{das} Subst. (496) |
{die} Fratze (derb) Subst.(2) |
(0) |
(0) |
μούρη mittelgriechisch μούρη italienisch murri, Mehrzahl von murro (μουσούδι) (ιδιωματικό) δημώδης lateinisch *murrum (μουσούδα, ρύγχος)
Griechisch | Deutsch |
---|---|
Την άλλη μέρα είπαμε να τη στείλουμε για σφαγή γιατί είχε μαστίτιδα και άλλα, δεν μπορούσαμε να τη βάλουμε στη σάλα, τη γαμήσαμε στο ξύλο, τη νάρκωσα. Τη χτύπαγα τη γαμημένη μέχρι που έγινε να η μούρη της. | Wir schlagen auf sie ein... ich mein ich hab sie betaeubt. bis ihr Gesicht richtig angeschwollen ist. Übersetzung nicht bestätigt |
Griechische Synonyme |
---|
Noch keine Synonyme |
Ähnliche Wörter |
---|
Noch keine ähnlichen Wörter |
μούρη η [múri] Ο30α : 1α. (συνήθ. μειωτ.) το πρόσωπο του ανθρώπου· μούτρο: Δες τη μούρη σου στον καθρέφτη. Σπάω τη μούρη κάποιου, τον χτυπώ πολύ στο πρόσωπο. Πετάω κτ. στη μούρη κάποιου, με περιφρονητική διάθεση. Ήρθαμε μούρη με μούρη με κπ., τον συνάντησα τυχαία και χωρίς να μπορώ να τον αποφύγω. ΦΡ τρίβω* τη μούρη κάποιου. χώνω* παντού τη μούρη μου. πουλάω* μούρη. β. το αντίστοιχο τμήμα του σώματος των ζώων. [...]
Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.
Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.
Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.
Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.