{ο}  πρόσφυγας Subst.  [prosfigas, prosfiras, prosfygas]

{der}    Subst.
(204)

Etymologie zu πρόσφυγας

πρόσφυγας Koine-Griechisch πρόσφυξ προσφεύγω πρός + altgriechisch φεύγω


GriechischDeutsch
Παροχή της δυνατότητας στους εκτοπισθέντες στο εσωτερικό της χώρας και στους πρόσφυγες να συμμετέχουν στις εκλογές, ακόμη και αν οι δυνατότητες επιστροφής τους στο Κοσσυφοπέδιο είναι περιορισμένες.Ermöglichung der Wahlteilnahme für Binnenvertriebene und Flüchtlinge, auch wenn deren Rückkehrmöglichkeiten in das Kosovo eingeschränkt sind.

Übersetzung bestätigt

στ) οδηγία 2003/86/ΕΚ του Συμβουλίου, της 22ας Σεπτεμβρίου 2003, σχετικά με το δικαίωμα οικογενειακής επανένωσης [6], όσον αφορά τις διατάξεις για τους πρόσφυγες·Richtlinie 2003/86/EG des Rates vom 22. September 2003 betreffend das Recht auf Familienzusammenführung [6], soweit die Bestimmungen für Flüchtlinge maßgebend sind;

Übersetzung bestätigt

Είναι ενδεδειγμένη η στήριξη και η βελτίωση των προσπαθειών που καταβάλλουν τα κράτη μέλη για την παροχή κατάλληλων όρων υποδοχής στους πρόσφυγες, τους εκτοπισθέντες και στους δικαιούχους επικουρικής προστασίας, σύμφωνα με την οδηγία 2004/83/EK του Συμβουλίου, της 29ης Απριλίου 2004, για τη θέσπιση ελάχιστων απαιτήσεων για την αναγνώριση και το καθεστώς των υπηκόων τρίτων χωρών ή των απάτριδων ως προσφύγων ή ως προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας για άλλους λόγους, την εφαρμογή δίκαιων και αποτελεσματικών διαδικασιών ασύλου και την προαγωγή της ορθής πρακτικής στον τομέα του ασύλου με σκοπό να προστατεύονται τα δικαιώματα των προσώπων που χρήζουν διεθνούς προστασίας και για την αποτελεσματική λειτουργία των συστημάτων ασύλου των κρατών μελών.Die Anstrengungen der Mitgliedstaaten, Flüchtlingen, Vertriebenen und Personen, die subsidiären Schutz genießen, geeignete Aufnahmebedingungen im Einklang mit der Richtlinie 2004/83/EG des Rates vom 29. April 2004 über Mindestnormen für die Anerkennung und den Status von Drittstaatsangehörigen oder Staatenlosen als Flüchtlinge oder als Personen, die anderweitig internationalen Schutz benötigen, und über den Inhalt des zu gewährenden Schutzes zu gewähren, gerechte und wirksame Asylverfahren anzuwenden und bewährte Praktiken im Asylbereich zu fördern, sollten unterstützt und verbessert werden, damit die Rechte der Personen, die internationalen Schutzes bedürfen, gewahrt werden und die Asylsysteme der Mitgliedstaaten effizient arbeiten können.

Übersetzung bestätigt

Υιοθέτηση του νόμου περί ασύλου και συνέχιση της κατασκευής των κέντρων υποδοχής που προβλέπονται για τους αιτούντες άσυλο και τους πρόσφυγες.Verabschiedung des Asylgesetzes und Errichtung der geplanten Aufnahmezentren für Asylsuchende und Flüchtlinge.

Übersetzung bestätigt

«Με την επιφύλαξη των υποχρεώσεων που απορρέουν από την ευρωπαϊκή συμφωνία για την κατάργηση των θεωρήσεων για τους πρόσφυγες, που υπεγράφη στο Στρασβούργο την 20ή Απριλίου 1959, οι έχοντες νομικό καθεστώς πρόσφυγα και οι απάτριδες πρέπει να διαθέτουν θεώρηση κατά τη διέλευση των εξωτερικών συνόρων των κρατών μελών εάν η τρίτη χώρα στην οποία κατοικούν και η οποία τους χορήγησε το ταξιδιωτικό τους έγγραφο είναι τρίτη χώρα περιλαμβανόμενη στον κατάλογο του παραρτήματος I του παρόντος κανονισμού.»·„Unbeschadet der Verpflichtungen aus dem am 20. April 1959 in Straßburg unterzeichneten Europäischen Übereinkommen über die Aufhebung des Sichtvermerkzwangs für Flüchtlinge müssen Personen mit Flüchtlingsstatus und Staatenlose beim Überschreiten der Außengrenzen der Mitgliedstaaten im Besitz eines Visums sein, wenn das Drittland, in dem sie ihren Wohnsitz haben und das ihnen ihr Reisedokument ausgestellt hat, in der Liste in Anhang I dieser Verordnung aufgeführt ist.“

Übersetzung bestätigt


Griechische Synonyme
Noch keine Synonyme
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter
Deutsche Synonyme
Flüchtling
Vertriebener



Griechische Definition zu πρόσφυγας

πρόσφυγας ο [prósfiγas] : αυτός που αναγκάζεται ή εξαναγκάζεται να εγκαταλείψει την πατρίδα του ή τον τόπο της μόνιμης κατοικίας του και να καταφύγει σε μια ξένη χώρα ή στη χώρα της εθνικής του προέλευ σης, συνήθ. πληθ., για πληθυσμούς ή για άτομα που μετακινούνται ομαδικά: Οι πρόσφυγες από τη Mικρά Aσία, οι ελληνικοί πληθυσμοί που ήρθαν στην Ελλάδα μετά τη Mικρασιατική Kαταστροφή. Kύματα προσφύγων εγκαταλείπουν τις περιοχές όπου μαίνεται ο πόλεμος. Πολιτικοί / οικονομικοί πρόσφυγες, που εγκατέλειψαν τη χώρα τους για πολιτικούς / οικονομικούς λόγους. Στρατόπεδα προσφύγων, για προσωρινή εγκατάστα ση. (Zούμε) σαν (τους) πρόσφυγες, για προσωρινή και χωρίς ανέσεις εγκα τάσταση. προσφυγάκι το YΠΟKΟΡ.

[λόγ. < ελνστ. πρόσφυξ, αιτ. -υγα]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback