επιθυμώ Verb  [epithimo, epithymw]

  Verb
(27)
  Verb
(16)
  Verb
(0)

Etymologie zu επιθυμώ

επιθυμώ altgriechisch ἐπιθυμέω


GriechischDeutsch
Κύριε καθηγητά Monti, δεν επιθυμώ μια γενική ρήτρα για την Επιτροπή, ώστε να μπορεί να επεμβαίνει παντού.Σε εσάς, κύριε καθηγητά Monti, έχουμε εμπιστοσύνη ότι δεν επιθυμείτε να ελέγχετε τα πάντα.Herr Professor Monti, ich möchte keine Generalklausel für die Kommission, damit sie in alles und jedes eingreifen kann. Ihnen, Herr Professor Monti, vertrauen wir, daß Sie nicht alles kontrollieren wollen.

Übersetzung bestätigt

Χωρίς να επιθυμώ να προσβάλλω την πόλη που μας φιλοξενεί, το Στρασβούργο, οι μηνιαίες σύνοδοι που κάνουμε στην πόλη αυτή δεν αποτελούν τίποτα παραπάνω από μια μεγαλειώδη σπατάλη χρόνου, χρημάτων και δυνατοτήτων του Κοινοβουλίου να είναι αποτελεσματικό και αποδοτικό.Ohne unsere Gastgeberstadt Straßburg beleidigen zu wollen, finde ich doch, dass unsere monatlichen Plenarsitzungen in dieser Stadt eine gewaltige Verschwendung von Zeit und Geld darstellen und die Fähigkeit des Parlaments zu effektiver und effizienter Arbeit beeinträchtigen.

Übersetzung bestätigt

Γι' αυτόν το λόγο επιθυμώ, τελειώνοντας, να επαναλάβω την ευχή που πολλές φορές διατύπωσα και στην έκθεσή μου, δηλαδή το να μας δώσει αυτή η δέκατη επέτειος του καθεστώτος σύνδεσης την ευκαιρία να επιβεβαιώσουμε την ισχυρή πολιτική μας βούληση απέναντι σ' αυτές τις χώρες που πάρα πολύ καιρό τώρα έχουν αφεθεί στις διαθέσεις των τεσσάρων ανέμων σ' όλους τους ωκεανούς του κόσμου, όσον αφορά οριστικές και αποφασιστικές δεσμεύσεις προς την κατεύθυνση της εταιρικής σχέσης και της ευθύνης, με άλλα λόγια προς την κατεύθυνση της συνολικής ανάπτυξης.Aus diesem Grund möchte ich abschließend erneut den Wunsch äußern, den ich in meinem Bericht mehrfach formuliert habe: Dieser 10. Jahrestag des Assoziationsstatus sollte dazu genutzt werden, gegenüber diesen Gebieten, die allzu lange sich selbst überlassen waren, den eindeutigen politischen Willen zu bekräftigen, definitiv und entschlossen den Weg der Partnerschaft und Verantwortung und somit der Entwicklung aller beschreiten zu wollen.

Übersetzung bestätigt

Ορισμένα μέλη της Συνέλευσης υποπτεύονται ότι επιθυμώ να ενισχύσω τη γραφειοκρατία της Ευρώπης, ενώ, αντίθετα, εγώ θέλω να την περιορίσω.Bestimmte Mitglieder dieses Parlaments verdächtigten mich der Absicht, mehr Bürokratie in Europa schaffen zu wollen, während ich im Grunde genommen weniger Bürokratie möchte.

Übersetzung bestätigt

Χωρίς, βεβαίως, να επιθυμώ να υποβαθμίσω τη σημασία των καθαυτό ανθρωπίνων δικαιωμάτων -απεναντίας μάλισταθέλω να τονίσω την καίρια σημασία των πολιτικών κομμάτων σε κάθε δημοκρατική διαδικασία.Ohne selbstverständlich die Bedeutung der Menschenrechte an sich schmälern zu wollen ganz im Gegenteil -, möchte ich gleichzeitig unterstreichen, von welch entscheidender Wichtigkeit politische Parteien in jedem Demokratisierungsprozess sind.

Übersetzung bestätigt



Grammatik

Grammatik zu επιθυμώ

Aktiv
SingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
επιθυμώεπιθυμούμε
επιθυμείςεπιθυμείτε
επιθυμείεπιθυμούν(ε)
Imper
fekt
επιθυμούσαεπιθυμούσαμε
επιθυμούσεςεπιθυμούσατε
επιθυμούσεεπιθυμούσαν(ε)
Aoristεπιθύμησαεπιθυμήσαμε
επιθύμησεςεπιθυμήσατε
επιθύμησεεπιθύμησαν, επιθυμήσαν(ε)
Perf
ekt
έχω επιθυμήσειέχουμε επιθυμήσει
έχεις επιθυμήσειέχετε επιθυμήσει
έχει επιθυμήσειέχουν επιθυμήσει
Plu
perf
ekt
είχα επιθυμήσειείχαμε επιθυμήσει
είχες επιθυμήσειείχατε επιθυμήσει
είχε επιθυμήσειείχαν επιθυμήσει
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα επιθυμώθα επιθυμούμε
θα επιθυμείςθα επιθυμείτε
θα επιθυμείθα επιθυμούν(ε)
Fut
ur
θα επιθυμήσωθα επιθυμήσουμε
θα επιθυμήσειςθα επιθυμήσετε
θα επιθυμήσειθα επιθυμήσουν(ε)
Fut
ur II
θα έχω επιθυμήσειθα έχουμε επιθυμήσει
θα έχεις επιθυμήσειθα έχετε επιθυμήσει
θα έχει επιθυμήσειθα έχουν επιθυμήσει
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να επιθυμώνα επιθυμούμε
να επιθυμείςνα επιθυμείτε
να επιθυμείνα επιθυμούν(ε)
Aoristνα επιθυμήσωνα επιθυμήσουμε, να επιθυμήσομε
να επιθυμήσειςνα επιθυμήσετε
να επιθυμήσεινα επιθυμήσουν(ε)
Perfνα έχω επιθυμήσεινα έχουμε επιθυμήσει
να έχεις επιθυμήσεινα έχετε επιθυμήσει
να έχει επιθυμήσεινα έχουν επιθυμήσει
Imper
ativ
Presεπιθυμείτε
Aoristεπιθύμησεεπιθυμήστε, επιθυμήσετε
Part
izip
Presεπιθυμώντας
Perfέχοντας επιθυμήσει
InfinAoristεπιθυμήσει









Griechische Definition zu επιθυμώ

επιθυμώ [epiθimó] .9α : έχω, αισθάνομαι ορισμένη επιθυμία, για να αποκτήσω ή για να πραγματοποιήσω κτ.· (πρβ. θέλω): Ο καθένας επιθυμεί τον πλούτο / τη δόξα / την ευτυχία. Έχει στο σπίτι της καθετί που μπορεί να επιθυμήσει μια γυναίκα. Στα μεγάλα πολυκαταστήματα βρίσκεις ό,τι επιθυμεί η ψυχή σου. || (σε επίσημο ύφος): Ο πρόεδρος επιθυμεί να… Tι επιθυμείτε, κύριε; || (ειρ.): Ό,τι επιθυμείτε, όταν ανταποκρινόμαστε με απροθυμία στην απαίτηση κάποιου. α. αξιώνω, απαιτώ: Επιθυμώ οι εντολές μου να εκτελούνται χωρίς συζήτηση. β. επιζητώ έντονα, θέλω να δω, να συναντήσω κπ.: Είχαμε καιρό να σε δούμε και σ΄ επιθυμήσαμε. || (για ερωτική επιθυμία) ποθώ.

[λόγ. < αρχ. ἐπιθυμῶ]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback