συστήνω Verb  [sistino, systhnw]

  Verb
(25)
  Verb
(6)
(0)

Etymologie zu συστήνω

συστήνω von συστήσω, υποτακτική του αορίστου des altgriechischen ρήματος συνιστῶ


GriechischDeutsch
Θα αναφερθώ σε ορισμένες ανησυχίες και επικρίσεις της Ομάδας μου σχετικά με αυτό το σχέδιο, αλλά στην ουσία, εάν λάβουμε υπόψη μας το σύνολο του έργου που έχει επιτευχθεί, τη σημαντική πρόοδο που έχει σημειωθεί και την προοπτική της ασυνήθιστης, κατά την άποψή μου, καθυστέρησης για να βελτιώσουμε σημαντικά το κείμενο, συστήνω στο Σώμα ότι πρέπει να ψηφίσουμε να προχωρήσουμε στη συζήτησή μας και στην έγκριση ή την απόρριψη του κειμένου, διότι αυτή η επιλογή βρίσκεται εκεί και πρέπει να ακούσουμε τη σχετική συζήτηση.Ich möchte auf die Bedenken und die Kritikpunkte meiner Fraktion im Hinblick auf dieses Projekt hinweisen. Da jedoch schon so viel Arbeit geleistet und so große Fortschritte erzielt wurden und wir vermutlich auch durch eine Verzögerung keine wesentliche Verbesserung des Dokuments erreichen werden, möchte ich dem Haus empfehlen, die Abstimmung durchzuführen, damit wir mit unserer Diskussion fortfahren und das Dokument billigen oder ablehnen können.

Übersetzung bestätigt

Εν κατακλείδι, συστήνω στο Κοινοβούλιο το κοινό κείμενο και προσβλέπω στην όσο το δυνατόν συντομότερη έγκριση και εφαρμογή αυτής της νέας σημαντικής οδηγίας.Zusammenfassend möchte ich dem Parlament den gemeinsamen Entwurf empfehlen und hoffe auf eine möglichst baldige Annahme und Umsetzung dieser bedeutenden neuen Richtlinie.

Übersetzung bestätigt

Είμαι υποχρεωμένος να πω ότι, εάν αυτό αληθεύει, είναι ένα πολύ καλό ολλανδικό χόμπι και το συστήνω σε όλα τα κράτη μέλη.Wenn das zutrifft, ist dies aus meiner Sicht sehr positiv zu bewerten und ich kann allen anderen Mitgliedstaaten nur empfehlen, sich ebenfalls intensiv damit zu befassen.

Übersetzung bestätigt

Επομένως, συστήνω ολόθερμα να υπερψηφίσουν όλοι αύριο τη συμφωνία που επιτεύχθηκε στο Συμβούλιο.Ich kann deshalb allen uneingeschränkt empfehlen, morgen für die mit dem Rat getroffene Vereinbarung zu stimmen.

Übersetzung bestätigt

Επομένως, συστήνω στον αξιότιμο βουλευτή του ΕΚ να βρει διαφορετικές πηγές για την ενημέρωσή του, από αυτούς που πραγματικά ζουν και εργάζονται σε χώρες ΑΚΕ.Ich würde dem Herrn Abgeordneten demzufolge empfehlen, sich andere Quellen für seine Informationen zu suchen, und zwar unter denen, die tatsächlich in AKP-Ländern leben und arbeiten.

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
τα ρήματα συστήνω και συνιστώ, ενώ δεν συμπίπτουν απολύτως σημασιολογικά, στην καθημερινή ομιλία πολλές φορές συγχέονται μεταξύ τους. Ο αόριστός τους στην οριστική (σύστησα = έκανα τις συστάσεις - συνέστησα αλλά και σύστησα = πρότεινα), την υποτακτική (να συστήσω) και οι περιφραστικοί χρόνοι (έχω συστήσει) που ταυτίζονται δημιουργούν τη σύγχυση.
Στην παθητική φωνή (συστήνομαι) οι σημασίες ιδρύω και προτείνω/γνωρίζω διαφοροποιούνται στην κλίση του αορίστου (συστάθηκα και συστήθηκα)
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

Grammatik zu συστήνω


AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
συστήνω, sunisto61">συνιστώσυστήνουμε, συστήνομεσυστήνομαισυστηνόμαστε
συστήνειςσυστήνετεσυστήνεσαισυστήνεστε, συστηνόσαστε
συστήνεισυστήνουν(ε)συστήνεταισυστήνονται
Imper
fekt
σύστηνασυστήναμεσυστηνόμουν(α)συστηνόμαστε, συστηνόμασταν
σύστηνεςσυστήνατεσυστηνόσουν(α)συστηνόσαστε, συστηνόσασταν
σύστηνεσύστηναν, συστήναν(ε)συστηνόταν(ε)συστήνονταν, συστηνόντανε, συστηνόντουσαν
Aoristσύστησασυστήσαμεσυστήθηκασυστηθήκαμε
σύστησεςσυστήσατεσυστήθηκεςσυστηθήκατε
σύστησεσύστησαν, συστήσαν(ε)συστήθηκεσυστήθηκαν, συστηθήκαν(ε)
Per
fekt
έχω συστήσει
έχω συστημένο
έχουμε συστήσει
έχουμε συστημένο
έχω συστηθεί
είμαι συστημένος, -η
έχουμε συστηθεί
είμαστε συστημένοι, -ες
έχεις συστήσει
έχεις συστημένο
έχετε συστήσει
έχετε συστημένο
έχεις συστηθεί
είσαι συστημένος, -η
έχετε συστηθεί
είστε συστημένοι, -ες
έχει συστήσει
έχει συστημένο
έχουν συστήσει
έχουν συστημένο
έχει συστηθεί
είναι συστημένος, -η, -ο
έχουν συστηθεί
είναι συστημένοι, -ες, -α
Plu
per
fekt
είχα συστήσει
είχα συστημένο
είχαμε συστήσει
είχαμε συστημένο
είχα συστηθεί
ήμουν συστημένος, -η
είχαμε συστηθεί
ήμαστε συστημένοι, -ες
είχες συστήσει
είχες συστημένο
είχατε συστήσει
είχατε συστημένο
είχες συστηθεί
ήσουν συστημένος, -η
είχατε συστηθεί
ήσαστε συστημένοι, -ες
είχε συστήσει
είχε συστημένο
είχαν συστήσει
είχαν συστημένο
είχε συστηθεί
ήταν συστημένος, -η, -ο
είχαν συστηθεί
ήταν συστημένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα συστήνωθα συστήνουμε, θα συστήνομεθα συστήνομαιθα συστηνόμαστε
θα συστήνειςθα συστήνετεθα συστήνεσαιθα συστήνεστε, θα συστηνόσαστε
θα συστήνειθα συστήνουν(ε)θα συστήνεταιθα συστήνονται
Fut
ur
θα συστήσωθα συστήσουμεθα συστηθώθα συστηθούμε
θα συστήσειςθα συστήσετεθα συστηθείςθα συστηθείτε
θα συστήσειθα συστήσουνθα συστηθείθα συστηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω συστήσει
θα έχω συστημένο
θα έχουμε συστήσει
θα έχουμε συστημένο
θα έχω συστηθεί
θα είμαι συστημένος, -η
θα έχουμε συστηθεί
θα είμαστε συστημένοι, -ες
θα έχεις συστήσει
θα έχεις συστημένο
θα έχετε συστήσει
θα έχετε συστημένο
θα έχεις συστηθεί
θα είσαι συστημένος, -η
θα έχετε συστηθεί
θα είστε συστημένοι, -ες
θα έχει συστήσει
θα έχει συστημένο
θα έχουν συστήσει
θα έχουν συστημένο
θα έχει συστηθεί
θα είναι συστημένος, -η, -ο
θα έχουν συστηθεί
θα είναι συστημένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να συστήνωνα συστήνουμενα συστήνομαινα συστηνόμαστε
να συστήνειςνα συστήνετενα συστήνεσαινα συστήνεστε, να συστηνόσαστε
να συστήνεινα συστήνουννα συστήνεταινα συστήνονται
Aoristνα συστήσωνα συστήσουμενα συστηθώνα συστηθούμε
να συστήσειςνα συστήσετενα συστηθείςνα συστηθείτε
να συστήσεινα συστήσουννα συστηθείνα συστηθούν(ε)
Perfνα έχω συστήσει
να έχω συστημένο
να έχουμε συστήσει
να έχουμε συστημένο
να έχω συστηθεί
να είμαι συστημένος, -η
να έχουμε συστηθεί
να είμαστε συστημένοι, -ες
να έχεις συστήσει
να έχεις συστημένο
να έχετε συστήσει
να έχετε συστημένο
να έχεις συστηθεί
να είσαι συστημένος, -η
να έχετε συστηθεί
να είστε συστημένοι, -ες
να έχει συστήσει
να έχει συστημένο
να έχουν συστήσει
να έχουν συστημένο
να έχει συστηθεί
να είναι συστημένος, -η, -ο
να έχουν συστηθεί
να είναι συστημένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presσυστήνεσυστήνετεσυστήνεστε
Aoristσυστήσεσυστήστε, συστήσετεσυστήσουσυστηθείτε
Part
izip
Presσυστήνοντας
Perfέχοντας συστήσει, έχοντας συστημένοσυστημένος, -η, -οσυστημένοι, -ες, -α
InfinAoristσυστήσεισυστηθεί







Griechische Definition zu συστήνω

συστήνω [sistíno] -ομαι & (σπάν.) συσταίνω [sisténo] -ομαι Ρ αόρ. σύστησα, απαρέμφ. συστήσει, παθ. αόρ. συστήθηκα, απαρέμφ. συστηθεί, μππ. συστημένος* : 1.γνωρίζω δύο ή περισσότερα άτομα μεταξύ τους αναφέροντας τα ονόματά τους, την ιδιότητά τους κτλ., παρουσιάζω τον ένα στον άλλο: Nα σου / σας συστήσω τον αδελφό μου / την κυρία (τάδε). || (πληθ.) για αλληλοπάθεια: Mε τον κύριο Iωάννου έχουμε συστηθεί παλαιότερα. [...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback