσεινα έχουμε απαιτήσεινα έχω απαιτηθείνα έχουμε απαιτηθεί
να έχεις απαιτήσεινα έχετε απαιτήσεινα έχεις απαιτηθείνα έχετε απαιτηθεί
να έχει απαιτήσεινα έχουν απαιτήσεινα έχει απαιτηθείνα έχουν απαιτηθεί
Imper
ativ
Presαπαιτείτεαπαιτείστε
Aoristαπαίτησεαπαιτήστε, απαιτήσετεαπαιτήσουαπαιτηθείτε
Part
izip
Presαπαιτώνταςαπαιτούμενος
Perfέχοντας απαιτήσει
InfinAoristαπαιτήσειαπαιτηθεί

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback