ηχογραφώ Verb  [ichografo, ichorrafo, hxografw]

  Verb
(2)
  Verb
(0)

Etymologie zu ηχογραφώ

ηχογραφώ ήχος + γράφω


GriechischDeutsch
Θέλω να ηχογραφώ τις φωνές των καλύτερων παικτών της ομάδας μου.Aber ich muss die Stimmen von allen meinen Spielern aufnehmen.

Übersetzung nicht bestätigt

Σε πειράζει αν ηχογραφώ;Darf ich das aufnehmen?

Übersetzung nicht bestätigt


Griechische Synonyme
μαγνητοφωνώ
Ähnliche Bedeutung
Noch keine Wörter mit ähnlicher Bedeutung
Ähnliche Wörter
Noch keine ähnlichen Wörter

Grammatik

Grammatik zu ηχογραφώ

AktivPassiv
SingularPluralSingularPlural
I
N
D
I
K
A
T
I
V
Präs
enz
ηχογραφώηχογραφούμεηχογραφούμαιηχογραφούμαστε
ηχογραφείςηχογραφείτεηχογραφείσαιηχογραφείστε
ηχογραφείηχογραφούν(ε)ηχογραφείταιηχογραφούνται
Imper
fekt
ηχογραφούσαηχογραφούσαμεηχογραφούμουνηχογραφούμαστε
ηχογραφούσεςηχογραφούσατε
ηχογραφούσεηχογραφούσαν(ε)ηχογραφούνταν, ηχογραφείτοηχογραφούνταν, ηχογραφούντο
Aoristηχογράφησαηχογραφήσαμεηχογραφήθηκαηχογραφηθήκαμε
ηχογράφησεςηχογραφήσατεηχογραφήθηκεςηχογραφηθήκατε
ηχογράφησεηχογράφησαν, ηχογραφήσαν(ε)ηχογραφήθηκεηχογραφήθηκαν, ηχογραφηθήκαν(ε)
Perf
ekt
έχω ηχογραφήσει
έχω ηχογραφημένο
έχουμε ηχογραφήσει
έχουμε ηχογραφημένο
έχω ηχογραφηθεί
είμαι ηχογραφημένος, -η
έχουμε ηχογραφηθεί
είμαστε ηχογραφημένοι, -ες
έχεις ηχογραφήσει
έχεις ηχογραφημένο
έχετε ηχογραφήσει
έχετε ηχογραφημένο
έχεις ηχογραφηθεί
είσαι ηχογραφημένος, -η
έχετε ηχογραφηθεί
είστε ηχογραφημένοι, -ες
έχει ηχογραφήσει
έχει ηχογραφημένο
έχουν ηχογραφήσει
έχουν ηχογραφημένο
έχει ηχογραφηθεί
είναι ηχογραφημένος, -η, -ο
έχουν ηχογραφηθεί
είναι ηχογραφημένοι, -ές, -α
Plu
perf
ekt
είχα ηχογραφήσει
είχα ηχογραφημένο
είχαμε ηχογραφήσει
είχαμε ηχογραφημένο
είχα ηχογραφηθεί
ήμουν ηχογραφημένος, -η
είχαμε ηχογραφηθεί
ήμαστε ηχογραφημένοι, -ες
είχες ηχογραφήσει
είχες ηχογραφημένο
είχατε ηχογραφήσει
είχατε ηχογραφημένο
είχες ηχογραφηθεί
ήσουν ηχογραφημένος, -η
είχατε ηχογραφηθεί
ήσαστε ηχογραφημένοι, -ες
είχε ηχογραφήσει
είχε ηχογραφημένο
είχαν ηχογραφήσει
είχαν ηχογραφημένο
είχε ηχογραφηθεί
ήταν ηχογραφημένος, -η, -ο
είχαν ηχογραφηθεί
ήταν ηχογραφημένοι, -ες, -α
Fut
ur
Verlaufs-
form
θα ηχογραφώθα ηχογραφούμεθα ηχογραφούμαιθα ηχογραφούμαστε
θα ηχογραφείςθα ηχογραφείτεθα ηχογραφείσαιθα ηχογραφείστε
θα ηχογραφείθα ηχογραφούν(ε)θα ηχογραφείταιθα ηχογραφούνται
Fut
ur
θα ηχογραφήσωθα ηχογραφήσουμεθα ηχογραφηθώθα ηχογραφηθούμε
θα ηχογραφήσειςθα ηχογραφήσετεθα ηχογραφηθείςθα ηχογραφηθείτε
θα ηχογραφήσειθα ηχογραφήσουν(ε)θα ηχογραφηθείθα ηχογραφηθούν(ε)
Fut
ur II
θα έχω ηχογραφήσει
θα έχω ηχογραφημένο
θα έχουμε ηχογραφήσει
θα έχουμε ηχογραφημένο
θα έχω ηχογραφηθεί
θα είμαι ηχογραφημένος, -η
θα έχουμε ηχογραφηθεί
θα είμαστε ηχογραφημένοι, -ες
θα έχεις ηχογραφήσει
θα έχεις ηχογραφημένο
θα έχετε ηχογραφήσει
θα έχετε ηχογραφημένο
θα έχεις ηχογραφηθεί
θα είσαι ηχογραφημένος, -η
θα έχετε ηχογραφηθεί
θα είστε ηχογραφημένοι, -η
θα έχει ηχογραφήσει
θα έχει ηχογραφημένο
θα έχουν ηχογραφήσει
θα έχουν ηχογραφημένο
θα έχει ηχογραφηθεί
θα είναι ηχογραφημένος, -η, -ο
θα έχουν ηχογραφηθεί
θα είναι ηχογραφημένοι, -ες, -α
K
O
N
J
U
N
K
T
I
V
Präs
enz
να ηχογραφώνα ηχογραφούμενα ηχογραφούμαινα ηχογραφούμαστε
να ηχογραφείςνα ηχογραφείτενα ηχογραφείσαινα ηχογραφείστε
να ηχογραφείνα ηχογραφούν(ε)να ηχογραφείταινα ηχογραφούνται
Aoristνα ηχογραφήσωνα ηχογραφήσουμε, να ηχογραφήσομενα ηχογραφηθώνα ηχογραφηθούμε
να ηχογραφήσειςνα ηχογραφήσετενα ηχογραφηθείςνα ηχογραφηθείτε
να ηχογραφήσεινα ηχογραφήσουν(ε)να ηχογραφηθείνα ηχογραφηθούν(ε)
Perfνα έχω ηχογραφήσει
να έχω ηχογραφημένο
να έχουμε ηχογραφήσει
να έχουμε ηχογραφημένο
να έχω ηχογραφηθεί
να είμαι ηχογραφημένος, -η
να έχουμε ηχογραφηθεί
να είμαστε ηχογραφημένοι, -ες
να έχεις ηχογραφήσει
να έχεις ηχογραφημένο
να έχετε ηχογραφήσει
να έχετε ηχογραφημένο
να έχεις ηχογραφηθεί
να είσαι ηχογραφημένος, -η
να έχετε ηχογραφηθεί
να είστε ηχογραφημένοι, -ες
να έχει ηχογραφήσει
να έχει ηχογραφημένο
να έχουν ηχογραφήσει
να έχουν ηχογραφημένο
να έχει ηχογραφηθεί
να είναι ηχογραφημένος, -η, -ο
να έχουν ηχογραφηθεί
να είναι ηχογραφημένοι, -ες, -α
Imper
ativ
Presηχογραφείτεηχογραφείστε
Aoristηχογράφησεηχογραφήστε, ηχογραφήσετεηχογραφήσουηχογραφηθείτε
Part
izip
Presηχογραφώντας
Perfέχοντας ηχογραφήσει, έχοντας ηχογραφημένοηχογραφημένος, -η, -οηχογραφημένοι, -ες, -α
InfinAoristηχογραφήσειηχογραφηθεί







Griechische Definition zu ηχογραφώ

ηχογραφώ [ixoγrafó] -ούμαι : καταγράφω τον ήχο πάνω σ΄ ένα κατάλληλο υλικό, ικανό να τον διατηρεί και να τον αναπαράγει: Hχογράφησε έναν καινούριο δίσκο. Hχογραφημένη συναυλία. ηχογραφώ μια εκπομπή από το ραδιόφωνο, μαγνητοφωνώ.

[λόγ. ηχο- + -γραφώ]
[...]

http://www.greek-language.gr

Griechisch lernen mit Greeklex


Verbkonjugation

Auf Greeklex.net findest du Konjugationen für über 800 griechische Verben. Öffne die Detailsicht für ein Wort und gehe zu Grammatik.

Rechtschreibprüfung

Mit dem Griechisch Rechtschreibprüfer kannst du einen griechischen Text auf Fehler untersuchen und die Korrekturen vorschlagen lassen.

Vorleser und Lautschrift

Lerne die griechische Schrift und die griechische Aussprache beliebiger Wörter mit dem Vorleser und dem Lautschrift-Tool.

Vokabeltrainer

Erweitere deine Wortschatz mit dem Vokabeltrainer. Füge eine Übersetzung deiner Vokabelliste hinzu um sie später zu üben.


Feedback